Κοινή διακήρυξη συνυπέγραψαν έξι φορείς της αγοράς και η ΓΣΕΕ, ζητώντας από την κυβέρνηση να εγκαταλειφθεί κάθε σκέψη και διαδικασία προσαύξησης των τιμών ζώνης, όπου ήδη ισχύουν αντικειμενικές αξίες, όχι μόνο μέχρι το πέρας της πανδημίας, αλλά τουλάχιστον μέχρις ότου ομαλοποιηθεί η κατάσταση στην αγορά, στην οικονομία και στην κοινωνική ζωή της χώρας.
Στην κοινή διακήρυξη η οποία απεστάλη στον πρωθυπουργό και στους αρμόδιους υπουργούς, μεταξύ άλλων αναφέρονται τα εξής:
Μέχρι τις αρχές του τρέχοντος έτους οι ευοίωνες προοπτικές της οικονομίας και ειδικότερα του τουρισμού, των βραχυχρόνιων μισθώσεων και της Golden Visa για κατοίκους τρίτων χωρών, ευρύτατα προβαλλόμενες τότε από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, αποτελούσαν το επιχείρημα για να δρομολογήσει τότε το υπουργείο Οικονομικών μια διαδικασία περίπου γενικευμένης αύξησης των τιμών ζώνης των αστικών (εντός σχεδίου) ακινήτων της χώρας.
Δέκα μήνες μετά όμως, η κατάσταση που έχει δημιουργηθεί σήμερα πλέον στην κοινωνία και την οικονομία μας από την εξάπλωση του κορονοϊού, και από τις ιδιαίτερα δυσοίωνες προβλέψεις για τη διάρκειά του, έχουν ανατρέψει πλήρως την προηγούμενη εικόνα, ώστε μόνον μειώσεις στις αντικειμενικές αξίες των αστικών ακινήτων είναι σήμερα επιβεβλημένες, και αυτό για τους εξής πέντε λόγους:
- Oι συνεχιζόμενες αναγκαστικές μειώσεις μισθωμάτων απαξιώνουν τα ακίνητα αυτά και τα καθιστούν απολύτως ανασφαλή επενδυτικό και αποταμιευτικό προορισμό.
- Οι επιπτώσεις στον τουρισμό της χώρας γενικά, και ιδιαίτερα στις βραχυχρόνιες μισθώσεις (Airbnb) που έδωσαν δυναμική στην αγορά ακινήτων, είναι κυριολεκτικά κατεδαφιστικές.
- Η ζήτηση ακινήτων με εισαγόμενο χρήμα για επενδυτικούς λόγους έχει εκμηδενιστεί, όπως και για απόκτηση Golden Visa, γιατί ουδείς πλέον θέλει ή μπορεί να ταξιδεύει σε άλλες χώρες.
- Η εγχώρια ζήτηση ακινήτων, και ως εκ τούτου και η οικοδομική δραστηριότητα είναι πλέον αναιμικές, λόγω και της γνωστής κατάστασης του τραπεζικού συστήματος της χώρας μας.
- Τέλος ο ΕΝΦΙΑ, και κυρίως ο συμπληρωματικός του φόρος επί της αστικής και μόνον περιουσίας, αλλά και οι βαρύτατοι φορολογικοί συντελεστές εισοδημάτων από ακίνητα λειτουργούν δημευτικά στην κατοχή ακίνητης περιουσίας.
Η κτηματαγορά, η οικοδομή και η ιδιωτική ακίνητη περιουσία γενικότερα είναι από τους κεντρικούς πυλώνες της οικονομίας που πλήττονται άμεσα και βαρύτατα και θα ήταν συνεπώς παράλογο υπό αυτές τις συνθήκες το υπουργείο Οικονομικών να προχωρήσει σε αυξήσεις αντικειμενικών αξιών από τις οποίες οι ιδιοκτήτες αστικών ακινήτων, οι μισθώσεις και οι κατασκευές και ανακαινίσεις/ αναβαθμίσεις κτιρίων, αλλά και οι ενοικιαστές-χρήστες των ακινήτων, μέσω και των τεκμηρίων, θα επιβαρυνθούν με πρόσθετους φόρους, μεταξύ των οποίων ο ΕΝΦΙΑ, βασισμένους σε προϋποθέσεις και εκτιμήσεις που σήμερα δεν υφίστανται πλέον.
«Δεν θα είχαμε αντίρρηση στο να επεκταθεί το σύστημα αντικειμενικών αξιών σε περιοχές που σήμερα δεν εφαρμόζεται, αλλά ζητούμε, ως μέτρο στήριξης του τομέα μας, να εγκαταλειφθεί κάθε σκέψη και διαδικασία προσαύξησης των τιμών ζώνης όπου ήδη ισχύουν αντικειμενικές αξίες, όχι μόνο μέχρι το πέρας της πανδημίας, αλλά τουλάχιστον μέχρις ότου ομαλοποιηθεί η κατάσταση στην αγορά, στην οικονομία και στην κοινωνική ζωή της χώρας και του λαού μας», όπως σημειώνεται στην σχετική επιστολή.
Την διακήρυξη υπογράφουν η Πανελλήνιος Ομοσπονδία Ιδιοκτητών Ακινήτων (ΠΟΜΙΔΑ), η Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Ελλάδος (ΓΣΕΕ), η Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδας (ΓΣΕΒΕΕ), η Ομοσπονδία Κατασκευαστών Κτιρίων και Οικοδομικών Επιχειρήσεων Ελλάδος, η Ομοσπονδία Μεσιτών Αστικών Συμβάσεων Ελλάδος (ΟΜΑΣΕ), ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Τεχνικών Εταιρειών (ΣΑΤΕ) και ο Εμπορικός Σύλλογος Αθηνών (ΕΣΑ).