Μια είδηση ανησυχητική για χιλιάδες Έλληνες που έχουν καταθέσεις στο εξωτερικό - και ειδικά στην Ελβετία - οι οποίες δεν δικαιολογούνται από τα δηλωμένα εισοδήματά τους: Η ΑΑΔΕ θα συνεργαστεί στενότερα με τις ελβετικές φορολογικές αρχές και θα μπορεί να έχει πρόσβαση σε πολλά στοιχεία που αφορούν την κίνηση κεφαλαίων και τις καταθέσεις Ελλήνων πολιτών.
Το πεδίο συνεργασίας και τα επιμέρους θέματα συμφωνήθηκαν κατά τη συνάντηση που είχε στη Γενεύη ο διοικητής της ΑΑΔΕ, Γιώργος Πιτσιλής, με τον ομόλογό του Μarc Bugnon.
Επισήμως η συνεργασία αφορά την ανταλλαγή τεχνογνωσίας, την ψηφιοποίηση των διαδικασιών και των συναλλαγών από ελληνικής πλευράς και την εξυπηρέτηση των Ελλήνων πολιτών από ελβετικής.
Οι συναλλαγές των Ελλήνων με τις ελβετικές τράπεζες, παρά το πέπλο μυστικότητας που τις περιβάλει, αποκαλύφθηκαν με τις λίστες Λαγκάρντ, Μπόργιανς και των Εμβασμάτων
Σημειώνεται ότι ενώ οι κινήσεις των καταθέσεων στις ελληνικές τράπεζες παραγράφονται μετά το πέρας της πενταετίας, οι καταθέσεις στις ελβετικές τράπεζες, μένουν «ανοιχτές» για μια δεκαετία.
Αιτία είναι η υπ. αρ. 658/2020 απόφαση του Β’ τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας, με την οποία κρίθηκε ότι τα στοιχεία των κινήσεων των τραπεζικών λογαριασμών στις ελβετικές τράπεζες, της περιόδου 2004-2005 αποτελούν συμπληρωματικά στοιχεία και συνεπώς ο έλεγχος μπορεί να επεκταθεί στη δεκαετία.
Αντίθετα, δεν ισχύει το ίδιο για τις καταθέσεις και γενικά για τις κινήσεις των λογαριασμών στις ελληνικές τράπεζες, για τις οποίες ισχύει η πενταετής παραγραφή.
Ειδικότερα, με τις παλαιότερες αποφάσεις του ΣτΕ δεν θεωρούνται συμπληρωματικά στοιχεία και συνεπώς δεν μπορούσαν να εκτείνουν τον χρόνο της παραγραφής από τα 5 στα 10 χρόνια, εκείνα που αφορούν:
- Κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών στην Ελλάδα, καθώς το δικαστήριο θεωρεί ότι η ΑΑΔΕ είχε τον χρόνο (πενταετία) να τα αναζητήσει από τις τράπεζες).
- Εμβάσματα τα οποία έφυγαν από ελληνικές προς ξένες τράπεζες, καθώς το δικαστήριο θεωρεί ότι η ΑΑΔΕ είχε τον χρόνο (πενταετία) να ερευνήσει τα στοιχεία από τις ελληνικές τράπεζες.
Η υπ. αρ. 658/2020 απόφαση του Β τμήματος του ΣτΕ προβλέπει, πως, τα στοιχεία των κινήσεων των τραπεζικών λογαριασμών στις ελβετικές τράπεζες, της περιόδου 2004-2005 αποτελούν συμπληρωματικά στοιχεία και συνεπώς ο έλεγχος μπορεί να επεκταθεί στη δεκαετία.
Αντίθετα, δεν ισχύει το ίδιο για τις καταθέσεις και γενικά για τις κινήσεις των λογαριασμών στις ελληνικές τράπεζες, για τις οποίες ισχύει η πενταετής παραγραφή.
Επίσης, για ένα έμβασμα που φεύγει από ελληνική τράπεζα, στο εξωτερικό, ο έλεγχος από την Εφορία πρέπει να γίνει αυστηρά σε διάστημα πέντε ετών. Ειδικότερα η απόφαση του ΣτΕ αναφέρει τα ακόλουθα:
«…Στοιχεία για την ύπαρξη και το υπόλοιπο ή/και τις κινήσεις λογαριασμών των φορολογούμενων σε τραπεζικά ιδρύματα της Ελβετίας, κατά τις χρήσεις των ετών 2004 και 2005, τα οποία περιήλθαν σε γνώση της ημεδαπής φορολογικής Διοίκησης μετά την 1.1.2012 (και πριν από την 31.12.2016) αποτελούν «συμπληρωματικά στοιχεία», τα οποία οδηγούν, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων αυτών, στην επιμήκυνση σε δεκαετία της (κατ’ αρχήν οριζόμενης πενταετούς) προθεσμίας παραγραφής της εξουσίας του Ελληνικού Δημοσίου για τη διαπίστωση της ύπαρξης μη δηλωθείσας φορολογητέας ύλης, συναγόμενης από τα στοιχεία αυτά, σε σχέση με τις προαναφερόμενες χρήσεις και, συνακόλουθα, για την επιβολή των αναλογούντων φόρων και συναφών κυρώσεων».
Αυτό σημαίνει ότι, οι πρόσθετοι φόροι και τα πρόστιμα που έχουν επιβληθεί σε ελεγχόμενους για την περίοδο εκείνη, (όπως φυσικά και για υποθέσεις των επομένων ετών) είναι νόμιμα.
Καταθέσεις σε ελληνικές τράπεζες
Ωστόσο, αυτό ισχύει, εάν δεν έχουν εμπλοκή οι ελληνικές τράπεζες, καθώς οι συγκεκριμένες υποθέσεις παραγράφονται στην πενταετία. Συγκεκριμένα η απόφαση του ΣτΕ αναφέρει:
«Αντιθέτως, δεδομένου ότι, σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου, στοιχεία για το υπόλοιπο ή/και τις κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών των αναιρεσίβλητων στην ημεδαπή, κατά τα έτη 2004 και 2005, δεν αποτελούν «συμπληρωματικά στοιχεία» (ήτοι, στοιχεία αποδεικτικά της ύπαρξης μη δηλωθέντος φορολογητέου εισοδήματός τους, τα οποία δικαιολογημένα δεν είχε υπόψη της η φορολογική αρχή κατά την οριζόμενη στο άρθρο 84 παρ. 1 του ΚΦΕ πενταετία), ικανά να δικαιολογήσουν, ενόψει και των επιταγών της συνταγματικής αρχής της αναλογικότητας, την επιμήκυνση της (κατ’ αρχήν οριζόμενης, πενταετούς) προθεσμίας παραγραφής σε δεκαετία, τέτοια στοιχεία, στα οποία στηρίχθηκε η φορολογική Διοίκηση για την έκδοση των επίδικων καταλογιστικών πράξεων, ως προς τις χρήσεις των ετών 2004 και 2005, δεν μπορούν να ληφθούν νομίμως υπόψη από το ΔΕΑ για τη διαπίστωση μη δηλωθείσας φορολογητέας ύλης, ως προς χρήσεις αυτές».
Λίστες με εμβάσματα
Η απόφαση αυτή άνοιξε ξανά τις υποθέσεις οι οποίες περιέχονται στις λίστες Λαγκάρντ, Μπόργιανς και των Εμβασμάτων, που περιέχουν ονόματα χιλιάδων Ελλήνων που βρέθηκαν στις λίστες αυτές, με καταθέσεις οι οποίες ενδεχομένως μπορεί να προέρχονται και από φοροδιαφυγή ή μαύρο χρήμα.
Η λίστα Λαγκάρντ περιέχει 2.062 ονόματα Ελλήνων με καταθέσεις στην τράπεζα ΗSBC στη Γενεύη της Ελβετίας, για το χρονικό διάστημα από το Νοέμβριο του 2005 μέχρι και τον Φεβρουάριο του 2007. Η λίστα παραδόθηκε σε στικάκι USB το 2011 στον υπουργό Οικονομικών Γιώργο Παπακωνσταντίνου, από την οποία κατόπιν διαπιστώθηκε, ότι αφαιρέθηκαν τα ονόματα τριών συγγενών του κ. Παπακωνσταντίνου.
Κατόπιν η λίστα «κληροδοτήθηκε» στον διάδοχό του στο ΥΠΟΙΚ, Ευάγγελο Βενιζέλο, ο οποίος την ξέχασε σε ένα συρτάρι και υπήρξε διένεξη μεταξύ των δύο ανδρών, για το ποιος ευθύνεται που ξεχάστηκε η λίστα.
Όμως για την αλλοίωση της λίστας η υπόθεση έφτασε στη δικαιοσύνη, όπου ο πρώην υπουργός Οικονομικών, Γιώργος Παπακωνσταντίνου καταδικάστηκε σε φυλάκιση ενός έτους με αναστολή, με το δικαστήριο να τον κρίνει ένοχο «για νόθευση εγγράφου σε βαθμό πλημμελήματος».
Η λίστα Μπόργιανς περιλαμβάνει στοιχεία για 10.588 Έλληνες με καταθέσεις σε ελβετική Τράπεζα, το συνολικό υπόλοιπο τον οποίων ανέρχεται σε 3,9 δισ. ελβετικά φράγκα για το 2006 και 2,9 δισ. ελβετικά φράγκα για το 2008. Η περιπέτεια της λίστας μέχρι να φτάσει στην Ελλάδα, παραπέμπει σε θρίλερ.
Το φθινόπωρο του 2012, ο τότε υπουργός Οικονομικών της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας, Νόρμπερτ Βάλτερ Μπόργιανς, που είχε αποκτήσει τη λίστα με τους Έλληνες καταθέτες της Ελβετίας, επικοινωνεί με τον πρόξενο του ελληνικού προξενείου του Ντίσελντορφ, Νικόλαο Πλεξούδα και του λέει, "έλα να παραλάβεις τη λίστα".
Όπως αποκαλύπτουν τα επίσημα έγγραφα, ο Πρόξενος, κατόπιν συνεννόησης με την κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου, αρνήθηκε να την παραλάβει!
Τελικά, η λίστα Μπόργιανς παραδόθηκε το 2015 και ξεκίνησε η αξιοποίησή της με τους περιορισμούς που έθεσαν οι αποφάσεις των δικαστηρίων σχετικά με τα έτη παραγραφής, αλλά και με την απώλεια πολύτιμου χρόνου, μέχρι να ληφθούν τα συγκεκριμένα στοιχεία από τις ελληνικές αρχές.
Η λίστα των εμβασμάτων που παρέλαβε το ΥΠΟΙΚ το 2013, περιείχε σε 65 CDs στα οποία περιλαμβάνονται στοιχεία για κινήσεις λογαριασμών 1.300.000 Ελλήνων φορολογουμένων σε τράπεζες του εσωτερικού και του εξωτερικού, κατά την περίοδο από 1-1-2000 έως 8-6-2012. Οι κινήσεις αφορούν συναλλαγές άνω των 300.000 ευρώ ή εμβάσματα προς το εξωτερικό άνω των 100.000 ευρώ, τουλάχιστον σε ένα έτος της συγκεκριμένης περιόδου.
Σε όσες από τις υποθέσεις αυτές υπήρξε εμπλοκή ελληνικής τράπεζας, η υπόθεση παραγράφηκε στην 5ετία, καθώς τα αναφερόμενα στα CDs, δεν αποτελούν «συμπληρωματικά στοιχεία».