Την ευκαιρία να ρυθμίσουν με ευνοϊκούς όρους μη εξυπηρετούμενα στεγαστικά δάνεια ελβετικού φράγκου χάνουν χιλιάδες δανειολήπτες, για τους οποίους θα αποδειχθεί πολύ χαμηλό το ανώτατο όριο οφειλής, που έχει συμφωνηθεί μεταξύ κυβέρνησης και τραπεζών να τεθεί για την υπαγωγή στο νέο νόμο για την προστασία της πρώτης κατοικίας.
Το πλαφόν υπολοίπου οφειλής, ως γνωστόν, θα τεθεί στα 130.000 ευρώ. Σε αυτό το ποσό θα υπολογίζονται και οι τόκοι που θα έχουν κεφαλαιοποιηθεί ως το χρονικό όριο που θα τεθεί από το νόμο, ο οποίος θα καλύψει οφειλές που θα έχουν περιέλθει σε τουλάχισοτν τρίμηνη καθυστέρηση ως τις 31/12/2018.
Αυτή η πρόνοια ήδη δημιουργεί πρόβλημα στους δανειολήπτες με καθυστερούμενες οφειλές ελβετικού φράγκου, αφού η μεγάλη ανατίμηση του φράγκου διόγκωσε το κεφάλαιο του δανείου, άρα και τους τόκους που κεφαλαιοποιήθηκαν.
Ακόμη χειρότερα για τους δανειολήπτες, κυβέρνηση και τράπεζες έχουν συμφωνήσει ότι, για τα δάνεια ξένου νομίσματος, ο υπολογισμός της οφειλής, προκειμένου να διαπιστωθεί αν αυτή ξεπερνά το όριο των 130.000 ευρώ, θα γίνεται με βάση την ισοτιμία του αλλοδαπού νομίσματος κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης για ρύθμιση από το δανειολήπτη και όχι κατά το χρόνο της αρχικής εκταμίευσης του δανείου.
Στην περίπτωση των δανείων ελβετικού φράγκου, η διαφορά στον υπολογισμό με βάση την αρχική ή τη σημερινή ισοτιμία είναι τεράστια. Αυτό φαίνεται ξεκάθαρα από ένα απλό παράδειγμα: όταν το ευρώ ήταν πολύ ισχυρό, το 2007, με την ισοτιμία στα 1,65 ελβετικά φράγκα, ένα κεφάλαιο δανείου 100.000 ελβετικών φράγκων αντιστοιχούσε σε 60.600 ευρώ. Σήμερα, η ισοτιμία έχει διαμορφωθεί στο 1,13 και το ίδιο κεφάλαιο δανείου ελβετικών φράγκων αντιστοιχεί σε 88.500 ευρώ, δηλαδή είναι «φουσκωμένο» σχεδόν κατά 50%.
Με αυτά τα δεδομένα, όπως εκτιμούν νομικοί με γνώση του θέματος, θα είναι μικρός ο αριθμός δανειοληπτών ελβετικού φράγκου, οι οποίοι θα καταφέρουν να αξιοποιήσουν την προστασία του νόμου Κατσέλη για να ρυθμίσουν τα δάνειά τους με ευνοϊκούς όρους, δηλαδή με επιμήκυνση 25 ετών, χαμηλό επιτόκιο και επιδότηση της δόσης από το Δημόσιο, εφόσον πληρούν τα σχετικά κριτήρια που θα τεθούν με το νέο νόμο.
Οι ίδιες νομικές πηγές αναφέρουν ότι οι δανειολήπτες με καθυστερούμενα δάνεια ελβετικού φράγκου θα αφεθούν ουσιαστικά απροστάτευτοι με τη νέα ρύθμιση και θα κινδυνεύουν να δουν τις κατοικίες τους να βγαίνουν στον πλειστηριασμό. Και τούτο παρότι πρόκειται για μια κατηγορία δανειοληπτών που αντιμετώπισαν όχι μόνο τις πιέσεις της οικονομικής κρίσης, αλλά και μια τεράστια διόγκωση των υποχρεώσεών τους, που οφείλεται σε έναν εξωγενή παράγοντα (τα «παιχνίδια» των συναλλαγματικών ισοτιμιών), για τον οποίο είναι πολύ αμφίβολο αν είχαν ενημερωθεί επαρκώς από τις τράπεζες.
Ουσιαστικά, γι’ αυτούς τους δανειολήπτες μόνο η Δικαιοσύνη θα μπορεί πλέον να δώσει μια ικανοποιητική λύση. Το προσεχές διάστημα αναμένεται μία σημαντική απόφαση του Αρείου Πάγου επί συλλογικής αγωγής κατά της Eurobank, αλλά, σε κάθε περίπτωση, η έκβαση αυτής, όπως και άλλων διαδικασιών στα δικαστήρια παραμένει αβέβαιη.