Η διήμερη επίσημη επίσκεψη του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ στη Βρετανία ολοκληρώθηκε με δεσμεύσεις-ρεκόρ για επενδύσεις περίπου 200 δισ. δολαρίων, σε μια ιστορική συγκυρία για το Λονδίνο. Μένει να φανεί τί οφέλη θα αποφέρει τελικά αυτό το ιστορικό πακέτο, πότε - και για ποιούς.
Σύμφωνα με την κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου, πρόκειται για τη μεγαλύτερη δέσμευση εισροής κεφαλαίων που έχει ανακοινωθεί ποτέ στο πλαίσιο επίσκεψης ξένου ηγέτη. Μόνο η Blackstone προγραμματίζει να επενδύσει 100 δισ. λίρες μέσα στην επόμενη δεκαετία, ενώ η Prologis ενίσχυσε το συνολικό ποσό, φτάνοντας τις 150 δισ. λίρες (204 δισ. δολάρια).
Στον κατάλογο των επενδυτών προστέθηκαν επίσης τεχνολογικοί κολοσσοί: Microsoft, με σχέδιο επενδύσεων 30 δισ. δολαρίων έως το 2028, αλλά και Nvidia, Alphabet, OpenAI και Salesforce, με έμφαση στην ανάπτυξη κέντρων δεδομένων και τεχνητής νοημοσύνης.
Παράλληλα, ΗΠΑ και Ηνωμένο Βασίλειο ανακοίνωσαν μια νέα διακρατική συμφωνία για την επιτάχυνση της κατασκευής πυρηνικών σταθμών.
"Slow burner"
Η βρετανική οικονομία παραμένει στάσιμη, με το ΑΕΠ να μην εμφανίζει ανάπτυξη τον Ιούλιο, γεγονός που ασκεί πίεση στη νέα υπουργό Οικονομικών, Ρέιτσελ Ριβς ενόψει της παρουσίασης του προϋπολογισμού τον Νοέμβριο. Οι επενδυτικές δεσμεύσεις θεωρούνται καλοδεχούμενες, ωστόσο οι ειδικοί προειδοποιούν ότι δεν αρκούν για να αναστρέψουν άμεσα την πορεία.
Ο Andrew Goodwin, επικεφαλής οικονομολόγος για το Ηνωμένο Βασίλειο στην Oxford Economics, χαρακτήρισε τις επενδύσεις «σημαντική βοήθεια» για να μειωθεί το χάσμα με τις ΗΠΑ στον τομέα της AI, αλλά τις χαρακτήρισε "slow burner", δηλαδή μια αργή διαδικασία χωρίς άμεση ώθηση στην ανάπτυξη.
Το ρίσκο της υλοποίησης
Παρά τον ενθουσιασμό, δεν είναι σαφές πόσα από τα υποσχόμενα κεφάλαια θα φτάσουν τελικά στη Βρετανία.
Ο Duncan Edwards, CEO της BritishAmerican Business, υπενθύμισε ότι «τα υποσχόμενα δολάρια δεν είναι το ίδιο με τα πραγματικά δολάρια», τονίζοντας ότι το κρίσιμο θα είναι να φανεί πόσα από τα σχέδια θα μετουσιωθούν σε πράξεις τους επόμενους μήνες.
Η πρόκληση της ενέργειας
Η επέκταση των κέντρων δεδομένων στην Αγγλία προσκρούει στο υψηλό κόστος ηλεκτρικής ενέργειας και στα περιορισμένα περιθώρια ισχύος.
Ο Jim Wright, διαχειριστής στο Premier Miton, τόνισε ότι οι δυσκολίες στην επάρκεια και το κόστος ρεύματος μπορεί να φρενάρουν την ανάπτυξη, με τη λύση του πυρηνικού να αργεί ακόμη τουλάχιστον μια δεκαετία.
Η νέα συμφωνία ΗΠΑ-Βρετανίας για την πυρηνική ενέργεια χαρακτηρίστηκε από την Carole Nakhle, CEO της Crystol Energy, «στρατηγική κίνηση», ωστόσο επισήμανε ότι λείπουν κρίσιμες λεπτομέρειες για το πώς θα εφαρμοστεί.
Ποιος θα ωφεληθεί πραγματικά;
Παρά την αισιοδοξία, ορισμένοι αναλυτές θεωρούν ότι το μεγαλύτερο όφελος ίσως καταλήξει τελικά στις αμερικανικές επιχειρήσεις.
Ο Richard Clode, portfolio manager στη Janus Henderson, σημείωσε ότι «το μεγαλύτερο μέρος της αξίας που θα δημιουργηθεί από την καινοτομία στην AI θα καταλήξει στις αμερικανικές εταιρείες είτε άμεσα, είτε μέσω εξαγορών, καθώς οι νέες βρετανικές startups επιλέγουν συνήθως να εισαχθούν στο αμερικανικό χρηματιστήριο».
Ωστόσο, το Λονδίνο ελπίζει ότι το νέο επενδυτικό κύμα θα ενισχύσει παραδοσιακούς τομείς όπως η φαρμακοβιομηχανία, η μηχανική και η υγεία, οι οποίοι αναμένεται να επωφεληθούν από την ενσωμάτωση προηγμένων υποδομών τεχνητής νοημοσύνης.