«Δεν επιδιώχθηκε, ούτε υπεγράφη κάποια συμφωνία μεταξύ του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος Ιερωνύμου και του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα», αναφέρει η ανακοίνωση της Ιεράς Συνόδου, επισημαίνοντας όμως πως υπάρχει «η αμοιβαία πρόθεση προκειμένου Εκκλησία και Πολιτεία να καταλήξουν σε μία ιστορική συμφωνία που θα πάρει μορφή νομοθετικής ρύθμισης».
Ειδικότερα, η Διαρκής Ιερά Συνονδος αναφέρει πως για εν λόγω θέμα και για τις σχετικές προτάσεις πρόκειται να συγκληθεί ως αρμόδιο Σώμα η Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος, προκειμένου να λάβει τις τελικές αποφάσεις.
Παράλληλα, τονίζει στην ανακοίνωση πως «δεν επιδιώχθηκε, ούτε υπεγράφη κάποια συμφωνία μεταξύ του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος Ιερωνύμου και του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα».
Εν συνεχεία, υπογραμμίζεται πως υπάρχει «η αμοιβαία πρόθεση προκειμένου Εκκλησία και Πολιτεία να καταλήξουν σε μία ιστορική συμφωνία που θα πάρει μορφή νομοθετικής ρύθμισης».
«Σε κάθε περίπτωση, σκοπός της τελικής συμφωνίας είναι το κοινό όφελος του λαού και της Εκκλησίας, με βασική προϋπόθεση την προστασία και πλήρη διασφάλιση των δικαιωμάτων των κληρικών μας», δηλώνει η Ιερά Σύνοδος, συμπληρώνοντας πως «πλέον ομολογείται από τον Έλληνα Πρωθυπουργό ότι:
- Αναγνωρίζεται η προσφορά και ο ιστορικός ρόλος της Εκκλησίας στη γέννηση και διαμόρφωση της ταυτότητας του ελληνικού κράτους και του λαού',
- Στόχος είναι να ενισχυθεί η αυτονομία της Ελλαδικής Εκκλησίας έναντι του ελληνικού κράτους',
- Αναγνωρίζεται ότι το ελληνικό Δημόσιο ανέλαβε την μισθοδοσία του Κλήρου, ως αντάλλαγμα για την εκκλησιαστική περιουσία που απέκτησε',
- Η αποκαθήλωση των ιστορικών συμβόλων, του Σταυρού από την Ελληνική σημαία και από τα εθνικά μας σύμβολα αποτελούν αστεία κωμικοτραγικά πράγματα' και
- Η ύπαρξη της πίστης στην Ελλάδα είναι ένα fact (γεγονός) που δεν μπορεί να παραγραφεί».
Κλείνοντας, αναφέρει στην ανακοίνωση ότι αναμένει από όλον τον πολιτικό κόσμο «να συμβάλει καλοπροαίρετα στην προσπάθεια αμοιβαίας κατανόησης και σεβασμού στην παράδοσή μας, ώστε όλοι ενωμένοι να εργαστούμε για το καλό του ελληνικού λαού», ενώ εκφράζει την ελπίδα ότι «αυτό το πνεύμα θα επικρατήσει και κατά την επικείμενη διαδικασία αναθεώρησης του Συντάγματος».