Οι μεταφορές εμβασμάτων από τραπεζικό λογαριασμό μεταξύ συγγενών, από γονείς σε παιδιά ή συμβαλλόμενων για αγοραπωλησία, δεν είναι πάντοτε ύποπτες για φοροδιαφυγή ή για ξέπλυμα χρήματος, έκρινε το Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών.
Με την απόφαση αυτή το ΔΠΑ έκρινε τις μεταβολές του ύψους των καταθέσεων, όταν αυτές οφείλονται σε πιστώσεις του τραπεζικού λογαριασμού, από τρίτο πρόσωπο.
Ο έλεγχος των τραπεζικών καταθέσεων αποτελεί ένα ισχυρό όπλο της Εφορίας για την αναζήτηση κρυμμένων εισοδημάτων ή χρημάτων που «ξεπλένονται».
Ο έλεγχος των καταθέσεων διενεργείται σε 24ωρη βάση, μέσα από το Σύστημα Μητρώων Τραπεζικών Λογαριασμών και Λογαριασμών Πληρωμών, το οποίο είναι συνδεμένο με τα αρχεία των τραπεζών ώστε να αναζητούνται και βρίσκονται εύκολα οι τραπεζικοί λογαριασμοί καταθέσεων, τα δάνεια και οι θυρίδες των ελεγχόμενων φυσικών ή νομικών προσώπων.
Τα στοιχεία που αντλούνται από το σύστημα, διασταυρώνονται με εκείνα των φορολογικών δηλώσεων και αν προκύψει ότι οι καταθέσεις είναι δυσανάλογα υψηλές με τα δηλωθέντα εισοδήματα, τότε ο υπόχρεος, καλείται για εξηγήσεις και αν δεν πείσει τις φορολογικές αρχές, του επιβάλλονται εξοντωτικοί φόροι και πρόστιμα.
Οι φόροι και τα πρόστιμα είναι αναδρομικοί, από το έτος που διαπιστώθηκε ότι οι καταθέσεις προέρχονται από αδήλωτα εισοδήματα, με αποτέλεσμα να είναι εξαιρετικά υψηλοί και να υπερβαίνουν το 60% του υπολοίπου των τραπεζικών λογαριασμών, σύμφωνα με τις περιπτώσεις που έχει αποκαλύψει το Σin.
Η νέα απόφαση του δικαστηρίου
Το θέμα των καταθέσεων, έφτασε ξανά στα δικαστήρια και το Διοικητικό Πρωτοδικαίο Αθηνών, με την απόφασή του 3ου Τμήματος, ΔΠΑ 8001/2020, αποφάνθηκε για τις περιπτώσεις που δεν συνιστούν πρωτογενή κατάθεση. Σύμφωνα με το επίμαχο τμήμα της απόφασης:
«Κατά την αρκούντως σαφή και προβλέψιμη έννοια της διάταξης του εδαφίου α’ της παραγράφου 3 του άρθρου 48 του Κ.Φ.Ε., ποσό τραπεζικού λογαριασμού και αντίστοιχου εμβάσματος μπορεί να λογισθεί και να φορολογηθεί ως εισόδημα από ελευθέριο επάγγελμα του δικαιούχου του λογαριασμού, εφόσον δεν καλύπτεται από τα δηλωθέντα εισοδήματά του ούτε από άλλη συγκεκριμένη και αρκούντως τεκμηριωμένη, ενόψει των συνθηκών, πηγή ή αιτία».
Δηλαδή, ένα ποσό που κατατίθεται στον τραπεζικό λογαριασμό του ελεγχόμενου, εάν το ποσό αυτό, δεν περιλαμβάνεται στα δηλωθέντα εισοδήματά του, ούτε αποδεικνύεται ότι προέρχεται από άλλη νόμιμη οδό, τότε το ποσό της κατάθεσης αντιμετωπίζεται ως προϊόν φοροδιαφυγής και φορολογείται αναλόγως, ως εισόδημα από ελευθέριο επάγγελμα.
Κατάθεση από αγοραπωλησία
Η απόφαση κρίνει την περίπτωση κατά την οποία σε μια αγοραπωλησία καταβάλλεται το τίμημα από τον αγοραστή τον πωλητή.
Το ΔΠΑ έκρινε ότι: «Κατάθεση ποσού στον λογαριασμό του ελεγχόμενου από τον αναφερόμενο σε συμβόλαιο αγοραπωλησίας, ως αγοραστή, δύο ημέρες μετά την υπογραφή του, μη νόμιμα θεωρήθηκε ως πρωτογενής κατάθεση, καθώς η προέλευσή του αιτιολογείται».
Κατάθεση από γονείς σε παιδιά
Στις περιπτώσεις που οι γονείς καταθέτουν ποσά στους τραπεζικούς λογαριασμούς των παιδιών τους, θα πρέπει να προσέχουν ιδιαίτερα.
Καθώς δεν υπάρχει καμιά συναλλαγή μεταξύ τους (αγοραπωλησία) σημασία έχει ο χρόνος της μεταφοράς, και αν αυτή φαίνεται στον τραπεζικό λογαριασμό του γονέα.
Σύμφωνα με το διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών, «Κατάθεση ποσού σε λογαριασμό που τηρεί από κοινού ο ελεγχόμενος με τους γονείς του, δεν συνιστά πρωτογενή κατάθεση, εφόσον ο πατέρας του προέβη την ίδια ημέρα σε ανάληψη από ατομικό του λογαριασμό ποσού που ταυτίζεται με το ποσό που κατατέθηκε στον εν λόγω κοινό λογαριασμό και, επομένως, δικαιολογείται λόγω μεταφοράς χρημάτων από άλλο λογαριασμό».
Δηλαδή, το ποσό που φαίνεται ότι κατατέθηκε στον λογαριασμό του Χ και υποστηρίζει ότι προέρχεται από τον πατέρα του, για να μην μπλέξει σε περιπέτειες, θα πρέπει το ίδιο ποσό να φαίνεται στα αποδεικτικά των τραπεζών, ότι «έφυγε» από τον λογαριασμό του πατέρα του, την ίδια μέρα.