Σε ένα μακρύ σκοτεινό τούνελ ή σε αχαρτογράφητα νερά μπαίνει η παγκόσμια οικονομία, καθώς όλα τα δεδομένα ανατρέπονται, οι διεθνείς εμπορικές συναλλαγές τοποθετούνται σε νέα βάση, ενώ οι οικονομίες δεκάδων χωρών πρέπει να αναδιαρθρωθούν αλλάζοντας δομή και προσανατολισμό.
Σε τεντωμένο σχοινί οι αγορές, όπου το “ατύχημα” μπορεί να συμβεί ανά πάσα στιγμή, προκαλώντας ντόμινο καταστροφικών επιπτώσεων σε όλο τον πλανήτη. Η καταιγίδα που ξέσπασε δεν φαίνεται ότι θα κοπάσει, ακόμη κι αν υπάρξουν ενδείξεις βελτίωσης-ανάκαμψης τις επόμενες μέρες.
Η καταστροφή ξεκίνησε ήδη και μέσα σε τρεις μέρες εξανεμίσθηκε κεφαλαιοποίηση 6,5 τρισεκατομμυρίων(!) δολαρίων. Στο ελληνικό χρηματιστήριο χάθηκαν την περασμένη εβδομάδα περίπου 8,3 δισ. ευρώ – τόσο μειώθηκε η αξία των εισηγμένων μετοχών.
Καθοδικό σπιράλ
Οι αγορές και η παγκόσμια οικονομία κινδυνεύουν από ένα καθοδικό σπιράλ, που θα οδηγεί όλο και χαμηλότερα τις τιμές, τις κεφαλαιοποιήσεις, τις αξίες περιουσιακών στοιχείων, τους ρυθμούς ανάπτυξης, την παραγωγή και την απασχόληση.
Αναλυτές και διεθνείς οργανισμοί εκφράζουν φόβους ότι μιά τόσο μεγάλη και απότομη ανατροπή του παγκόσμιου εμπορικού συστήματος μπορεί να έχει τρομερές συνέπειες για τις παγκόσμιες οικονομίες. Το σίγουρο είναι ότι έρχεται μία περίοδος με χαμηλότερη ανάπτυξη για όλους και υψηλότερο πληθωρισμό - κυρίως στις ΗΠΑ.
Πηγαίνοντας κόντρα στον Τραμπ – που θα ήθελε τώρα να μπορούσε να τον απολύσει – ο κεντρικός τραπεζίτης των ΗΠΑ Τζερόμ Πάουελ προειδοποίησε ότι «αντιμετωπίζουμε μια εξαιρετικά αβέβαιη προοπτική, με αυξημένους κινδύνους μεγαλύτερης ανεργίας και υψηλότερου πληθωρισμού».
Η σκυτάλη περνάει τώρα στις κεντρικές τράπεζες, οι οποίες θα κληθούν να προσαρμόσουν την νομισματική τους πολιτική στα νέα δεδομένα. Μέσα στις επόμενες ημέρες προγραμματίζεται η συνεδρίαση της ΕΚΤ για τον ορισμό των επιτοκίων στην Ευρωζώνη.
Αναπόφευκτη κλιμάκωση, μάχη ισχύος
Παράλληλα βέβαια οι συνθήκες στην οικονομία θα χειροτερεύουν, καθώς ο εμπορικός πόλεμος θα κλιμακώνεται. Ο Τραμπ δεν φαίνεται να έχει σκοπό “να τα παρατήσει”. Ακόμη κι αν είναι διατεθειμένος να “βάλει νερό στο κρασί του”, θα το κάνει μετά από σκληρές χρονοβόρες διαπραγματεύσεις. Και σ' αυτό το διάστημα τα εκατέρωθεν “χτυπήματα” δεν πρόκειται να αποφευχθούν.
Η Κίνα ήταν η πρώτη που “όρθωσε ανάστημα” και απάντησε με αντίποινα, επιβάλλοντας αντίστοιχους δασμούς στα αμερικανικά προϊόντα, ενώ ταυτόχρονα κάλεσε την Ουάσινγκτον σε «διαβουλεύσεις επί ίσοις όροις».
Το μήνυμα του Πεκίνου ότι δεν επιδιώκει την σύγκρουση αλλά δεν την φοβάται κιόλας, είναι ενδεικτικό της μεγάλης έντασης που επικρατεί και όπως λένε στην Ουάσιγκτον, «αρχίζει να εξελίσσεται σε μάχη ισχύος και επικράτησης μεταξύ των δυο μεγαλύτερων οικονομιών».
Ομως, παρά την διεθνή οικονομική αναταραχή που έχουν προκαλέσει οι αποφάσεις του για επιβολή δασμών, ο Αμερικανός πρόεδρος διαμηνύει ότι οι δασμοί ήρθαν για να μείνουν. «Για τους επενδυτές που έρχονται στις Ηνωμένες Πολιτείες και επενδύουν τεράστια ποσά, η πολιτική μου δεν θα αλλάξει ποτέ. Είναι πολύ καλή εποχή να γίνετε πλούσιοι. Πιο πλούσιοι από ποτέ!» τόνισε χαρακτηριστικά.
Ποιά θα είναι τα επόμενα “επεισόδια” στον παγκόσμιο εμπορικό πόλεμο, κανείς δεν μπορεί να προβλέψει.
Με γραμμές άμυνας η Ελλάδα
Μέσα σ'αυτές τις συνθήκες η ελληνική κυβέρνηση ετοιμάζει γραμμές άμυνας, με στόχο να περιοριστούν κατά το δυνατόν οι δυσμενείς επιπτώσεις στην οικονομία της χώρας.
Αύριο Δευτέρα θα συνεδριάσει το Συμβούλιο Οικονομικής Πολιτικής, που θα αναζητήσει “απαντήσεις” για την αντιμετώπιση των βασικών προκλήσεων. Στο οπλοστάσιο που έχει σκοπό να ετοιμάσει η κυβέρνηση περιλαμβάνονται νέα, πρόσθετα κίνητρα για την προσέλκυση επενδύσεων, μείωση των γραφειοκρατικών εμποδίων, αξιοποίηση όλων των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, προώθηση μεταρρυθμίσεων.
Ενας “άγνωστος Χ” στην εξίσωση των μέτρων και των πολιτικών που σχεδιάζει το κυβερνητικό οικονομικό επιτελείο, είναι το κόστος χρήματος. Με εύλογο ενδιαφέρον αναμένονται οι αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Ο εμπορικός πόλεμος είναι πιθανό να επιταχύνει τη διαδικασία αποκλιμάκωσης των ευρωπαϊκών επιτοκίων που σήμερα διαμορφώνονται στο 2,75%, έναντι 4,5% στις ΗΠΑ.