Ο πρώην αρχι-πράκτορας της Γερμανίας και νυν πρόεδρος της Ένωσης Αξιών Χανς-Γκέοργκ Μάασεν θα ξεκινήσει τις διαδικασίες ίδρυσης κόμματος, ανακοίνωσε νωρίτερα σήμερα ο ίδιος στην Ερφούρτη.
Σύμφωνα με τον κ. Μάασεν, η πλειοψηφία των μελών της Ένωσης, η οποία έως τώρα θεωρείτο ότι πρόσκειται στο Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα (CDU), ψήφισε να διαβιβαστεί το δικαίωμα της ονομασίας στο υπό ίδρυση κόμμα. Με την ίδια απόφαση, ο κ. Μάασεν έλαβε την εντολή να ξεκινήσει την ίδρυση «συντηρητικού - φιλελεύθερου κόμματος με αυτό το όνομα», με στόχο την συμμετοχή στις κρατιδιακές εκλογές που θα διεξαχθούν το φθινόπωρο στην Θουριγγία, στην Σαξονία και στο Βραδεμβούργο.
Όπως σημείωσε ο κ. Μάασεν, ο ίδιος ανακοίνωσε στο CDU την αποχώρησή του και την ίδρυση νέου κόμματος ήδη στις αρχές του μήνα. Σύμφωνα με τις αποκαλύψεις του ερευνητικού δικτύου «Correctiv» για την συνάντηση που είχαν τον περασμένο Νοέμβριο στελέχη της Εναλλακτικής για τη Γερμανία (AfD) με οργανώσεις νεοναζί, με αντικείμενο το σχέδιο μαζικών απελάσεων, στο Πότσνταμ ήταν παρόντα και δύο μέλη της Ένωσης Αξιών.
Και από την πλευρά του CDU πάντως, ο αρχηγός του κόμματος Φρίντριχ Μερτς έχει εκφράσει κατά το παρελθόν τη βούλησή του να διαρρήξει τις σχέσεις με την Ένωση Αξιών και μάλιστα να καταστεί ασυμβίβαστη η συμμετοχή κάποιου ως μέλος ταυτόχρονα στο κόμμα και στην Ένωση.
Το σκοτεινό παρελθόν (και μέλλον)
O Μάασεν διετέλεσε Πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας για την Προστασία του Συντάγματος, της υπηρεσίας εσωτερικής ασφάλειας της Γερμανίας από το 2012 ως το 2018.
Το 2018, ήταν δρομολογημένη η προαγωγή του σε άλλο ρόλο εντός του Υπουργείου Εσωτερικών. Ωστόσο, μετά από διάφορες επικριτικές δηλώσεις για τη γερμανική κυβέρνηση, η Ανγκελα Μέρκελ τον έθεσε σε «πρόωρη συνταξιοδότηση». Ήταν η χρονιά κατά την οποία έλαβαν χώρα τα αντιμεταναστευτικά ρατσιστικά πογκρόμ εκ μέρους ακροδεξιών και νεοναζί στην πόλη Κέμνιτς. Ο Μάασεν προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων με τις δηλώσεις του, υποβιβάζοντας τη σοβαρότητα της ακροδεξιάς βίας και χαρακτηρίζοντας την πολιτική της κυβέρνησης στον τομέα της ασφάλειας και τον τομέα της μετανάστευσης ως «αφελή» και «αριστερής ιδεολογίας».
Το 2021 ωστόσο επιλέχθηκε ως υποψήφιος της Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης για την εκλογική περιφέρεια Suhl – Schmalkalden-Meiningen – Hildburghausen – Sonneberg στις γερμανικές ομοσπονδιακές εκλογές του ιδίου έτους. Ηττήθηκε από τον σοσιαλδημοκράτη Frank Ullrich.
Η υπόθεση Μάασεν πυροδότησε φόβους ότι το κύριο όργανο κρατικής ασφάλειας της Γερμανίας μπορεί να είναι μεροληπτικό υπέρ του ακροδεξιού εξτρεμισμού.
Ποιους παρακολουθεί η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία για την Προστασία του Συντάγματος (BfV)
H Ομοσπονδιακή Υπηρεσία για την Προστασία του Συντάγματος παρακολουθεί τους υπόπτους για θρησκευτικό και πολιτικό εξτρεμισμό και είναι μία από τις τρεις υπηρεσίες πληροφοριών της Γερμανίας.
Διαθέτει περίπου 3.100 υπαλλήλους που, μαζί με τις περιφερειακές υπηρεσίες πληροφοριών, παρακολουθούν ομάδες που ενεργούν ενάντια στη δημοκρατική τάξη της Γερμανίας. Δημιουργήθηκε το 1950 από τις Συμμαχικές δυνάμεις στη Γερμανία για να προστατεύεται από κομμουνιστικές και φιλοναζιστικές ομάδες. Είναι μέρος του ομοσπονδιακού υπουργείου Εσωτερικών και εποπτεύεται από το Ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο. Η BfV δεν μπορεί να κάνει συλλήψεις. Λέει ότι το μεγαλύτερο μέρος των πληροφοριών της συλλέγεται από ανοιχτές ή δημόσιες πηγές, συμπεριλαμβανομένων των αναφορών του Τύπου. Μπορεί να κατασκοπεύει μόνο ομάδες -όχι ιδιώτες- που επιδίδονται σε αντισυνταγματική συμπεριφορά. Ξεχωριστά τμήματα της BfV κατασκοπεύουν ριζοσπάστες αριστερούς, ακροδεξιούς εξτρεμιστές και μαχητικούς ισλαμιστές. Το BfV διεξάγει επίσης επιχειρήσεις αντικατασκοπείας, παρακολουθώντας ξένους κατασκόπους στη Γερμανία. Αλλά η συλλογή πληροφοριών στο εξωτερικό γίνεται από την υπηρεσία κατασκοπείας BND.