Το… όνειρο κάθε τραπεζίτη, για δάνεια χωρίς ρίσκο και με υψηλό επιτόκιο, φαίνεται ότι γίνεται πραγματικότητα μέσω του προγράμματος για την παροχή ρευστότητας στις επιχειρήσεις με κρατικές εγγυήσεις, το οποίο άρχισε να «τρέχει» από την Τετάρτη και ήδη προσελκύει τεράστιο ενδιαφέρον από επιχειρήσεις που «διψούν» για ρευστότητα.
Στην προσπάθειά τους να περιορίσουν τον κίνδυνο των δανείων που θα χορηγηθούν στις επιχειρήσεις, οι τράπεζες οδηγούνται σε υπερβολές: δίπλα στην εγγύηση του κεφαλαίου κατά 80% από το Ταμείο Εγγυοδοσίας της Αναπτυξιακής Τράπεζας, θα ζητήσουν, σε πολλές περιπτώσεις και ανάλογα με τα κριτήρια αξιολόγησης που θέτει κάθε τράπεζα, εγγυήσεις μετρητών, που θα φθάνουν έως και το 40% του κεφαλαίου του δανείου.
Δηλαδή, μια επιχείρηση, προκειμένου να πάρει ένα δάνειο 10.000 ευρώ, για παράδειγμα, θα είναι υποχρεωμένη, εφόσον κρίνει η τράπεζα ότι το δάνειο έχει υψηλό κίνδυνο, να δεσμεύσει ένα ποσό έως και 4.000 ευρώ από τις καταθέσεις της, προκειμένου να είναι απολύτως βέβαιη η τράπεζα ότι εκμηδενίζεται ο κίνδυνος να χάσει έστω και ένα μικρό μέρος από το 20% του κεφαλαίου του δανείου, το οποίο δεν καλύπτεται από την κρατική εγγύηση. Μάλιστα, αυτές οι πρόσθετες εξασφαλίσεις ζητούνται από επιχειρήσεις που αφενός ήταν ενήμερες ως τα τέλη 2019 και έχουν υγιείς οικονομικούς δείκτες, άρα είναι μικρές οι πιθανότητες να αθετήσουν τις υποχρεώσεις τους.
Θα περίμενε κανείς ότι με τέτοια… σιδηρόφρακτη θωράκιση της τράπεζας και με δεδομένο ότι οι τράπεζες δανείζονται πλέον με αρνητικό επιτόκιο από τα προγράμματα μακροπρόθεσμης χρηματοδότησης της ΕΚΤ, τουλάχιστον θα διαμορφώνονταν σε χαμηλό επίπεδο τα επιτόκια δανεισμού. Ούτε αυτό ισχύει, όμως, καθώς η έκπτωση που κάνουν οι τράπεζες σε σχέση με τα μέσα επιτόκια των επιχειρηματικών δανείων δεν είναι μεγάλη και πάντως τα επιτόκια θα είναι αρκετά υψηλότερα από το μέσο όρος της ευρωζώνης, όπου διαμορφώνονται γύρω στο 2%.
Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί ότι το πρόγραμμα της Αναπτυξιακής Τράπεζας είναι αυτή την περίοδο ουσιαστικά η μοναδική επιλογή που έχουν οι επιχειρήσεις για να αντλήσουν ρευστότητα γρήγορα και με σχετικά καλούς όρους. Ακόμη και κορυφαίες επιχειρήσεις, όπως η Aegean, δηλώνουν ότι θα ζητήσουν δάνεια με εγγύηση του Δημοσίου. Οι ίδιες οι τράπεζες στρέφουν τους πελάτες τους στο πρόγραμμα αυτό, καθώς στόχος είναι η προβλεπόμενη φέτος αύξηση των δανείων κατά 15 – 16 δισ. ευρώ να γίνει με το μικρότερο δυνατό κίνδυνο, ώστε να μη δημιουργηθεί νέα γενιά προβληματικών δανείων.
Από την πλευρά των τραπεζών ακούγονται ανεπίσημα διάφορα επιχειρήματα για να δικαιολογηθεί η πολιτική της διπλής κάλυψης του κινδύνου:
- Λέγεται, για παράδειγμα, ότι ακόμη και για τα δάνεια με κρατική εγγύηση οι ίδιες οι τράπεζες θα καλύψουν το διαχειριστικό κόστος του «κυνηγιού» μιας επιχείρησης που καθυστερεί, αφού για να ενεργοποιηθεί η εγγύηση πρέπει πρώτα να εξαντληθούν οι εισπρακτικές δυνατότητες από την πλευρά της τράπεζας. Αυτό το επιχείρημα δεν είναι αβάσιμο, όμως δεν λαμβάνει υπόψη ότι το αρκετά υψηλό επιτόκιο των δανείων καλύπτει τέτοια κόστη.
- Ένα άλλο επιχείρημα λέει ότι ο μηχανισμός για την πληρωμή καθυστερούμενων δανείων από το Δημόσιο, μέσω της κατάπτωσης εγγυήσεων, ιστορικά έχει διαπιστωθεί ότι παρουσιάζει σοβαρά προβλήματα και καθυστερήσεις, που επιβαρύνουν τις τράπεζες-σήμερα, εκκρεμούν πληρωμές πολλών δισεκατομμυρίων από το Δημόσιο, λόγω καταπτώσεων εγγυήσεων. Όμως, υπάρχουν δύο νέα στοιχεία στο πρόγραμμα που υλοποιείται από την Αναπτυξιακή Τράπεζα, τα οποία αποδυναμώνουν αυτό το επιχείρημα: το 1 δισ. ευρώ των κρατικών εγγυήσεων (άλλο 1 δισ. ευρώ θα αξιοποιηθεί στη συνέχεια, ώστε συνολικά με 2 δισ. εγγυήσεις να χορηγηθούν δάνεια 7 δισ.) δεν βγαίνει από τον κρατικό προϋπολογισμό αλλά από το ΕΣΠΑ, κάτι που σημαίνει ότι δεν θα υπάρχει μεγάλη δυστοκία στις εκταμιεύσεις, λόγω περιορισμένων πόρων του προϋπολογισμού. Επιπλέον, η διαχείριση των εγγυήσεων δεν θα περάσει από τα γραφειοκρατικά γρανάζια του κράτους, αλλά από ειδικό (και ευέλικτο, υποτίθεται) μηχανισμό, δηλαδή από το Ταμείο Εγγυοδοσίας της Αναπτυξιακής Τράπεζας.
- Ένα επιχείρημα αναφέρει ότι, στην πραγματικότητα, οι εγγυήσεις είναι μικρότερες από όσο φαίνεται. Μπορεί κάθε δάνειο ξεχωριστά να έχει εγγύηση για το 80% του κεφαλαίου, αλλά στο σύνολο των δανείων που θα χορηγηθούν με αυτό το πρόγραμμα η κάλυψη δεν μπορεί να είναι υψηλότερη από 40%. Ούτε αυτό το επιχείρημα αντέχει σε σοβαρή κριτική, αφού το όριο του 40% είναι τόσο υψηλό, που είναι αδιανόητο να ξεπερασθεί. Πρακτικά είναι αδύνατο δάνεια που χορηγούνται σε επιχειρήσεις ενήμερες ως το τέλος του 2019 και με καλά οικονομικά στοιχεία να φθάσουν σε ποσοστό 40% να γίνουν καθυστερούμενα, εκτός αν σημειωθεί μια πραγματική καταστροφή στην οικονομία. Συνεπώς, το πιθανότερο, αν όχι βέβαιο σενάριο, λέει ότι οι καθυστερήσεις θα είναι πολύ κάτω από το 40% των δανείων, άρα όσα περάσουν σε καθυστέρηση θα καλύπτονται από την εγγύηση κατά 80%.