Μια νέα μέθοδος η οποία θέτει ως στόχο να αναβάλλει την εμμηνόπαυση έως και 20 χρόνια ξεκίνησε με πρωτοβουλία γιατρών στη Βρετανία, οι οποίοι ειδικεύονται στην εξωσωματική γονιμοποίηση.
Στη μέθοδο αυτή –που έχει ήδη ακολουθηθεί από 9 γυναίκες- αφαιρείται λαπαροσκοπικά ιστός από τις ωοθήκες των γυναικών ο οποίος στη συνέχεια τεμαχίζεται και ψύχεται για να διατηρηθεί. Όταν οι γυναίκες εισέλθουν στην περίοδο της εμμηνόπαυσης ο ιστός αποψύχεται και εισάγεται ξανά στο σώμα τους.
Για να αποκαταστήσουν τα επίπεδα ορμονών που πέφτουν οι γιατροί διαλέγουν ένα μέρος με καλή παροχή αίματος (π.χ. μασχάλη). Αν ο ιστός των ωοθηκών ‘επιβιώσει’ μπορεί να επαναφέρει τα πεσμένα επίπεδα των σεξουαλικών ορμονών στις γυναίκες και να διακόψει την εμμηνόπαυση.
Η διαδικασία αυτή έχει πολλαπλά οφέλη καθώς αφενός μπορεί να ωφελήσει τις γυναίκες που βρίσκονται αντιμέτωπες με σοβαρές νόσους (καρδιαγγειακά προβλήματα, οστεοπόρωση κλπ), μειώνοντας έτσι και το κόστος αυτών των ασθενειών στη δημόσια υγεία, και αφετέρου καθυστερεί την ενεργοποίηση των συμπτωμάτων της εμμηνόπαυσης που ποικίλουν από κακή διάθεση, άγχος και αϋπνία, μέχρι εξάψεις, νυχτερινή εφίδρωση και μειωμένη σεξουαλική επιθυμία.
«Πρόκειται για μια μέθοδο με ιδιαίτερο όφελος για κάθε γυναίκα που θέλει για οποιοδήποτε λόγο να καθυστερήσει την εμμηνόπαυση ή που έχει ακολουθήσει θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης (Θ.Ο.Υ.)», δήλωσε στην Guardian ο καθηγητής Σιμόν Φίσελ, γιατρός που ειδικεύεται στην εξωσωματική γονιμοποίηση και πρόεδρος του βρετανικού οργανισμού «Care Fertility Group».
Το πόσο θα καθυστερήσει η εμμηνόπαυση εξαρτάται από την ηλικία κατά την οποία ο ιστός αφαιρείται και επανεισάγεται στο γυναικείο σώμα. Αν η διαδικασία αυτή γίνει σε μια γυναίκα 25 ετών μπορεί να καθυστερήσει την εμμηνόπαυση έως και 20 χρόνια ενώ αν γίνει σε μια γυναίκα 40 ετών η εμμηνόπαυση δεν αναβάλλεται για πάνω από 5 χρόνια.
Η σημασία αυτής της μεθόδου έγκειται στο ότι σήμερα οι γυναίκες περνούν 30 με 40 χρόνια στο στάδιο της εμμηνόπαυσης και ενώ η Θ.Ο.Υ. φέρει αποτελέσματα, δεν ταιριάζει σε όλους.
Η ίδια διαδικασία έχει ήδη χρησιμοποιηθεί για να προστατεύσει την γονιμότητα των γυναικών που πρόκειται να υποβληθούν σε θεραπεία για την καταπολέμηση του καρκίνου.
Σε αντίθεση με την εξωσωματική γονιμοποίηση, η μέθοδος διατήρησης ιστού από τις ωοθήκες δεν απαιτεί φάρμακα για να ενεργοποιήσει τις ωοθήκες και πιθανότατα παράγει πολύ περισσότερα ωάρια.
Ο Φίσελ, επομένως, τονίζει ότι αν οι γυναίκες ακολουθήσουν αυτή τη διαδικασία στα 20 τους χρόνια θα έχουν πρόσβαση σε χιλιάδες ωάρια όταν αποφασίσουν να κάνουν παιδί.
Υπάρχει μάλιστα η δυνατότητα ένα μέρος του ιστού να μεταμοσχευθεί ώστε οι γυναίκες να ανακτήσουν τη γονιμότητα τους πριν κάνουν οικογένεια και το υπόλοιπο να φυλαχθεί για αργότερα για την καθυστέρηση της εμμηνόπαυσης.
Η μέθοδος αυτή κοστίζει μεταξύ 7.000 και 11.000 δολαρίων και προσφέρεται στις γυναίκες άνω των 40 από την ProFam, μια εταιρεία που ιδρύθηκε στο Μπέρμινγχαμ από τον Φίσελ.