Ιστορίες αλλοτινών εποχών, σε διαφορετικές εκδοχές για κάθε γούστο, μας φέρνουν οι ταινίες που ξεκινούν να προβάλλονται από σήμερα στις κινηματογραφικές αίθουσες.
Το χειροποίητο κινούμενων σχεδίων φιλμ, ένα σωστό κομψοτέχνημα, του Οσελό, «Η Dilili στο Παρίσι» που μας ταξιδεύει στην «μπελ επόκ», το ιστορικό δράμα της Τζόσι Ρουρκ, «Μαίρη, η Βασίλισσα της Σκωτίας», το βιογραφικό «Χοντρός και Λιγνός» του Τζον Σ. Μπερντ, η αληθινή ιστορία, ένα σκληρό κοινωνικό δράμα από την Τσεχία «Εγώ, η Όλγα» και το ντοκιμαντέρ «Χίτλερ εναντίον Πικάσο και των Άλλων», του Κλάουντιο Πόλι, ξεχωρίζουν αυτή την κινηματογραφική εβδομάδα. Επίσης, προβάλλονται το ενδιαφέρον ισλανδικό οικολογικό δράμα «Γυναίκα σε Πόλεμο», το αδιάφορο ψυχαγωγικό θρίλερ «Το νησί της Αποπλάνησης» και το «Πιστό αντίγραφο» του Κιάνου Ριβς.
«Μαίρη, η Βασίλισσα της Σκωτίας» («Mary, Queen of Scots»)
Ιστορική δραματική ταινία, αμερικανικής-βρετανικής παραγωγής του 2018, σε σκηνοθεσία Τζόσι Ρουρκ, με τους Σίρσα Ρόναν, Μαργκότ Ρόμπι, Τζακ Λόουντεν, Τζον Άλγουιν, Τζέμα Τσαν, Ισμαήλ Κόρντοβα, Μπρένταν Κόιλ, Μάρτιν Κόμπστον κα.
Η γνωστή και πολυγυρισμένη στον κινηματογράφο, μέχρι υπερβολής, ιστορία της Μαίρη Στιούαρτ, αυτή τη φορά δεν είναι γεμάτη με ηρωισμούς και εντυπωσιακές μάχες, λαμπερά πρόσωπα, όπως της Κάθριν Χέπμπορν στην ταινία του 1936, θεαματικούς βασιλικούς χορούς και βαρύτιμα κοστούμια, αλλά επικεντρωμένη στην τρέλα της εξουσίας, τις συνωμοσίες, τις προδοσίες, αλλά και τη μοναξιά, κυρίως τη συναισθηματική, που πλήττει τις δύο ηρωίδες της ταινίας, τη Μαίρη Στιούαρτ και τη βασίλισσα Ελισάβετ Α'.
Η σκηνοθέτις της ταινίας, Τζόσι Ρουρκ δίνει με την ταινία της νέα ιστορικά στοιχεία, αλλά κυρίως αναπτύσσει το στόρι της πάνω σε δυο βασικά επίπεδα. Σε εκείνο της πολιτικής, της τρέλας της εξουσίας, στην οποία βουτούν με το κεφάλι μέσα και οι δύο ηρωίδες της, με την έντονη παρότρυνση των αντρών συμβούλων τους, αλλά και σε αυτό το ψυχολογικό και συναισθηματικό κομμάτι.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ η Βασίλισσα Ελισάβετ, που είναι στείρα και ανέραστη, δείχνει πιο συναισθηματικά ευάλωτη, πιο ανθρώπινη, παρά τη μάσκα ενός απρόσωπου κτήνους που αναγκάζεται να «φορά» για να ανταπεξέλθει του ιστορικού της ρόλου, εν αντιθέσει με την «ερωτική» Μαίρη Στιούαρτ που θα πουλούσε και την ψυχή της στο διάβολο για να πάρει το στέμμα από την πρώτη ξαδέλφη της.
Σίγουρα μια ταινία που θα κρατήσει το ενδιαφέρον του θεατή, αλλά και θα του προξενήσει σκέψεις ίσως και την αγανάκτηση για το ποιοι κυβερνούν αυτό τον κόσμο και πόσο μακριά βρίσκονται από την πραγματικότητα, ίσως και από την αληθινή ζωή.
Καλές ερμηνείες από την Σίρσα Ρόναν, στο ρόλο της Μαίρης Στιούαρτ και της Μαργκότ Ρόμπι, στο ρόλο της Ελισάβετ Α', ενώ οι υπόλοιποι ρόλοι κοντά στο μέσο επίπεδο της βρετανικής σχολής, χωρίς όμως και κάτι ιδιαίτερο.
Η νεαρή Μαίρη, στην ηλικία των 15 ετών, παντρεύτηκε για να κληρονομήσει τον θρόνο της καθολικής Γαλλίας. Στα 18 της όμως έμεινε χήρα και αψήφησε τις πιέσεις να ξαναπαντρευτεί. Αντ' αυτού, επέστρεψε στη μητρική της Σκωτία για να διεκδικήσει τον θρόνο που της ανήκε δικαιωματικά. Στο μεταξύ, η Σκωτία και η Αγγλία βρίσκονται κάτω από την εξουσία της επιβλητικής Ελισάβετ Ι. Οι προτεστάντες έχουν ξανά τον έλεγχο και ο ετεροθαλής αδελφός της Μαίρης κινεί τα νήματα ερήμην της. Οι δυνάμεις εξουσίας στη Σκωτία θεωρούν ότι μια γυναίκα στον θρόνο είναι μια πράξη ενάντια στη φύση και το θέλημα του Θεού.
«Χοντρός & Λιγνός» («Stan & Ollie»)
Βιογραφική ταινία, αμερικανικής, καναδικής και αμερικανικής παραγωγής του 2019, σε σκηνοθεσία Τζον Σ. Μπερντ, με τους Στιβ Κούγκαν, Τζον Σ. Ράιλι, Νίνα Αριάντα, Σέρλεϊ Χέντερσον, Ντάνι Χιούστον κα.
Ζεστή, γλυκιά, τρυφερή αλλά και μελαγχολική ματιά πάνω στο θρυλικό και τεράστιας απήχησης κινηματογραφικό ντουέτο, των κωμικών Σταν Λόρελ και Όλιβερ Χάρντι, που για περίπου 25 χρόνια με τις ταινίες τους (από την εποχή του βωβού μέχρι το 1950) χάρισαν χιλιάδες ώρες γέλιου, ενώ ακόμη και σήμερα διασκεδάζουν εκατομμύρια παιδιά και μεγάλους. Ναι, μιλάμε για τον «Χοντρό και Λιγνό», που λατρέψαμε και λατρεύουμε. Η ταινία φόρος τιμής του Τζον Σ. Μπερντ συμπυκνώνει τις τρεις περιοδείες τους, που έκαναν, αφού έχουν πλέον ξεπέσει, κάτι που τους έχει πλήξει ψυχολογικά και υπαρξιακά, βασιζόμενος στο βιβλίο του Α. Τζ. Μάριοτ «Laurel and Hardy: The US Tours».
Αυτή η μελαγχολική διάσταση της ταινίας, δίνει τον τόνο, δεν προκαλεί και πολλά χαμόγελα, τα οποία δεν έρχονται ιδιαίτερα ούτε στις διασκεδαστικές στιγμές της, παρά ελάχιστες φορές και τι παράξενο το μεγαλύτερο γέλιο βγάζουν οι βιτριολικές σύζυγοι των δυο κωμικών. Επίσης, ο σκηνοθέτης, για να δώσει έμφαση στο αδιέξοδο στο οποίο έχει περιέλθει το κωμικό ντουέτο, επαναλαμβάνει συνεχώς περίπου ίδιες σκηνές, κάτι που γίνεται κουραστικό.
Οι δυο πρωταγωνιστές μπαίνουν για τα καλά στα κοστούμια των Σταν Λόρεν και Όλιβερ Χάρντι, καθώς ο Στιβ Κούγκαν (λιγνός) κάνει μια μετρημένη ερμηνεία, ενώ ο Τζον Ράιλι, αποδεικνύει ότι δεν είναι τυχαία η ανάδειξή του σε ηθοποιό πρώτης κατηγορίας. Αριάντε και Χέντερσον εξαιρετικές, μάλλον κλέβουν και την παράσταση.
Με τη χρυσή εποχή τους ως βασιλιάδες της κωμωδίας στο Χόλυγουντ να ανήκει στο παρελθόν, οι εμβληματικοί Σταν και Όλι περιοδεύουν στη Μεγάλη Βρετανία σε μία απεγνωσμένη απόπειρα να δώσουν νέα πνοή στην καριέρα τους. Μετά από μία συγκρατημένη αρχή, αυτή η κωμική δύναμη της φύσης συγκεντρώνει ορδές θαυμαστών, καινούριων και παλιών, που γοητεύονται από τις ξεκαρδιστικές ερμηνείες των δύο θρύλων. Ωστόσο, καθώς η περιοδεία πλησιάζει στο μεγάλο φινάλε, το δίδυμο αντιμετωπίζει απειλητικά φαντάσματα του κοινού παρελθόντος. Οι δύο άντρες, που νιώθουν ότι το κύκνειο άσμα πλησιάζει, έχουν την ευκαιρία να ανακαλύψουν ξανά πόση αγάπη τρέφει ο ένας για τον άλλον.
«H Dilili στο Παρίσι» («Dilili à Paris»)
Ταινία κινουμένων σχεδίων, γαλλικής, γερμανικής, βελγικής παραγωγής του 2018, σε σκηνοθεσία Μισέλ Οσελό.
Χειροποίητο, τρισχαριτωμένο, πραγματικά αξιολάτρευτο, με σαφείς αναφορές στη γυναικεία χειραφέτηση, ένα μικρό διαμάντι για μικρούς και μεγάλους, είναι αυτό το φιλμ κινουμένων σχεδίων, που φέρει την υπογραφή του Μισέλ Οσελό («Κιρικού»). Μια ταινία που μας μεταφέρει στο Παρίσι της «μπελ επόκ» και μέσα από τις περιπέτειες της μικρής Ντιλιλί, με απαγωγές κοριτσιών από μία ρατσιστική μισογυνική οργάνωση, μυστήρια, θαρραλέους μικρούς ήρωες και μαγικές εικόνες, ζωντανεύουν ορισμένες από τις πλέον φημισμένες προσωπικότητες της εποχής. Ένα κομψοτέχνημα υψηλής αισθητικής που μας μεταφέρει στη μαγική βιτρίνα της Ευρώπης, προκαλώντας τη θλίψη για τη σημερινή μορφή της.
Μπελ Επόκ, σε ένα Παρίσι που σφύζει από ζωή και τέχνη. Με τη βοήθεια ενός φίλου της, η μικρή Ντιλιλί αποφασίζει να εξιχνιάσει τις μυστηριώδεις εξαφανίσεις κοριτσιών, οι οποίες μαστίζουν την μεγαλούπολη. Όσο προχωρά την έρευνά της, στο δρόμο της βρίσκει μία σειρά από απίθανους χαρακτήρες και επιφανείς φιγούρες της επιστήμης, της κοινωνίας και της τέχνης: συναντά τον Μονέ και τον Προυστ, τον Παστέρ και τον Ντεμπισί, γίνεται φίλη με την Μαρί Κιουρί, επισκέπτεται το γραφείο του Γουστάβου Άιφελ στην κορυφή του πύργου και ο Φερδινάνδος φον Ζέπελιν τής δανείζει το αερόπλοιό του. Ο κάθε ένας από αυτούς τής δίνει στοιχεία για να την βοηθήσουν στην αποστολή της…
«Εγώ, η Όλγα» («I, Olga»)
Κοινωνικό δράμα, τσέχικης, πολωνικής, γαλλικής και σλοβακικής παραγωγής του 2016, σε σκηνοθεσία των Πετρ Κάζντα, Τόμας Βάινρεμπ, με την Μιχαλίνα Ολσζάνσκα και Όντρεϊ Μάλι, Μάρτα Μάζουρεκ κα.
Ασπρόμαυρο, σκληρό, σχεδόν ωμό, κοινωνικό δράμα, που φέρνει πολύ με την πρώτη φάση του «νέου ελληνικού κινηματογράφου» της εποχής '60 - '70, αλλά στο πιο προχωρημένο. Εδώ, οι Τσέχοι σκηνοθέτες, που η αλήθεια είναι έχουν φροντισμένα κάδρα, γοητευτική σκληρή ασπρόμαυρη φωτογραφία και έναν ικανό τρόπο αφήγησης, έχουν να κάνουν με μία αληθινή ιστορία, αυτή της Όλγκα Χεπνάροβα, ενός κακοποιημένου και καταπιεσμένου κοριτσιού, που το 1973 θα σκοτώσει με το φορτηγάκι της οκτώ αθώους ανθρώπους και θα τραυματίσει πάνω από δέκα, για να τιμωρήσει την κοινωνία της τότε Τσεχοσλοβακίας, για αυτά που τράβηξε στη σύντομη ζωή της.
Η παράξενη ηρωίδα, ένα όμορφο κορίτσι που δεν έχει γνωρίσει πατέρα, έχει κακοποιηθεί επανειλημμένα και βρίσκεται σε συνεχή ψυχική διαταραχή, είναι μοναχική, νιώθει παρίας και απόβλητη από μια κοινωνία που κοιτάει το σύνολο αλλά όχι τους αδύναμους ανθρώπους, κάτι που στις μέρες μας έχει γιγαντωθεί.
Οι σκηνοθέτες διηγούνται, άλλες φορές εύστοχα και άλλες φορές δίχως να καταφέρνουν να δώσουν την ένταση των καταστάσεων, την κατάβαση της ηρωίδας τους στην προσωπική της κόλαση και στο αποτρόπαιο έγκλημά της. Χαρακτηριστικό της ότι όταν αρχίζει να μπαίνει, ίσως και με τη θέλησή της, στη ρόμπα της τρέλας, κινείται σε μία λογική και φιλοσοφική ρητορεία που μπορεί να γίνει αποδεκτή. Επίσης, είναι χαρακτηριστικό ότι όταν έχει πλέον μπει για καλά στον κόσμο της παράνοιας τότε αποκτά και συναισθήματα, γίνεται ανθρώπινη, προσεγγίζει περισσότερο ένα νορμάλ άνθρωπο.
Εξαιρετική η πρωταγωνίστρια με το δύσκολο όνομα Ολσζάνσκα, η οποία παίζει συνεχώς καμπουριασμένη, με ένα τσιγάρο στο στόμα και περπατώντας σαν πάπια, αλλά και με ένα εκφραστικό πρόσωπο, άλλες φορές τραγικό και άλλες φορές απροσπέλαστο.
Μεγαλωμένη στη Πράγα του '60, η Όλγκα Χεπνάροβα ήταν ένα δειλό και προβληματικό παιδί που έπεφτε συχνά θύμα εκφοβισμού από τους συμμαθητές της. Ζώντας σε ένα αυστηρό οικογενειακό περιβάλλον, μόνη και αδύναμη να αντιμετωπίσει τα προβλήματα της ζωής, σταδιακά αποξενώθηκε. Ένιωσε ένα ορμητικό μίσος έναντι στην αδιαφορία μιας κοινωνίας που επέτρεψε στους ανθρώπους να την καταστρέψουν. Περιθωριοποιημένη και απορριφθείσα απ' όλους, ετοιμάζει σχολαστικά την εκδίκησή της.
«Το Νησί της Αποπλάνησης» («Serenity»)
Θρίλερ, αμερικανικής παραγωγής του 2019, σε σκηνοθεσία Στίβεν Νάιτ, με τους Μάθιου ΜακΚόναχεϊ, Αν Χάθαγουεϊ, Ντάιαν Λέιν, Τζέισον Κλαρκ, Τζέρεμι Στρονγκ και Ντζιμόν Χονσού.
Σχετικά παλιομοδίτικο περιπετειώδες θρίλερ, που βλέπεται και χαρίζει δυο ξένοιαστες ώρες και τίποτα παραπάνω. Με δυο γοητευτικούς πρωταγωνιστές, τον Μάθιου ΜακΚόναχεϊ και την Αν Χάθαγουεϊ, να επαναλαμβάνονται, να κάθονται στη μανιέρα που τους έχει καταξιώσει σε αυτού του είδους τις περιπέτειες, λίγο θάλασσα, λίγο μυστήριο και το.. κορίτσι μου.
Ο σκηνοθέτης Στίβεν Νάιτ («Επικίνδυνες Υποσχέσεις», «Peaky Blinders») ακολουθεί κι αυτός την πεπατημένη και καταφέρνει να ανταπεξέλθει πιάνοντας τη βάση. Άλλωστε δεν είναι φορές στην ταινία που σκέφτεσαι κάπου το έχω ξαναδεί, κάτι μου θυμίζει.
Ένας καπετάνιος αλιευτικού που έχει αποσυρθεί σε ένα μικρό νησί της Καραϊβικής θα έρθει αντιμέτωπος με το σκοτεινό παρελθόν του που έρχεται για να τον στοιχειώσει και να τον εγκλωβίσει σε μια νέα πραγματικότητα που δεν είναι αυτό που δείχνει…
«Γυναίκα σε Πόλεμο» («Woman at War»)
Κοινωνική δραματική κωμωδία, ισλανδικής (και γαλλικής, ουκρανικής) παραγωγής του 2018, σε σκηνοθεσία Μπένεντικτ Έρλινγκσον, με τους Χάλντορα Γκερχαλσντότιρ, Γιόχαν Σίγκουρσον, Γουάν Καμίλο, Ρόμαν Εστράντα κα.
Ακόμη μία πολυβραβευμένη ταινία από την Ισλανδία. Μια οικολογική φεμινιστική δραματική κωμωδία, που έχει το ενδιαφέρον της ειδικά στο πολιτικό - οικολογικό της κομμάτι, φορτωμένη με περίεργο χιούμορ, στιλιστικές εξυπνάδες, ορισμένες φορές φλύαρη, αλλά σίγουρα μια ταινία που έχει κάτι να πει και αυτά που λέει αφορούν όλους μας.
Η «Γυναίκα σε Πόλεμο» στέλνει προς όλες τις κατευθύνσεις ένα σημαντικό μήνυμα και παράλληλα κάνει έκκληση για αντίσταση στην καταστροφή του περιβάλλοντος, του επιχειρηματικού κέρδους και την τρέλα της οικονομικής ανάπτυξης, που βλέπει μόνο το σήμερα και αγνοεί το αύριο.
Ταυτόχρονα, η ταινία του Έρλινγκσον, είναι μια φεμινιστική υπενθύμιση σε ένα κόσμο που πλέον έχει στρέψει το βλέμμα μόνο προς το χρήμα, το προσωπικό συμφέρον και την επιτυχία και απαξιώνει κάθε αγώνα, ακόμη και για τα στοιχειώδη.
Στο Ρέικιαβικ η 50χρονη Χάλλα ζει μια διπλή ζωή: Ο κόσμος την γνωρίζει ως μια διευθύντρια χορωδίας, ενώ ταυτόχρονα εκείνη είναι μια παθιασμένη ακτιβίστρια που έχει κηρύξει, κρυφά, πόλεμο ενάντια στην τοπική βιομηχανία αλουμινίου προκειμένου να διασώσει τη φύση της χώρας της και κατ' επέκταση τους συνανθρώπους της. Ξεκινώντας από μικρούς βανδαλισμούς, η Χάλλα καταφέρνει να προκαλέσει ένα βιομηχανικό σαμποτάζ, τόσο μεγάλο, που προκαλεί προβλήματα στα επιχειρηματικά σχέδια της ισλανδικής κυβέρνησης. Κι ενώ η Χάλλα σχεδιάζει την πιο παράτολμη ακτιβιστική της ενέργεια, λαμβάνει ένα απρόσμενο γράμμα που ανατρέπει όλα όσα είχε προγραμματίσει, καθώς θα κληθεί να πάρει τη σημαντικότερη, και μη αναστρέψιμη, απόφαση στη ζωή της.
«Χίτλερ εναντίον Πικάσο και των Άλλων» («Hitler Versus Picasso and the Others»)
Ντοκιμαντέρ ιταλικής (γαλλικής και γερμανικής) παραγωγής του 2018, σε σκηνοθεσία Κλάουντιο Πόλι
Μια κινηματογραφική περιήγηση μέσα από τέσσερις σημαντικές εκθέσεις, 80 χρόνια από την εποχή που ο Χίτλερ κήρυξε τον πόλεμο στην «εκφυλισμένη» τέχνη, τις δημιουργίες των Πικάσο, Ματίς, Ρενουάρ, Σαγκάλ και άλλα σπουδαία έργα τέχνης, που λεηλάτησαν και καταδίκασαν οι ναζί. Ο Κλάουντιο Πόλι φωτίζει και αποκαλύπτει ενδιαφέροντα στοιχεία της ναζιστικής εμμονής για την τέχνη, ξεκινώντας από την περίπτωση Hildebrand Gurlitt και την απίστευτη συλλογή του. Με τον διάσημο ηθοποιό Τόνι Σερβίλο στην αφήγηση.
Έχουν περάσει 80 χρόνια από τότε που το ναζιστικό καθεστώς είχε απαγορεύσει την επονομαζόμενη «εκφυλιστική τέχνη», διοργανώνοντας το 1937 μια μεγάλη έκθεση για τον δημόσιο διασυρμό της, σχεδόν ταυτόχρονα με τη δεύτερη έκθεση για την ανάδειξη της «αγνής Άρειας τέχνης». Την ίδια περίοδο, υπό τις διαταγές του Χίτλερ και του Γκέρινγκ, ξεκινούσε η λεηλασία κλασικών έργων τέχνης, που θα καταλάμβαναν τους χώρους ενός μουσείου στο Λιντς της Αυστρίας, το οποίο ο Χίτλερ φαντασιωνόταν ως ένα καινούργιο Λούβρο (έργο που δεν προχώρησε ποτέ) ή θα κατέληγαν στην κατοικία του Γκέρινγκ, στο Κάρινχαλ, κοντά στο Βερολίνο. Αντιθέτως, τα έργα της «εκφυλισμένης τέχνης» θα δημοπρατούνταν και τα έσοδα θα κατέληγαν στα κρατικά ταμεία, ώστε να χρησιμοποιηθούν αργότερα για την αγορά έργων τέχνης που είχαν την έγκριση των ναζί. Τα έργα τέχνης είτε κατάσχονταν από μουσεία σε χώρες υπό κατοχή, είτε αρπάζονταν από κατοικίες συλλεκτών, ειδικά Εβραίων. Η λεηλασία συνεχίστηκε μέχρι το τέλος του πολέμου.
«Πιστό Αντίγραφο» («Replicas»)
Θρίλερ επιστημονικής φαντασίας, αμερικανικής παραγωγής του 2018, σε σκηνοθεσία Τζέφρι Ναχμάνοφ, με τους Κιάνου Ριβς, Άλις Ιβ, Τζον Ορτίζ κα.
Μία ακόμη αποτυχία για τον Κιάνου Ριβς, μία ταινία που θέλει να βάλει ηθικά ερωτήματα για την επιστήμη (κλωνοποίηση ανθρώπων) με εντελώς ανόητο τρόπο και που τα απαντά σαν τηλεπαιχνίδι, κάτι που θα προκαλέσει τα νεύρα των θεατών. Σκηνοθετικά, η ταινία είναι ακόμη χειρότερη και από τις εγχώριες βιντεοταινίες της δεκαετίας του '80, εντυπωσιακά προχειροφτιαγμένη, με αστείο σενάριο, εντελώς ψεύτικες καταστάσεις.
Τι να πεις και από που να αρχίσεις και που να τελειώσεις. Ότι ένας επιστήμονας (που προσπαθεί να κλωνοποιήσει ανθρώπους) χάνει σε τροχαίο δυστύχημα, για το οποίο φταίει, τη γυναίκα και τα τρία του παιδιά και την ίδια στιγμή ανέκφραστος - σα να του χει ψοφήσει η καρδερίνα- σκέφτεται ότι είναι ευκαιρία να κάνει τα επιστημονικά του πειράματα, στην ίδια του την οικογένεια; Ότι όλα γίνονται χωρίς ίχνος αληθοφάνειας, ότι δεν ακολουθείται ούτε η αλφαβήτα του σινεμά, ότι τελειώνει η ταινία και πανηγυρίζεις γιατί κατάφερες να αντέξεις ακόμη ένα μαρτύριο;
Ένας νευροεπιστήμονας χάνει ξαφνικά την οικογένειά του σε ένα αυτοκινητιστικό δυστύχημα. Αποφασίζει να κάνει τα πάντα για να τους φέρει πίσω ακόμη και αν αυτό σημαίνει να παραβιάσει ένα υπερσύγχρονο κυβερνητικό εργαστήριο ερευνών, να έρθει αντιμέτωπος με την αστυνομία αλλά και με τους ίδιους τους νόμους της φυσικής επιστήμης...
Χάρης Αναγνωστάκης / ΑΠΕ-ΜΠΕ