Οικονομία

Γιατί η εμπορική συμφωνία Ινδίας-Βρετανίας δυσχεραίνει τη διαπραγμάτευση Ινδίας-ΗΠΑ


Ενώ το Νέο Δελχί πανηγυρίζει μια στρατηγική συμφωνία ελεύθερου εμπορίου με το Λονδίνο, η Ουάσιγκτον αυξάνει την πίεση με νέους δασμούς. Και η Ινδία βρίσκεται σε λεπτή διαπραγματευτική θέση, αντιμέτωπη με τα όρια του ΠΟΕ και τις γεωπολιτικές της επιλογές.

Λίγες μόλις ημέρες μετά την υπογραφή της πρώτης ιστορικής συμφωνίας ελεύθερου εμπορίου Ινδίας–Ηνωμένου Βασιλείου, ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε αιφνιδιαστικά νέους δασμούς 25% στις ινδικές εισαγωγές, από την 1η Αυγούστου. Η αντίδραση της κυβέρνησης Μόντι ήταν προσεκτική και περιορίστηκε στη φράση ότι «μελετά τις επιπτώσεις» της απόφασης.

«Οι διαπραγματεύσεις με τις ΗΠΑ προχωρούσαν εξαιρετικά», δήλωσε πρόσφατα ο υπουργός Εμπορίου της Ινδίας, Πιγιούς Γκογιάλ. «Πιστεύουμε ότι θα καταλήξουμε σε ένα προνομιακό καθεστώς για την Ινδία». Όμως η ανακοίνωση Τραμπ δείχνει ότι οι συνομιλίες κάθε άλλο παρά οδεύουν προς συμφωνία.

Η Συνολική Οικονομική και Εμπορική Συμφωνία (CETA) Ινδίας–Ηνωμένου Βασιλείου εκτιμάται ότι θα προσθέσει 4,8 δισ. λίρες στο βρετανικό ΑΕΠ και θα αυξήσει το διμερές εμπόριο κατά 25,5 δισ. λίρες σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα.

Το ΗΒ συμφώνησε να καταργήσει τους δασμούς στο 99% των ινδικών προϊόντων, ενώ η Ινδία θα μειώσει δραστικά τον δασμό 150% στο σκωτσέζικο ουίσκι και θα εφαρμόσει νέο ποσοστιαίο σύστημα στους δασμούς αυτοκινήτων, μειώνοντάς τους σταδιακά στο 10%.

Ο πρόεδρος του UK-India Business Forum, Κέσαβ Μουρουγκές, χαρακτήρισε τη συμφωνία «κάτι περισσότερο από εμπορική συμφωνία – μια στρατηγική σύμπραξη για το μέλλον».

Ωστόσο, παραμένουν τριβές: η Ινδία δεν εξασφάλισε εξαίρεση από τον νέο βρετανικό φόρο άνθρακα (από το 2027), ούτε συμφωνία για νέα επενδυτική συνθήκη. Σημαντικότερα, δεν παραχώρησε πρόσβαση χωρίς δασμούς σε βρετανικά αγροτικά και γαλακτοκομικά προϊόντα, λόγω πολιτικής ευαισθησίας. Περίπου ο μισός πληθυσμός της Ινδίας απασχολείται στον αγροτικό τομέα και η κυβέρνηση προφυλάσσει την ψήφο του.

Γιατί οι ΗΠΑ δεν θα λάβουν ό,τι πήρε το Λονδίνο

Η άρνηση της Ινδίας να ανοίξει πλήρως την αγορά της προς τις ΗΠΑ έχει βαθύτερη αιτία: το νομικό πλαίσιο του ΠΟΕ. Η ρήτρα του «πλέον ευνοούμενου κράτους» (MFN) ορίζει ότι αν προσφερθεί προνομιακός δασμολογικός όρος σε μια χώρα, πρέπει να προσφερθεί σε όλες τις υπόλοιπες του ΠΟΕ.

Επομένως, εάν η Ινδία δεχτεί τις πιέσεις των ΗΠΑ για χαμηλότερους δασμούς σε αγροτικά ή στρατηγικά προϊόντα, θα πρέπει να παραχωρήσει τα ίδια και στην Ε.Ε., το ΗΒ και άλλους εμπορικούς εταίρους, ανοίγοντας τον δρόμο για ανεπιθύμητη, οριζόντια φιλελευθεροποίηση.

Ενέργεια, Ρωσία και γεωστρατηγικά διλήμματα

Η επιβολή δασμών από τον Τραμπ δεν αφορά μόνο το εμπόριο. Ο Αμερικανός πρόεδρος ανέφερε ως αιτίες:

– Τις αγορές ρωσικού πετρελαίου από την Ινδία,
– Τις στρατιωτικές της σχέσεις με τη Μόσχα
– Το «άδικο εμπορικό ισοζύγιο» όπως το βλέπει η Ουάσιγκτον.

Την ίδια στιγμή, όμως, η Ινδία ξεπερνά πλέον την Κίνα σε εξαγωγές smartphones προς τις ΗΠΑ, καταλαμβάνοντας το 44% της αγοράς σύμφωνα με την Canalys, έναντι 25% της Κίνας — μια ένδειξη της αυξανόμενης τεχνολογικής προσέγγισης ΗΠΑ–Ινδίας.

Η Ινδία προσπαθεί να διατηρήσει την πολύπλευρη στρατηγική της αυτονομία: υπογράφει συμφωνίες με τη Δύση, χωρίς να εγκαταλείπει τους παραδοσιακούς της συμμάχους, όπως η Ρωσία. Όμως η πίεση από τις ΗΠΑ και τα όρια του διεθνούς εμπορικού δικαίου περιορίζουν τους ελιγμούς της.

Η έκβαση των διαπραγματεύσεων με την Ουάσιγκτον θα αποτελέσει καθοριστικό τεστ για τη γεωοικονομική στρατηγική της Ινδίας.

Ακολουθήστε το Sofokleousin.gr στο Google News
και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Σχετικά Άρθρα