Το εκλογικό αποτέλεσμα του Ιουνίου 2023 έφερε στο προσκήνιο σειρά φαινομένων που συνδέονται με τη βαθύτερη συντηρητικοποίηση της ελληνικής κοινής γνώμης. Με την είσοδο των κομμάτων Σπαρτιάτες, Νίκη και Ελληνική Λύση, η Ελλάδα γίνεται η πρώτη χώρα στην Ευρώπη με εκπροσώπηση τριών ακροδεξιών κομμάτων, ενώ η άνοδος του συνολικού ποσοστού τους στο 12,77% αποτελεί ιστορικό ρεκόρ για την ελληνική Ακροδεξιά.
* Του Γιώργου Σαμαρά
Η Ελλάδα αντιμετωπίζει ένα έντονο κύμα ακροδεξιάς ρητορικής, το οποίο δεν υπήρξε ποτέ στο παρελθόν τόσο ισχυρό, ειδικά κατά τη διάρκεια των μεταπολιτευτικών ετών. Η παρουσία της Χρυσής Αυγής μεταξύ 2012 και 2019 δεν ξεπέρασε το ποσοστό του 6,99%, καθιστώντας το, με τα δεδομένα της προηγούμενης δεκαετίας, το πιο πετυχημένο, εκλογικά μιλώντας, ακροδεξιό κόμμα.
Η κατακόρυφη αύξηση των εκλογικών ποσοστών των ακροδεξιών κομμάτων οφείλεται σε πολλούς παράγοντες, αλλά κυρίως στην κανονικοποίηση ακροδεξιών πρακτικών, που αντίκεινται στην ποιότητα της δημοκρατίας των κρατών-μελών της ΕΕ. Επιπλέον, σοβαρές ευθύνες έχουν οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας, ιδιαίτερα ηπροηγούμενη κυβέρνηση, που δεν απέτρεψε αποτελεσματικά την είσοδο ενός εξτρεμιστικού κόμματος, το οποίο συνδέεται άμεσα με τους πυρήνες της καταδικασμένης Χρυσής Αυγής,στη Βουλή.
Τα ερωτήματα που ανακύπτουν αφορούν τους τρόπους συνεργασίας των κομμάτων, καθώς και τον τρόπο με τον οποίο θα εκφραστεί το ακροδεξιό μέτωπο εντός της Βουλής την επόμενη τετραετία. Η κανονικοποίηση μπορεί να οδηγήσει σε μεγαλύτερη συσπείρωση του ακροδεξιού μετώπου στην Ελλάδα, ενώ δεν πρέπει, εάν οι συνθήκες το επιτρέψουν, να αποκλειστεί το ενδεχόμενο συμμετοχής ενός ακροδεξιού κόμματος σε κάποιο κυβερνητικό σχήμα, όπως συνέβη το 2011 με τον ΛΑΟΣ.
Πάνω από όλα απαιτείται ερευνητική και πολιτική εγρήγορση, ιδίως ενόψει της παρουσίας στη νέα Βουλή προσώπων που σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με την καταδικασμένη Χρυσή Αυγή. Η σύνθεση της νέας Βουλής είναι αναμφισβήτητα προβληματική και γεννά εύλογες ανησυχίες όσον αφορά την αντιπολιτευτική τακτικήτων κομμάτων, καθώς η εξασθένηση της ελληνικής Αριστεράς και η εκλογική συρρίκνωση του προοδευτικού χώρου ανοίγουν χώρο για το ακροδεξιό μπλοκ. Σε ερευνητικό επίπεδο, είναι ζωτικής σημασίας να συνεχιστεί η μελέτη της δραστηριότητας των κομμάτων τόσο ακαδημαϊκά όσο και δημοσιογραφικά, με σκοπό την καλύτερη κατανόηση εξτρεμιστικών φαινομένων που εκτιμάται ότι θα εκδηλωθούν στη Βουλή αλλά και εντός της ελληνικής κοινωνίας.
Ένα τελευταίο ζήτημα που προκύπτει από την εκλογική άνοδο των Σπαρτιατών είναι το κατά πόσον αυτή θα ενθαρρύνει και άλλα πρώην μέλη της Χρυσής Αυγής να επιστρέψουν στο πολιτικό προσκήνιο. Επομένως, είναι εξίσου σημαντική η συστηματική παρακολούθηση της πορείας προσώπων που στο παρελθόν συνδέθηκαν με τη Χρυσή Αυγή, προκειμένου να διαπιστωθούν οι τρόποι με τους οποίους μπορούν να επιστρέψουν στην πολιτική δραστηριότητα.
Λέκτορας Δημόσιας Πολιτικής, International School for Government, King’s College London
Ανάλυση στο Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ
Όλη η ανάλυση:https://t.ly/_GA2