Η επιχειρηματική εμπιστοσύνη της Ευρώπης προς την Κίνα βρίσκεται στο χαμηλότερο επίπεδο από ποτέ, χαμηλότερα ακόμα και από την περίοδο της πανδημίας. Μόνο το 12% των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων αναμένει κερδοφορία στην Κίνα τα επόμενα δύο χρόνια, σύμφωνα με την ετήσια έρευνα του Εμπορικού Επιμελητηρίου της Ε.Ε στην Κίνα, που δημοσιεύθηκε σήμερα, Τετάρτη. Πρόκειται για το χαμηλότερο ποσοστό αισιοδοξίας από τότε που ξεκίνησε η έκδοση της έρευνας το 2004.
Η έρευνα, που διεξήχθη σε 503 επιχειρήσεις τον Ιανουάριο και Φεβρουάριο του 2024, αποτυπώνει ένα κλίμα έντονης απογοήτευσης. Συγκεκριμένα, το 73% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι το επιχειρείν στην Κίνα έχει γίνει πιο δύσκολο τον τελευταίο χρόνο, ποσοστό που καταγράφει νέο αρνητικό ρεκόρ για τέταρτη συνεχόμενη χρονιά.
Γεωπολιτική αβεβαιότητα και κάμψη της ζήτησης
Η αποδυνάμωση της κινεζικής οικονομικής ανάπτυξης και οι γεωπολιτικές εντάσεις επιτείνουν το αίσθημα αβεβαιότητας. Όπως σημείωσε ο πρόεδρος του Επιμελητηρίου, Jens Eskelund, «οι επιχειρήσεις νιώθουν την πίεση και διατηρούν απαισιόδοξη στάση, παρότι αναγνωρίζουν πως η Κίνα εξακολουθεί να προσφέρει αλυσίδες εφοδιασμού εξαιρετικής αξίας που επιβάλλουν την παρουσία τους στην αγορά».
Ωστόσο, πρόσθεσε, «δεν έχουμε δει ακόμη σημείο καμπής. Όλα συνοψίζονται στην αβεβαιότητα».
Η αβεβαιότητα αυτή τροφοδοτείται από πολλαπλούς παράγοντες: από το παρατεταμένο σοκ στην αγορά ακινήτων και τη χαμηλή καταναλωτική ζήτηση, μέχρι την αστάθεια στην αγορά εργασίας. Από την άλλη πλευρά, ο ανταγωνισμός από εγχώριες κινεζικές επιχειρήσεις εντείνεται, δυσκολεύοντας ακόμη περισσότερο τη διείσδυση ξένων εταιρειών στην αγορά.
Καλλυντικά στο κόκκινο, αεροδιαστημική στον αφρό
Ειδικά ο τομέας των καλλυντικών δέχθηκε ισχυρό πλήγμα, με τις εταιρείες να καταγράφουν πτώση εσόδων κατά 45% το 2024 σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος - μόλις η δεύτερη μείωση της τελευταίας δεκαετίας.
Αντίθετα, οι κλάδοι της αεροπορίας και της αεροδιαστημικής ήταν από τους λίγους που ανέφεραν πως οι συνθήκες βελτιώθηκαν.
Ωστόσο, στο σύνολο της αγοράς, η ελκυστικότητα της Κίνας ως επενδυτικός προορισμός μειώνεται αισθητά. Μόνο το 38% των επιχειρήσεων σχεδιάζει να επεκταθεί στην Κίνα το επόμενο έτος, ένα ακόμη αρνητικό ρεκόρ.
Χάνονται ευκαιρίες λόγω ρυθμιστικών εμποδίων
Περίπου το 63% των επιχειρήσεων δήλωσε πως έχασε ευκαιρίες λόγω περιορισμών στην πρόσβαση στην αγορά και ρυθμιστικών φραγμών. Ειδικά οι ευρωπαϊκές εταιρείες ιατροτεχνολογικού εξοπλισμού σημείωσαν ότι υφίστανται διακριτική μεταχείριση λόγω διαδικασιών προμηθειών που ευνοούν εγχώριους παίκτες.
Η έρευνα αντανακλά αντίστοιχο κλίμα με εκείνο της αντίστοιχης έρευνας αμερικανικών επιχειρήσεων, που δημοσιεύθηκε στα τέλη Ιανουαρίου και έδειξε πως πολλές αμερικανικές εταιρείες επιταχύνουν τα σχέδιά τους για μεταφορά της παραγωγής ή του εφοδιασμού τους εκτός Κίνας.
Κυρίαρχη η κινεζική αλυσίδα εφοδιασμού
Παρά την απαισιοδοξία, πολλές ευρωπαϊκές εταιρείες παραμένουν στην Κίνα λόγω του στρατηγικού της ρόλου στην παγκόσμια αλυσίδα εφοδιασμού. Σύμφωνα με τον Eskelund, «η Κίνα παραμένει κορυφαίος προμηθευτής παγκοσμίως, προσφέροντας εξαρτήματα υψηλής ποιότητας στη χαμηλότερη τιμή».
Πάνω από το 25% των επιχειρήσεων δήλωσε ότι ενισχύει την τοπική παραγωγή στην Κίνα, ώστε να ικανοποιεί τις απαιτήσεις τοπικής προσαρμογής και να εξυπηρετεί καλύτερα την κινεζική αγορά. Αντίθετα, μόνο το 10% ανέφερε ότι αναπτύσσει εναλλακτικές αλυσίδες εφοδιασμού στο εξωτερικό, διατηρώντας ταυτόχρονα την παρουσία του στην Κίνα.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει και το εύρημα ότι σχεδόν οι μισοί από τους συμμετέχοντες δήλωσαν πως και οι κινέζοι προμηθευτές τους μεταφέρουν δραστηριότητες σε άλλες αγορές.
Προς σύνοδο κορυφής Ε.Ε. – Κίνας τον Ιούλιο
Το φόντο αυτό δημιουργεί ιδιαίτερο ενδιαφέρον ενόψει της επικείμενης συνόδου κορυφής μεταξύ Ε.Ε. και Κίνας, που έχει προγραμματιστεί για τον Ιούλιο στο Πεκίνο. Οι δύο πλευρές προσπαθούν να ενισχύσουν τους διμερείς δεσμούς, καθώς οι σχέσεις τους δοκιμάζονται από την εμπορική σύγκρουση Πεκίνου - Ουάσινγκτον και την πρόσφατη αύξηση των αμερικανικών δασμών.
Η Ε.Ε παραμένει ο δεύτερος μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Κίνας σε περιφερειακή βάση, αλλά η εμπιστοσύνη της επιχειρηματικής κοινότητας κλονίζεται βαθιά. Αν και το 53% των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων δηλώνει ότι θα επένδυε περισσότερο στην Κίνα, εάν υπήρχε ουσιαστική βελτίωση της πρόσβασης στην αγορά, η πραγματικότητα προς το παρόν παραμένει αποθαρρυντική.