Η άνοδος των τιμών στην Ιαπωνία έφθασε σε επίπεδο άνευ προηγουμένου από το 1982, με φόντο την υποχώρηση της συναλλαγματικής ισοτιμίας του γεν έναντι του δολαρίου ΗΠΑ, που ακριβαίνει τις εισαγωγές, και την ανάφλεξη των τιμών της ενέργειας.
Ο πληθωρισμός στην Ιαπωνία ήταν 3,6% τον Οκτώβριο σε ετήσια βάση (εξαιρουμένων των φρέσκων προϊόντων), δείχνουν δεδομένα που δημοσιοποιήθηκαν σήμερα, οριακά πάνω από το επίπεδο το οποίο ανέμεναν οικονομολόγοι που συμμετείχαν σε έρευνα του πρακτορείου ειδήσεων Bloomberg (3,5%). Βρισκόταν στο 3% τον Σεπτέμβριο.
Αν εξαιρεθεί από τον δείκτη η ενέργεια, ο πληθωρισμός ήταν αισθητά χαμηλότερος (2,5%), αν αυξήθηκε από τον Σεπτέμβριο, λόγω της αύξησης των τιμών άλλων προϊόντων, πρωτίστως των τροφίμων.
Ο πληθωρισμός στην Ιαπωνία ξεπερνά από τον Απρίλιο τον στόχο που ορίζει η κεντρική τράπεζα (2% εξαιρουμένων των φρέσκων προϊόντων), όμως αυτός ο «πληθωρισμός κόστους», εξαιτίας των τιμών της ενέργειας και των τροφίμων, δεν ωθεί τον θεσμό να συμπεράνει πως συντρέχουν οι συνθήκες για ανακρούσει πρύμνα, να εφαρμόσει πιο σφικτή νομισματική πολιτική.
Το μεγεθυνόμενο χάσμα ανάμεσα στη νομισματική πολιτική της Τράπεζας της Ιαπωνίας και αυτή που ασκείται σε άλλες ανεπτυγμένες οικονομίες, ειδικά στις ΗΠΑ, οδήγησε στην πτώση του γεν έναντι του δολαρίου, ακριβαίνοντας το κόστος των εισαγωγών.
Το ιαπωνικό εμπορικό έλλειμμα βάρυνε το ΑΕΠ το τρίτο τρίμηνο: υποχώρησε 0,3% σε σύγκριση με το αμέσως προηγούμενο, σύμφωνα με προκαταρκτικά δεδομένα που δόθηκαν στη δημοσιότητα την Τρίτη.
Ωστόσο με την πρόσφατη ανάκαμψη του γεν και την τάση πτώσης των τιμών της ενέργειας σε παγκόσμια κλίμακα, το εμπορικό έλλειμμα της Ιαπωνίας αναμένεται να μειωθεί από το τέταρτο τρίμηνο, σύμφωνα με ορισμένους οικονομολόγους.
Ο πληθωρισμός αναμένεται εξάλλου να υποχωρήσει από τις αρχές του 2023, αφού τεθεί σε εφαρμογή τον Ιανουάριο πακέτο μέτρων της κυβέρνησης του πρωθυπουργού Φουμίο Κισίντα για να μειωθούν οι λογαριασμοί ενέργειας των Ιαπώνων.
Στα τέλη Οκτωβρίου, η ΤτΙ αναθεώρησε την πρόβλεψή της για τον πληθωρισμό στο 2,9% για το οικονομικό έτος 2022/2023, που θα ολοκληρωθεί τον Μάρτιο (1,8% αν αφαιρεθούν φρέσκα προϊόντα και ενέργεια), αλλά προβλέπει πως θα μειωθεί στο 1,6% το 2023/2024 και θα παραμείνει σε αυτό το επίπεδο το 2024/2025.