Απευθείας πρόσβαση στους τραπεζικούς λογαριασμούς μέσω της εφορίας, καθώς και στα στοιχεία των φορολογικών ελέγχων, του Κτηματολογίου, του Τειρεσία και του ΓΕΜΗ αποκτούν οι ελεγκτές της Επιτροπής Ελέγχου του πόθεν έσχες, αναζητώντας μαύρο χρήμα.
Με εγκύκλιο του διοικητή της ΑΑΔΕ Γιώργου Πιτσιλή παρέχονται διευκρινίσεις σχετικά με τις διατάξεις του νέου νόμου (5026/2023) που επέφερε αλλαγές στο πόθεν έσχες, με τον έλεγχο των υπόχρεων να γίνεται πιο ενδελεχής.
Οι αλλαγές που δίνουν τη δυνατότητα στους ελεγκτές να αποκτούν πρόσβαση στο «Σύστημα Μητρώων Τραπεζικών Λογαριασμών και Λογαριασμών Πληρωμών» της ΑΑΔΕ, και στα στοιχεία των φορολογικών ελέγχων ισχύουν από την 28η Φεβρουαρίου 2023.
Η έφοδος στους τραπεζικούς λογαριασμούς
Σύμφωνα με την εγκύκλιο του διοικητή της ΑΑΔΕ Γ. Πιτσιλή, οι ελεγκτές του πόθεν έσχες, μετά από σχετική εντολή της Επιτροπής Ελέγχου, έχουν πρόσβαση στο «Σύστημα Μητρώων Τραπεζικών Λογαριασμών και Λογαριασμών Πληρωμών», καθώς και online πρόσβαση στα λοιπά πληροφοριακά συστήματα και τις βάσεις δεδομένων που διαχειρίζονται άλλες δημόσιες υπηρεσίες, καθώς και στα στοιχεία φορολογικών ελέγχων που τηρούνται στην Α.Α.Δ.Ε.
Επίσης, για τη διευκόλυνση του ελέγχου, η φορολογική διοίκηση παραχωρεί ηλεκτρονική online πρόσβαση στα όργανα της Επιτροπής Ελέγχου του πόθεν έσχες, ύστερα από αίτησή τους, σε στοιχεία για όλες τις τροποποιήσεις των δηλώσεων εισοδήματος και ακινήτων των υπόχρεων αρμοδιότητάς τους, οι οποίες τηρούνται ηλεκτρονικά.
Ακόμη, η Επιτροπή Ελέγχου έχει απευθείας επιγραμμική (online) πρόσβαση σε κάθε μορφής αρχείο δημόσιας αρχής, υπηρεσίας ή οργανισμού που τηρεί και επεξεργάζεται δεδομένα που κατά τα ανωτέρω αποτελούν περιουσιακά στοιχεία, όπως στα κτηματολογικά δεδομένα, στο Γ.Ε.ΜΗ., καθώς και στο σύστημα «Τειρεσίας».
Οι ελεγκτές μπορούν να ζητούν, στο πλαίσιο των ελέγχων και των ερευνών, τη συνεργασία και την πρόσβαση σε κάθε είδους στοιχεία από φυσικά πρόσωπα, δικαστικές, προανακριτικές ή ανακριτικές αρχές, δημόσιες υπηρεσίες, νομικά πρόσωπα δημόσιου ή ιδιωτικού δικαίου και οργανισμούς οποιασδήποτε μορφής, υποχρεουμένων όλων στην άμεση ηλεκτρονική παροχή των ανωτέρω στοιχείων και ενημερώνουν τις αρμόδιες αρχές για περιπτώσεις ελλιπούς συνεργασίας ή μη συμμόρφωσής τους προς τις υποχρεώσεις τους.
Η αξιοποίηση των πληροφοριών που συλλέγονται, εφόσον απαιτείται, από άρση τραπεζικού, χρηματιστηριακού, φορολογικού και επαγγελματικού απορρήτου είναι προϋπόθεση για την ολοκλήρωση κάθε ελέγχου αρμοδιότητας της Επιτροπής Ελέγχου
Ελεγκτικές δυνατότητες της Επιτροπής Ελέγχου
Με το πέρας κάθε ελέγχου, το όργανο που διενήργησε τον έλεγχο αποφασίζει αν πρέπει να τεθεί η υπόθεση στο αρχείο ή να διαβιβαστεί με αιτιολογημένο και εμπεριστατωμένο πόρισμά του στον αρμόδιο Εισαγγελέα, εφόσον τα στοιχεία κρίνονται βάσιμα και επαρκή και ενημερώνει αμελλητί την Επιτροπή Ελέγχου για το αποτέλεσμα του ελέγχου.
Κατ' εξαίρεση, για τους υπόχρεους πολιτικούς και τις συζύγους τους, η απόφαση αρχειοθέτησης οριστικοποιείται μετά το πέρας της δημοσιοποίησης των αντίστοιχων δηλώσεων αυτών των υπόχρεων.
Αν συντρέχει περίπτωση καταλογισμού, το πόρισμα αποστέλλεται και στον Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο και εφόσον κρίνεται ότι υπάρχει ανάγκη διερεύνησης επί θεμάτων αρμοδιότητας φορολογικής ή άλλης αρχής ή υπηρεσίας, το πόρισμα αποστέλλεται και σε αυτές.
Υπόθεση που τίθεται στο αρχείο, δύναται να ανασυρθεί με απόφαση της Επιτροπής Ελέγχου, μόνο εφόσον προκύπτουν νέα πραγματικά στοιχεία.
Μετά την παρέλευση πενταετίας από την υποβολή της δήλωσης, η ανάσυρση υπόθεσης που έχει αρχειοθετηθεί επιτρέπεται μόνο όταν προκύπτουν ενδείξεις ή νέα αποδεικτικά στοιχεία τέλεσης ή απόπειρας τέλεσης του κακουργήματος και μέχρι τη συμπλήρωση της προθεσμίας παραγραφής.
Οι δικαστικές και φορολογικές αρχές, που επιλαμβάνονται κατόπιν πορίσματος της Επιτροπής Ελέγχου διαβιβάζουν σε αυτούς αντίγραφο της σχετικής δικαστικής απόφασης ή του βουλεύματος, καθώς και της έκθεσης ελέγχου και της οριστικής πράξης διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου».