Να δημιουργηθεί ένας κεντρικός κόμβος δεδομένων για το ξέπλυμα χρήματος, στον πλαίσιο της νέας Ευρωπαϊκής Αρχής για το ξέπλυμα (AMLA), η οποία θα τεθεί σε λειτουργία από το 2024 και θα θέσει υπό την ομπρέλα της όλες τις εθνικές αρχές, προτείνει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Σε άρθρο του για το θέμα, το μέλος του εποπτικού συμβουλίου της ΕΚΤ, Έντουαρντ Φερνάντες - Μπόλιο, τονίζει ότι η νέα Αρχή για το ξέπλυμα δεν πρέπει απλώς να προσθέσει ένα επιπλέον στρώμα στους υπάρχοντες εποπτικούς μηχανισμούς για το ξέπλυμα και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, αλλά, αντίθετα, να παίξει ένα κεντρικό ρόλο στη συνεργασία και τη διευκόλυνση της ροής πληροφοριών ανάμεσα σε όλες τις ρυθμιστικές και εποπτικές αρχές που εμπλέκονται στην καταπολέμηση του ξεπλύματος.
Ειδικότερα, όπως τονίζει, πρέπει να διασφαλίζει η AMLA την αποτελεσματική συνεργασία και ανταλλαγή πληροφοριών ανάμεσα σε όλους τους εποπτικούς θεσμούς και τις αρχές που δεν είναι ταγμένες να καταπολεμούν το ξέπλυμα, όπως είναι η ΕΚΤ, που όμως έχει έμμεση εμπλοκή στην εποπτεία των τραπεζών για θέματα καταπολέμησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες.
Όπως τονίζει το μέλος του Εποπτικού Συμβουλίου της ΕΚΤ, θα πρέπει να γίνεται αποτελεσματική χρήση όλων των υφιστάμενων καναλιών συνεργασίας μεταξύ των αρχών. Η βάση δεδομένων που θα δημιουργηθεί στην AMLA, επισημαίνει, πρέπει να αποτελέσει ένα κεντρικό κόμβο δεδομένων, σχεδιασμένο για να διευκολύνει την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρχών, στους οποίους θα πρέπει να περιλαμβάνονται και οι εποπτικές αρχές για τις τράπεζες, δηλαδή η ίδια η ΕΚΤ, που έχει πλέον αναλάβει κεντρικά την εποπτεία των συστημικών τραπεζών.
Υπενθυμίζεται ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε το καλοκαίρι μια φιλόδοξη δέσμη νομοθετικών προτάσεων με στόχο την ενίσχυση των κανόνων της ΕΕ για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας (ΚΞΧ/ΧΤ).
Η δέσμη περιλαμβάνει επίσης την πρόταση για τη δημιουργία νέας ενωσιακής αρχής για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και εγγράφεται στο πλαίσιο της δέσμευσης που έχει αναλάβει η Επιτροπή να προστατεύει τους πολίτες και το χρηματοπιστωτικό σύστημα της ΕΕ από τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και από τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας.
Στόχος της δέσμης είναι να βελτιωθεί η ανίχνευση ύποπτων συναλλαγών και δραστηριοτήτων και να καλυφθούν τα κενά που χρησιμοποιούν οι εγκληματίες για να νομιμοποιούν παράνομα έσοδα ή να χρηματοδοτούν τρομοκρατικές δραστηριότητες μέσω του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Όπως υπενθυμίζεται στη στρατηγική της ΕΕ για την Ένωση Ασφάλειας για την περίοδο 2020-2025, η ενίσχυση του ενωσιακού πλαισίου καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας θα συμβάλει και στην προστασία των Ευρωπαίων από την τρομοκρατία και το οργανωμένο έγκλημα.
Τα μέτρα που προτάθηκαν ενισχύουν σε μεγάλο βαθμό το υφιστάμενο πλαίσιο της ΕΕ, δεδομένου ότι λαμβάνονται υπόψη νέες και αναδυόμενες προκλήσεις που συνδέονται με την τεχνολογική καινοτομία. Σε αυτές περιλαμβάνονται τα εικονικά νομίσματα, η αυξημένη ολοκλήρωση των χρηματοοικονομικών ροών στην ενιαία αγορά και ο παγκόσμιος χαρακτήρας των τρομοκρατικών οργανώσεων. Οι προτάσεις αυτές θα συμβάλουν στη δημιουργία ενός πολύ πιο συνεκτικού πλαισίου, το οποίο θα διευκολύνει τη συμμόρφωση των φορέων που υπόκεινται στους κανόνες ΚΞΧ/ΧΤ, ιδίως εκείνων που έχουν διασυνοριακή δραστηριότητα.
Στο επίκεντρο των νομοθετικών προτάσεων βρίσκεται η δημιουργία μιας νέας αρχής που θα μεταμορφώσει την εποπτεία ΚΞΧ/ΧΤ στην ΕΕ και θα ενισχύσει τη συνεργασία μεταξύ των μονάδων χρηματοοικονομικών πληροφοριών (ΜΧΠ). Η νέα ενωσιακή αρχή για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες θα είναι η κεντρική αρχή που θα συντονίζει τις εθνικές αρχές ώστε να εξασφαλίζεται ότι ο ιδιωτικός τομέας εφαρμόζει ορθά και με συνέπεια τους κανόνες της ΕΕ. Η αρχή θα στηρίζει επίσης τις προσπάθειες των ΜΧΠ για τη βελτίωση της αναλυτικής τους ικανότητας σχετικά με τις παράνομες ροές και για την ανάδειξη των χρηματοοικονομικών πληροφοριών σε βασικές πληροφορίες για τις υπηρεσίες επιβολής του νόμου.
Ειδικότερα, η αρχή:
- θα θεσπίσει ενιαίο ολοκληρωμένο σύστημα εποπτείας ΚΞΧ/ΧΤ σε ολόκληρη την ΕΕ που θα βασίζεται σε κοινές εποπτικές μεθόδους και στη σύγκλιση υψηλών εποπτικών προτύπων·
- θα εποπτεύει άμεσα ορισμένα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που παρουσιάζουν τον υψηλότερο κίνδυνο και δραστηριοποιούνται σε μεγάλο αριθμό κρατών μελών ή χρήζουν άμεσης παρέμβασης για την αντιμετώπιση επικείμενων κινδύνων·
- θα παρακολουθεί και θα συντονίζει τις εθνικές εποπτικές αρχές που είναι αρμόδιες για άλλες χρηματοπιστωτικές οντότητες και θα συντονίζει τις εποπτικές αρχές μη χρηματοπιστωτικών οντοτήτων·
- θα στηρίζει τη συνεργασία μεταξύ των εθνικών μονάδων χρηματοοικονομικών πληροφοριών και θα διευκολύνει τον συντονισμό και τις κοινές αναλύσεις μεταξύ τους με στόχο την καλύτερη ανίχνευση παράνομων χρηματοοικονομικών ροών διασυνοριακού χαρακτήρα.
Η «κίτρινη κάρτα» στην Ελλάδα
Σημειώνεται ότι η Ελλάδα βρίσκεται σε καθεστώς παρακολούθησης από τις ευρωπαϊκές αρχές για πλημμελή εφαρμογή των κανόνων για την αντιμετώπιση του ξεπλύματος και έχει δει... κίτρινη κάρτα, ενώ αναμένεται να δώσει εξηγήσεις στην Κομισιόν, καθώς το Συμβούλιο της Ευρώπης διαπίστωσε σοβαρές ελλείψεις σε σχέση με την εφαρμογή και την αποτελεσματικότητα του πλαισίου για το ξέπλυμα χρήματος στην Ελλάδα και αδυναμίες σε συγκεκριμένους τομείς και φορείς, όπως η Αρχή για το Ξέπλυμα, η Τράπεζα της Ελλάδος, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, η ΑΑΔΕ, η ΕΛΤΕ, κ.α.
Μεταξύ άλλων, σύμφωνα με το newsbomb.gr, διαπιστώθηκε πως δικηγόροι, λογιστές και κτηματομεσίτες δεν ελέγχουν επαρκώς τους πελάτες τους για ξέπλυμα χρήματος, ότι δεν υπάρχει επαρκής έλεγχος στα πολιτικά εκτεθειμένα πρόσωπα, ότι το μητρώο πραγματικών δικαιούχων δεν είναι λειτουργικό και δεν χρηματοδοτείται επαρκώς, πως η Αρχή για την Καταπολέμηση της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες δεν είναι επαρκώς στελεχωμένη και δεν είναι αυτονομημένη, ότι η Τράπεζα της Ελλάδος δεν ασκεί επαρκώς την εποπτεία της και ότι δικηγόροι και συμβολαιογράφοι δεν φαίνεται να εποπτεύονται. Ακόμη, διαπιστώθηκε ότι η ΤτΕ και η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δεν επιβάλουν επαρκείς και αποτρεπτικές κυρώσεις.