Στο χαμηλότερο επίπεδο από την έναρξη της κρίσης μειώθηκε ο δείκτης φτώχειας στην Ελλάδα, το 2017, υποχωρώντας στο 20,2% από 21,4% που ήταν το 2011.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της Έρευνας Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης των Νοικοκυριών του 2017 (με έτος αναφοράς το 2016), το κατώφλι της φτώχειας αυξήθηκε σε 4.560 ευρώ ετησίως ανά άτομο και σε 9.576 ευρώ για νοικοκυριά με δύο ενήλικες και δύο εξαρτώμενα παιδιά κάτω των 14 ετών από 4.500 και 9.576 ευρώ το 2016, αντίστοιχα.
Σύμφωνα με την ανάλυση του Ινστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ, το 2017 ο πληθυσμός της χώρας που βρισκόταν σε κίνδυνο φτώχειας μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις διαμορφώθηκε στο χαμηλότερο ποσοστό από την έναρξη της κρίσης 20,2% καταγράφοντας πτώση 1,0 ποσοστιαίας μονάδας σε σύγκριση με το 2016 (με περίοδο αναφοράς εισοδήματος το 2015). Ο κίνδυνος φτώχειας για παιδιά 0─17 ετών (παιδική φτώχεια) κατέγραψε τη μεγαλύτερη πτώση κατά 1,8 ποσοστιαίες μονάδες από 26,3% το 2016 σε 24,5% το 2017 πλησιάζοντας τα προ κρίσης επίπεδα. Για τα άτομα ηλικίας 65+ το ποσοστό παρέμεινε αμετάβλητο στο 12,4%.
Επίσης, το 2017 ο κίνδυνος φτώχειας μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις παρουσίασε μείωση σε σχέση με το 2016 σε σχεδόν όλους τους τύπους νοικοκυριού. Τη μεγαλύτερη υποχώρηση κατέγραψαν τα νοικοκυριά με δύο ενήλικες με τρία ή περισσότερα εξαρτώμενα παιδιά κατά 7,8 ποσοστιαίες μονάδες από 32,0% το 2016 σε 24,2% το 2017.
Ακολουθούν τα μονοπρόσωπα νοικοκυριά (άνδρες) με μείωση κατά 2,3 ποσοστιαίες μονάδες, τα νοικοκυριά με δύο ενήλικες κάτω των 65 ετών χωρίς εξαρτώμενα παιδιά κατά 2,1 π. μ., οι δύο ενήλικες με ένα εξαρτώμενο παιδί κατά 1,7 π. μ., οι δύο ενήλικες ή περισσότεροι με εξαρτώμενα παιδιά κατά 1,3 π. μ. Κατά 0,9 π. μ. μειώθηκε το ποσοστό φτώχειας σε μονοπρόσωπα νοικοκυριά ηλικία 65+, τα μονογονεϊκά νοικοκυριά με τουλάχιστον ένα εξαρτώμενο παιδί και τα νοικοκυριά με τρεις ή περισσότερους ενήλικες με εξαρτώμενα παιδιά.
Το 2017 το ποσοστό του πληθυσμού που αντιμετωπίζει υλικές υστερήσεις μειώθηκε για πρώτη φορά από την έναρξη της κρίσης υποχωρώντας κατά 1,3 ποσοστιαίες μονάδες από 22,4% το 2016 σε 21,1% το 2017. Πιο συγκεκριμένα, με βάση τις ηλικιακές κατηγορίες τη μεγαλύτερη υποχώρηση παρουσίασε το ποσοστό για τα παιδιά (0-17 ετών) κατά 2,9 ποσοστιαίες μονάδες, από 26,7% το 2016 σε 23,8% το 2017, και ακολουθεί το ποσοστό για την ηλικιακή ομάδα 18-64 ετών μειώθηκε κατά 1,6 ποσοστιαίες μονάδες από 23,7% το 2016 σε 22,1% το 2017, ενώ η ηλικιακή ομάδα των 65+ αυξήθηκε ελαφρώς κατά 0,6 ποσοστιαίες μονάδες από 15,2% το 2016 σε 15,8% το 2017.
Οι Κοινωνικοί Δείκτες
Συνοπτικά οι διαπιστώσεις από την εξέλιξη των κοινωνικών δεικτών είναι τα ακόλουθα:
- Το 2017 ο πληθυσμός της χώρας που βρισκόταν σε κίνδυνο φτώχειας μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις διαμορφώθηκε στο χαμηλότερο ποσοστό από την έναρξη της κρίσης (20,2%) καταγράφοντας πτώση 1,0 ποσοστιαίας μονάδας σε σύγκριση με το 2016.
- Η παιδική φτώχεια κατέγραψε τη μεγαλύτερη μείωση κατά 1,8 ποσοστιαίες μονάδες (από 26,3% το 2016 σε 24,5% το 2017) πλησιάζοντας τα προ κρίσης επίπεδα.
- Τη μεγαλύτερη μείωση του κινδύνου φτώχειας μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις παρουσιάζουν τα νοικοκυριά με δύο ενήλικες με τουλάχιστον τρία εξαρτώμενα παιδιά (-7,8 π. μ.), τα μονοπρόσωπα νοικοκυριά (άνδρες) (-2,3 π. μ.), τα νοικοκυριά με δύο ενήλικες κάτω των 65 χωρίς εξαρτώμενα παιδιά (-2,1 π. μ.), οι δύο ενήλικες με ένα εξαρτώμενο παιδί (-1,7 π. μ.), οι δύο ενήλικες ή περισσότεροι με εξαρτώμενα παιδιά (-1,3 π. μ.).
- Κατά 0,9 π. μ. μειώθηκε το ποσοστό φτώχειας σε μονοπρόσωπα νοικοκυριά ηλικίας 65+, στα μονογονεϊκά νοικοκυριά με τουλάχιστον ένα εξαρτώμενο παιδί και στα νοικοκυριά με τρεις ή περισσότερους ενήλικες με εξαρτώμενα παιδιά.
- Ο κίνδυνος φτώχειας μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις για τους εργαζόμενους με μερική απασχόληση μειώθηκε κατά 2,8 π. μ. σε σχέση με το 2016 και στους εργαζόμενους πλήρους απασχόλησης κατά 1,0 π. μ.
- Το ποσοστό του πληθυσμού που αντιμετωπίζει υλικές στερήσεις μειώθηκε για πρώτη φορά από την έναρξη της κρίσης κατά 1,3 ποσοστιαίες μονάδες. Με βάση τις ηλικιακές κατηγορίες τη μεγαλύτερη υποχώρηση παρουσίασε στα παιδιά (0-17 ετών) κατά 2,9 ποσοστιαίες μονάδες, ακολουθεί η ηλικιακή ομάδα 18-64 ετών με μείωση 1,6 ποσοστιαίων μονάδων, ενώ στην ηλικιακή ομάδα των 65+ αυξήθηκε ελαφρώς κατά 0,6 ποσοστιαίες μονάδες.
- Το 2017 ο συντελεστής ανισότητας Gini μειώθηκε κατά 0,9 π. μ. από 34,3 το 2016 σε 33,4 το 2017.
- Ο δείκτης κατανομής εισοδήματος S80/S20 διαμορφώθηκε το 2017 για το σύνολο του πληθυσμού στο 6,1, μειωμένος κατά 0,5 π. μ. σε σχέση με το 2016.