Με τίμημα λίγων εκατομμυρίων ευρώ, ίσως λιγότερων και από 10 εκατ. (!), φαίνεται ότι θα πουληθούν τα περιουσιακά στοιχεία της ΛΑΡΚΟ, που υπήρξε μέχρι πρόσφατα η μεγαλύτερη βιομηχανία σιδηρονικελίου της Ευρώπης. Θα είναι η κατάληξη μιας διαδικασίας ιδιωτικοποίησης με δύο παράλληλους διαγωνισμούς, η οποία αντανακλά την πλήρη απαξίωση της βιομηχανίας που ίδρυσε ο Μποδοσάκης και έμεινε για τέσσερις δεκαετίες υπό τον έλεγχο του κράτους, αφού κατέστη προβληματική.
Το καλό νέο, πάντως, από τους δύο παράλληλους διαγωνισμούς, που «τρέχουν» το ΤΑΙΠΕΔ και ο ειδικός διαχειριστής της ΛΑΡΚΟ είναι ότι κατατέθηκαν προσφορές από δύο διεκδικητές για το εργοστάσιο της Λάρυμνας και μία για τα μεταλλεία. Αυτό σημαίνει ότι αποκλείεται, πλέον, το χειρότερο ενδεχόμενο, δηλαδή να κηρυχθούν άγονοι οι δύο διαγωνισμοί και η ΛΑΡΚΟ να οδεύσει σε πτώχευση με τμηματική εκποίηση των στοιχείων του ενεργητικού της.
Οι διεκδικητές του ενεργητικού της ΛΑΡΚΟ είναι δύο:
- Η κοινοπραξία του ελληνικού κατασκευαστικού ομίλου ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ και της εδρεύουσας στο Λιχτενστάιν AD Holdings, η οποία εκπροσωπεί και ελληνικά συμφέροντα. Η κοινοπραξία κατέθεσε προσφορές και στους δύο διαγωνισμούς, για το εργοστάσιο και τα μεταλλευτικά δικαιώματα. Πληροφορίες αναφέρουν ότι το τίμημα που προσφέρει συνολικά είναι περίπου 10 εκατ. ευρώ.
- Η ιρλανδική Commodity & Mining Insight (CMI) έχει προσφέρει τίμημα που δεν ξεπερνά τα 2 εκατ. ευρώ μόνο στον διαγωνισμό για τα μεταλλευτικά δικαιώματα.
Με αυτά τα δεδομένα, η «μάχη» της διεκδίκησης δεν έχει κριθεί. Η προσφορά της CMI για τα μεταλλευτικά δικαιώματα είναι, κατά πληροφορίες, υψηλότερη από αυτήν της κοινοπραξίας της ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ.
Αυτό σημαίνει ότι ανοίγει ο δρόμος για νέο γύρο προσφορών, στον οποίο και η ιρλανδική εταιρεία θα έχει δυνατότητα να καταθέσει προσφορά για το εργοστάσιο, αλλά και η κοινοπραξία της ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ να βελτιώσει τη δική της προσφορά για τα μεταλλευτικά δικαιώματα.
Επενδυτικά ρίσκα, επενδύεις και βιωσιμότητα
Τελικός στόχος αυτής της διαδικασίας, που θα ανεβάσει - όχι κατά πολύ - το συνολικό τίμημα, είναι να βρεθεί ένας αγοραστής που θα έχει τον πλήρη έλεγχο εργοστασίου και μεταλλευτικών δικαιωμάτων, ώστε να είναι αυξημένες οι πιθανότητες να λειτουργήσει εκ νέου η ΛΑΡΚΟ με προοπτική βιωσιμότητας.
Οι πολύ χαμηλές προσφορές των ενδιαφερόμενων αντανακλούν, βεβαίως, τα τεράστια κόστη που θα πρέπει να αναλάβουν για τις επενδύσεις ανασυγκρότησης της βιομηχανίας και των μεταλλευτικών της δραστηριοτήτων, Μόνο ο εκσυγχρονισμός της πυρομεταλλουργικής μονάδας της Λάρυμνας, σε συνδυασμό με τη σταδιακή προσαρμογή της στις απαιτήσεις της περιβαλλοντικής νομοθεσίας, εκτιμάται ότι θα απαιτήσει επενδύσεις αρκετών εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ.
Αντανακλούν, επίσης, το μεγάλο ρίσκο που θα αναλάβει ο αγοραστής, καθώς η διεθνής συγκυρία είναι η αρκετά δυσμενής για τη μοναδική βιομηχανική δραστηριότητα στο σιδηρονικέλιο στον χώρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι υψηλές τιμές της ενέργειας «γονατίζουν» τη βαριά βιομηχανία της Ευρώπης και θα αποτελέσουν μείζον πρόβλημα και για τη «νέα» ΛΑΡΚΟ, ενώ σε πολύ δύσκολη θέση βρίσκονται οι πελάτες της, δηλαδή οι βιομηχανίες παραγωγής ανοξείδωτου χάλυβα που απορροφούν το σιδηρονικέλιο.
Ωστόσο, υπάρχει και μια ελπιδοφόρα προοπτική για την ελληνική βιομηχανία σιδηρονικελίου, υπό την προϋπόθεση ότι θα γίνουν οι απαιτούμενες επενδύσεις σε νέα μέθοδο παραγωγής, την υδρομεταλλουργία, δηλαδή τη χημική κατεργασία του μεταλλεύματος. Με αυτή τη μέθοδο, τα φτωχά σε περιεκτικότητα νικελίου κοιτάσματα λατερίτη της Ελλάδας μπορούν να κάνουν ένα... μικρό θαύμα: να παραχθεί καθαρό νικέλιο και κοβάλτιο για τις μπαταρίες των ηλεκτρικών αυτοκινήτων, που θα έχουν μεγάλη και αυξανόμενη ζήτηση τις επόμενες δεκαετίες.
Αν γίνει πραγματικότητα αυτή η «μεταμόρφωση» της ΛΑΡΚΟ, τα κέρδη από το νικέλιο για μπαταρίες θα είναι αρκετά όχι μόνο για να συντηρήσουν την χαμηλής αποδοτικότητας δραστηριότητα της πυρομεταλλουργίας για την παραγωγή σιδηρονικελίου, αλλά και να μετατρέψουν τη «νέα» ΛΑΡΚΟ σε κερδοφόρο συγκρότημα μεγάλης αξίας, που σε τίποτα δεν θα θυμίζει την προβληματική μονάδα που πωλείται σήμερα για... μια χούφτα ευρώ, όπως εκτιμούν στελέχη του κλάδου.