Γλιτώνουν τον φορολογικό έλεγχο οι καταθέσεις σε ξένες τράπεζες, τις οποίες η εφορίας δεν τις αναζήτησε εντός της πενταετίας, σύμφωνα με νέα απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, η οποία ανατρέπει ξανά το σκηνικό, σχετικά με τους ελέγχους των τραπεζικών λογαριασμών στο εξωτερικό.
Με την υπ. αρ. 1413/2025 απόφαση το ΣτΕ ξεκαθαρίζει πως ο φορολογικός έλεγχος και ο καταλογισμός κυρίου και προσθέτου φόρου διενεργείται με στοιχεία που περιήλθαν σε γνώση της φορολογικής αρχής βάσει της αμοιβαίας διοικητικής συνδρομής από φορολογικές αρχές άλλων κρατών μελών της Ε.Ε. ή τρίτων χωρών, υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
- Η φορολογική αρχή να έχει, ήδη, υποβάλει, δια της αρμόδιας υπηρεσίας, το σχετικό αίτημα ή τα σχετικά αιτήματα αμοιβαίας διοικητικής συνδρομής προς την αρμόδια αλλοδαπή αρχή εντός του χρόνου κατά τον οποίο οφείλει να δράσει, ήτοι εντός της πενταετίας από το τέλος του έτους εντός του οποίου έληξε η προθεσμία για την υποβολή της οικείας δήλωσης.
- Τα ως άνω στοιχεία να περιέλθουν στην αρμόδια για τη λήψη τους υπηρεσία μετά το πέρας της ως άνω πενταετίας και μέχρι τη συμπλήρωση δεκαετίας από το τέλος του έτους εντός του οποίου έληξε η προθεσμία για την υποβολή της οικείας δήλωσης.
- Σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση, και ανεξαρτήτως της δυσκολίας και της πολυπλοκότητας της υπόθεσης, των αντικειμενικών δυσκολιών που αντιμετωπίζει κατά τον κρίσιμο χρόνο η φορολογική αρχή και της έλλειψης συνεργασίας του φορολογούμενου, τα στοιχεία που περιέρχονται στη φορολογική αρχή στο πλαίσιο της αμοιβαίας διοικητικής συνδρομής δεν μπορούν να δικαιολογήσουν την παράταση της παραγραφής από πενταετή σε δεκαετή, διότι, άλλως, κατά παράβαση της αρχής της ασφάλειας δικαίου, η φορολογική αρχή θα μπορούσε να καθορίσει με τις ενέργειες και, ιδίως, τις παραλείψεις της τη διάρκεια της παραγραφής.
Γλίτωσε... λογαριασμό 3,3 εκατ. ευρώ
Η απόφαση του ΣτΕ εκδόθηκε μετά από προσφυγή φορολογούμενου, στον οποίο έγινε έλεγχος από το ΚΕΦΟΜΕΠ το 2019 και διαπιστώθηκε ότι το 2013 και 2014 είχε μεταφέρει από τράπεζες του εξωτερικού σε ελληνικές τράπεζες, το συνολικό ποσό των 5,7 εκατ. ευρώ.
Επειδή οι εξηγήσεις του δεν έπεισαν την εφορία, του επιβλήθηκαν φόροι και πρόστιμα συνολικού ύψους 3,4 εκατ. ευρώ, με την οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου, του Προϊσταμένου του Κέντρου Ελέγχου Φορολογούμενων Μεγάλου Πλούτου, που εκδόθηκε στις 22 Απριλίου 2021.
Ο ελεγχόμενος προσέφυγε στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών, στη συνέχεια στα διοικητικά δικαστήρια όπου και έχασε τις προσφυγές μεταξύ των οποίων και στο Διοικητικό Εφετείο, το οποίο έκρινε ότι η προθεσμία παραγραφής ήταν δεκαετής λόγω «συμπληρωματικών στοιχείων» από αλλοδαπές αρχές, τα οποία περιήλθαν στη φορολογική αρχή μετά την πενταετία.
Τελευταίος σταθμός ήταν το ΣτΕ, όπου κατέθεσε αίτηση αναιρέσεως της απόφασης του Διοικητικού Εφετείου. Η απόφαση του Ανωτάτου δικαστηρίου που εκδόθηκε φέτος τον δικαίωσε και ακυρώθηκαν οι φόροι και τα πρόστιμα λόγω παραγραφής.
Μεταξύ άλλων το ΣτΕ στην απόφασή του επισημαίνει ότι, τα στοιχεία που προέκυψαν και συγκεκριμένα οι κινήσεις λογαριασμών σε ελβετική τράπεζα δεν θεωρήθηκαν «συμπληρωματικά», καθώς η φορολογική αρχή γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει εγκαίρως την ύπαρξή τους ήτοι μέσα στην πενταετία.
Κοντολογίς, η εφορία για να ελέγξει κινήσεις τραπεζικών λογαριασμών στο εξωτερικό, θα πρέπει να τις αναζητήσει εντός της πενταετίας, προκειμένου να θεωρηθούν αυτά συμπληρωματικά και να επεκτείνουν τον χρόνο της παραγραφής από τα 5 στα 10 έτη.
Αν τα στοιχεία εντοπιστούν μετά την πενταετία, δεν θεωρούνται συμπληρωματικά και η Εφορία δεν μπορεί να ελέγξει τις καταθέσεις και να καταλογίσει φόρους και πρόστιμα, εφόσον προέρχονται από αδήλωτα εισοδήματα.