Ο Αμερικανός υπουργός Εμπορίου, Χάουαρντ Λούτνικ, απέστειλε μήνυμα στην Ταϊβάν και την Taiwan Semiconductor Manufacturing Co (TSMC) για τη μεταφορά μέρους της παραγωγής τους στις ΗΠΑ. Ο Λούτνικ πρότεινε μια «50-50» κατανομή της παραγωγής ημιαγωγών, με στόχο τη σημαντική μείωση της αμερικανικής εξάρτησης από την Ταϊβάν.
Η κίνηση αυτή πηγάζει από την ανησυχία για την κυριαρχία της Ταϊβάν στην παραγωγή προηγμένων ημιαγωγών (πάνω από 90% παγκοσμίως), λόγω της απόστασης από τις ΗΠΑ και της εγγύτητας με την Κίνα.
Στόχος Παραγωγής: Ο Λούτνικ δήλωσε ότι ο στόχος των ΗΠΑ είναι να φτάσουν περίπου το 40% της εγχώριας παραγωγής ημιαγωγών μέχρι το τέλος της θητείας του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, κάτι που απαιτεί επενδύσεις άνω των 500 δισ. δολαρίων.
Κυριαρχία TSMC: Η κυριαρχία της Ταϊβάν οφείλεται στην TSMC, τη μεγαλύτερη και πιο προηγμένη εταιρεία κατασκευής τσιπ παγκοσμίως, η οποία παράγει για τεχνολογικούς κολοσσούς όπως η Nvidia και η Apple.
«Silicon Shield»: Η κρίσιμη θέση της Ταϊβάν στην παγκόσμια παραγωγή τσιπ πιστεύεται ότι έχει θωρακίσει την άμυνα του νησιωτικού κράτους έναντι στρατιωτικών ενεργειών από την Κίνα (θεωρία του «Silicon Shield»).
Υποβάθμιση «Silicon Shield»: Ο Λούτνικ υποβάθμισε αυτή τη θεωρία, υποστηρίζοντας ότι η Ταϊβάν θα ήταν ασφαλέστερη με μια πιο ισορροπημένη παραγωγή τσιπ. Ρώτησε χαρακτηριστικά: «Αν έχετε το 95% [της παραγωγής τσιπ], πώς θα το πάρω για να σας προστατεύσω; Θα τα βάλετε σε αεροπλάνο; Θα τα βάλετε σε πλοίο;»
Το σχέδιο «50-50» και οι σχέσεις Κίνας-Ταϊβάν
Σύμφωνα με το σχέδιο «50-50», οι ΗΠΑ θα εξακολουθούσαν να εξαρτώνται «ουσιαστικά» από την Ταϊβάν, αλλά θα είχαν τη δυνατότητα να «κάνουν ό,τι πρέπει να κάνουν, αν χρειαστεί».
Το Πεκίνο θεωρεί την Ταϊβάν δικό του έδαφος και έχει δεσμευτεί να την ανακτήσει με τη βία. Η Ταϊβάν απορρίπτει αυτές τις αξιώσεις.
Φέτος, ο κινεζικός στρατός πραγματοποίησε μια σειρά από μεγάλης κλίμακας ασκήσεις στα ανοικτά των ακτών της Ταϊβάν, ενώ η Ουάσιγκτον επιβεβαίωσε τη δέσμευσή της να υποστηρίξει την Ταϊβάν.
Η κίνηση των ΗΠΑ για μεταφορά παραγωγής ημιαγωγών αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης στρατηγικής για τη διασφάλιση της τεχνολογικής αλυσίδας εφοδιασμού και τη μείωση των γεωπολιτικών κινδύνων.