Οι αριθμοί που αποτυπώνουν τη ρύπανση από το πλαστικό χτυπούν κόκκινο συναγερμό και στην Ελλάδα και παρότι η απεξάρτησή μας από αυτό είναι μονόδρομος, οι σχετικές διαδικασίες αργούν. Το Ευρωκοινοβούλιο ενέκρινε νόμο για οριστική απαγόρευση των πλαστικών αντικειμένων μιας χρήσης, όπως πιάτα, μαχαιροπίρουνα, καλαμάκια, μπατονέτες, αλλά με ισχύ από το 2021.
Τα προϊόντα τα οποία καλύπτονται από την καινούρια νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αποτελούν το 70% των συνολικών θαλάσσιων απορριμμάτων. Αυτή τη στιγμή πάνω από 80% των θαλάσσιων απορριμμάτων είναι πλαστικά.
Τα κράτη μέλη θα πρέπει να πετύχουν το στόχο για συλλογή 90% των πλαστικών μπουκαλιών μέχρι το 2029, ενώ τα πλαστικά μπουκάλια θα πρέπει να προέρχονται τουλάχιστον κατά 25% από ανακυκλωμένο υλικό μέχρι το 2025 και 30% μέχρι το 2030. Η συμφωνία ενισχύει επίσης την εφαρμογή της αρχής «ο ρυπαίνων πληρώνει», εισάγοντας καθεστώς αυξημένης ευθύνης για τους παραγωγούς. Αυτό το νέο καθεστώς θα ισχύει και για τα αλιευτικά εργαλεία, ώστε να εξασφαλιστεί ότι οι παραγωγοί, και όχι οι αλιείς, θα επιβαρύνονται με το κόστος συλλογής των απολεσθέντων στη θάλασσα εργαλείων.
Η νέα Οδηγία προβλέπει:
- Τη σταδιακή κατάργηση ορισμένων πλαστικών μιας χρήσης όπως τα καλαμάκια, οι αναδευτήρες ποτών, οι μπατονέττες, τα μαχαιροπήρουνα, τα πλαστικά στηρίγματα μπαλονιών και τα ποτήρια από πολυστυρένιο (προσοχή όχι γενική απαγόρευση και όχι από άλλα είδη πλαστικού όπως PET ή πολυπροπυλένιο), οι περιέκτες φαγητού και ποτών από πολυστυρένιο.
- Τη λήψη μέτρων για τη μείωση της κατανάλωσης των πλαστικών περιεκτών φαγητών και των πλαστικών ποτηριών
- Την υποχρεωτική χρήση μη αποσπώμενων πωμάτων στα πλαστικά μπουκάλια
- Ανάληψη του κόστους καθαρισμού, από τα απόβλητα αυτών των προϊόντων, από τους παραγωγούς πλαστικών προϊόντων μιας χρήσης, συμπεριλαμβανομένων των τσιγάρων, μέσω, μεταξύ άλλων, συστημάτων διευρυμένης ευθύνης του παραγωγού
- Συλλογή των αλιευτικών διχτυών από συστήματα διευρυμένης ευθύνης του παραγωγού
- Υποχρεωτική χρήση κατ' ελάχιστον 25% ανακυκλωμένου PET στην κατασκευή νέων μπουκαλιών από PET από το 2025 (αυξάνεται σε 30% από το 2030)
- Βελτίωση της σήμανσης ορισμένων προϊόντων, όπως τα υγρά μαντηλάκια, οι σερβιέτες και τα μπαλόνια αναφορικά με τον ορθό τρόπο διάθεσής τους
- Στόχο συλλογής για τα πλαστικά μπουκάλια 77% έως το 2025 και 90% έως το 2029 κυρίως μέσω της δημιουργίας συστημάτων εγγυοδοσίας» και προσθέτει ότι «στόχος μας στην Ελλάδα είναι η πλήρης εφαρμογή του νέου νομοθετικού πλαισίου χωρίς περιττές καθυστερήσεις. Είμαστε ήδη σε διαρκή συνεργασία με τη βιομηχανία πλαστικών τα τελευταία χρόνια (γιατί στην Ελλάδα, σε αντίθεση με τα περισσότερα από τα άλλα ΚΜ της ΕΕ, υπάρχει σημαντική παραγωγή σε κάποια από αυτά τα είδη) προκειμένου να μπορέσει να προσαρμοστεί έγκαιρα στα νέα δεδομένα».
Σαν να ρίχνουμε στη θάλασσα 23.000 Boeing 747 το χρόνο
Η εικόνα της πλαστικής ρύπανσης στην Ελλάδα είναι απογοητευτική. Σύμφωνα με την Greenpeace, στην Ελλάδα σερβίρονται κατά μέσο όρο 1.000.000 πλαστικά ποτήρια κάθε μέρα μόνο για καφέ. Κάθε χρόνο χρησιμοποιούνται 4,3 δισ. πλαστικές σακούλες (πριν την εφαρμογή του περιβαλλοντικού τέλους), 2 δισ. πλαστικά μπουκάλια για νερό και αναψυκτικά και 300 εκατ. πλαστικά ποτήρια του καφέ.
Στην Ελλάδα καταναλώνονται εκτός σπιτιού κάθε χρόνο 315.000 σάκοι καφέ, που σημαίνει 1,2 δισ. καφέδες. Σύμφωνα με στοιχεία της αγοράς, το 60% αφορά κρύο καφέ, από το οποίο το 50% είναι takeaway. Επομένως, χρησιμοποιούνται 300 εκατομμύρια πλαστικά ποτήρια μίας χρήσης για καφέ ετησίως (σύμφωνα με στοιχεία μετρήσεων και εκτιμήσεων της Greenpeace με βάση διαθέσιμα στοιχεία της αγοράς μετρήσεις), ενώ περίπου 40 τόνοι πλαστικού καταλήγουν στο φυσικό περιβάλλον κάθε μέρα!
Στο μεταξύ, ένα άλλο είδος πλαστικού απορρίμματος με σημαντικές επιπτώσεις είναι οι μικροΐνες πλαστικού, που προέρχονται από τη διάβρωση συνθετικών υφασμάτων, πχ ρούχα από πολυεστέρα. Έχει υπολογιστεί ότι ένα μπουφάν fleece σε μία και μόνο πλύση του στο πλυντήριο απελευθερώνει 250.000 τέτοιες μικροΐνες. Το πρόβλημα είναι τόσο εκτεταμένο ώστε, σύμφωνα με μια μελέτη στο 80% των δειγμάτων πόσιμου νερού που ελέγχθηκαν παγκοσμίως βρέθηκαν μικροΐνες πλαστικού. Σε μελέτη που έγινε στην Ελλάδα στο 89% των ψαριών τριών ειδών (γαύρος, κολιός, παλαμίδα) που εξετάστηκαν εντοπίστηκαν 6,36 μικροΐνες πλαστικού (Έρευνα ΕΛΚΕΘΕ - Χριστίνα Ζέρη).
Για την ρύπανση της Μεσογείου από τα πλαστικά, και το WWF πραγματοποίησε μελέτη, από την οποία προκύπτει ότι στη Μεσόγειο, τα πλαστικά αποτελούν το 95% των σκουπιδιών που εντοπίζονται στις θάλασσες, τόσο στον βυθό της θάλασσας, όσο και στις ακτές. Η ρύπανση αυτή προέρχεται κυρίως από την Τουρκία και την Ισπανία, και σε δεύτερη φάση, από την Ιταλία, την Αίγυπτο, τη Γαλλία και την Ελλάδα, με τους τουρίστες που επισκέπτονται την περιοχή να ευθύνονται για την ετήσια αύξηση κατά 40% των απορριμμάτων που καταλήγουν στη Μεσόγειο.
Τα μεγάλα πλαστικά κομμάτια τραυματίζουν, προκαλούν ασφυξία και συχνά θάνατο στα ζώα της θάλασσας, συμπεριλαμβανομένων και ορισμένων εμβληματικών ειδών που είτε προστατεύονται από τον νόμο, είτε κινδυνεύουν με εξαφάνιση, όπως είναι οι θαλάσσιες χελώνες ή τα θαλάσσια θηλαστικά. Ωστόσο, τα μικροπλαστικά, τα μικρά δηλαδή εκείνα θραύσματα πλαστικού, είναι αυτά που βρίσκονται σε πραγματική αφθονία στη Μεσόγειο. Έχει, μάλιστα, υπολογιστεί πως εντοπίζονται 1,25 εκατομμύρια κομματάκια πλαστικού ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο στη Μεσόγειο, συγκέντρωση σχεδόν τέσσερις φορές υψηλότερη από αυτήν που καταγράφεται στο λεγόμενο «πλαστικό νησί», στον βόρειο Ειρηνικό Ωκεανό. Όταν δε, εισέρχονται στην τροφική αλυσίδα αποτελούν απειλή όχι μόνο για έναν μεγάλο αριθμό ειδών, αλλά και για την ανθρώπινη υγεία.
Τα επίπεδα ρύπανσης στη Μεσόγειο είναι ιδιαίτερα υψηλά, όπως φάνηκε στην πρόσφατη έκθεση του WWF «Σώζοντας τη Μεσόγειο από την πλαστική παγίδα», θέτοντας σε κίνδυνο τα θαλάσσια είδη και μια σειρά από ανθρώπινες δραστηριότητες. Η Ελλάδα, η χώρα με τα 16.000 χιλιόμετρα ακτογραμμής, που ο μεγάλος της πλούτος είναι η θάλασσα, βρίσκεται αντιμέτωπη με αυτό το μεγάλο πρόβλημα. Μέσω της έκθεσης, σημειώνεται πως αν δεν υπάρξουν δραστικές αλλαγές, υπάρχει κίνδυνος να «διαρρεύσουν» στο περιβάλλον επιπλέον 104 εκατομμύρια τόνοι πλαστικών απορριμμάτων έως το 2030, ενώ τα πλαστικά απόβλητα στο θαλάσσιο περιβάλλον αναμένεται να φτάσουν τους 300 εκατ. τόνους μέχρι το ίδιο έτος. Την ίδια στιγμή, το 75% των πλαστικών που έχουν συνολικά παραχθεί παγκοσμίως, σήμερα είναι απόβλητα, ενώ τουλάχιστον το 1/3 από αυτά έχει ήδη καταλήξει στη φύση, με καταστροφικές συνέπειες στα οικοσυστήματα και την άγρια ζωή. Σύμφωνα με επίσημες καταγραφές, τα πλαστικά απορρίμματα έχουν αποτελέσει αιτία τραυματισμού ή και θανάτωσης πολλών ειδών άγριας ζωής, ενώ οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου από την παραγωγή και την καύση πλαστικών αναμένεται να αυξηθούν κατά 50% τα επόμενα χρόνια.
Όπως αναφέρεται στη μελέτη του WWF, εκτιμάται πως σχεδόν 100 εκατομμύρια τόνοι πλαστικών απορριμμάτων διαφεύγουν στο περιβάλλον κάθε χρόνο. Είναι σαν να ρίχνουμε στη θάλασσα σχεδόν 23.000 αεροπλάνα Boeing747 κάθε χρόνο. Οι περισσότερες από αυτές τις ποσότητες είναι σχεδόν αδύνατο να ανακτηθούν και θα παραμείνουν στη θάλασσα ρυπαίνοντάς την. Επιπλέον, άλλες έρευνες εκτιμούν πως η πλαστική ρύπανση στα χερσαία οικοσυστήματα είναι τουλάχιστον 4 φορές μεγαλύτερη σε σχέση με τη θαλάσσια.
«Σε συνεργασία με την ελληνική βιομηχανία προχωρούμε σε αξιολόγηση των θετικών και αρνητικών διαθέσιμων εναλλακτικών λύσεων, όπως τα βιοαποικοδομήσιμα πλαστικά ή τα "χάρτινα" σκεύη, προκειμένου να αποφευχθεί η στροφή της αγοράς προς προϊόντα που "πλασάρονται" ως φιλικά προς το περιβάλλον, αλλά τελικά, μετά από κάποια χρόνια, συνειδητοποιούμε ότι προξενούν μεγαλύτερη ζημιά», δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο αναπληρωτής υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Σωκράτης Φάμελλος και συμπληρώνει:
«Για παράδειγμα τα βιοπαοικοδομήσιμα πλαστικά μπορούν να αποτελέσουν λύση η οποία δίνει και οικονομική διέξοδο στη ελληνική βιομηχανία πλαστικών, που πλήττεται από τα νέα μέτρα, αλλά θα πρέπει να δούμε ποια βιοαποικοδομήσιμα υλικά είναι προτιμότερα σε σχέση με τις επικρατέστερες μεθόδους λιπασματοποίησης που υπάρχουν στην Ελλάδα και πως πρέπει να επισημαίνονται έτσι ώστε να αποφεύγεται η ανάμιξή τους με το ρεύμα των συμβατικών πλαστικών (καθώς αυτό καθιστά αδύνατη την ανακύκλωσή των συμβατικών πλαστικών). Αντίστοιχα, τα "χάρτινα" ποτήρια ή πιάτα είναι αδύνατον να ανακυκλωθούν αφού περιέχουν μια πλαστική μεμβράνη που δεν μπορεί να διαχωριστεί από το χαρτί. Επομένως, αν διασφαλίσουμε τη συλλογή π.χ. των ποτηριών μιας χρήσης, είναι προτιμότερο αυτά να είναι πλαστικά (από PET ή πολυπροπυλένιο) έτσι ώστε να μπορούν να ανακυκλωθούν αντί για "χάρτινα"».
Ο κ. Φάμελλος διευκρινίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι «επιπρόσθετα, συζητούμε με τα συστήματα εναλλακτικής διαχείρισης για τον τρόπο με τον οποίο θα πρέπει να αναπροσαρμόσουν τις εργασίες τους στο πλαίσιο της αναθεώρησης του επιχειρησιακού τους σχεδιασμού έτσι ώστε να επιτυγχάνονται οι νέοι στόχοι. Και φυσικά να εισαχθούν τα κριτήρια οικολογικού σχεδιασμού προϊόντων στην τιμολογιακή πολιτική των Συστημάτων Εναλλακτικής Διαχείρισης και κατ' επέκταση του Οργανισμού Ανακύκλωσης».
«Στόχος μας», συμπληρώνει, «είναι να ενθαρρύνουμε όλες τις προσπάθειες χωριστής συλλογής των πλαστικών μιας χρήσης έτσι ώστε να πετύχουμε σημαντικά ποσοστά ανακύκλωσης, όχι μόνο στα ρεύματα υλικών που είναι υποχρεωτικό από τη νέα Οδηγία, όπως πχ τα πλαστικά μπουκάλια, αλλά και σε άλλα ρεύματα υλικών όπως πχ τα πλαστικά ποτήρια, όπου οι καταναλώσεις στην Ελλάδα είναι πολύ υψηλές λόγω συγκεκριμένων καταναλωτικών συνηθειών».
Και καταλήγει: «Τέλος, δρομολογούμε την αναθεώρηση του Εθνικού Σχεδιασμού Διαχείρισης Αποβλήτων έτσι ώστε ως το 2020 να έχουμε ένα νέο σύγχρονο πλαίσιο απολύτως συμβατό με το νέο Ευρωπαϊκό νομοθετικό πλαίσιο για τα απόβλητα και ειδικά για τα πλαστικά με βάση τις αρχές της κυκλικής οικονομίας. Τα δημοτικά σχέδια διαχείρισης και τα περιφερειακά σχέδια διαχείρισης απορριμμάτων πρέπει επίσης να προσαρμοστούν στις νέες απαιτήσεις».
Πρόληψη, όχι μόνον ανακύκλωση
«Η ευρωπαϊκή κοινότητα έκανε ένα πρώτο βήμα στην προσπάθεια που γίνεται παγκοσμίως για να αντιμετωπιστεί το τεράστιο πρόβλημα της πλαστικής ρύπανσης. Για πρώτη φορά μπαίνει στο τραπέζι το κομμάτι της πρόληψης, όχι πώς θα διαχειριστούμε καλύτερα τα απορρίμματα αλλά πώς θα μειώσουμε το πλαστικό που βγαίνει στην αγορά. Είναι μια πολύ σημαντική κίνηση και πρωτοβουλία της ευρωπαϊκής κοινότητας, η Greenpeace χαίρεται για αυτό, ωστόσο δεν συνιστά το σύνολο του πλαστικού που υπάρχει στην αγορά» τονίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Άλκης Καφετζής υπεύθυνος εκστρατείας για την προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος στο ελληνικό γραφείο της Greenpeace και προσθέτει: «Οποιοσδήποτε πάει στο σούπερ μάρκετ και διαπιστώσει τι καταναλώνουμε θα δει ότι μιλάμε για πολύ μικρή ποσότητα πλαστικού που θα απαγορευτεί από το 2021. Οφείλουμε σαν κοινωνία είτε είμαστε απλοί πολίτες, καταναλωτές είτε ΜΚΟ, είτε πολιτεία και εταιρείες να μειώσουμε συνολικά την ποσότητα πλαστικών που υπάρχουν σχεδόν σε όλα μας τα προϊόντα που καταλήγουν σε μια δυο εβδομάδες πίσω στα σκουπίδια. Οφείλουμε να δούμε συνολικά το πρόβλημα, να μην κρυφτούμε πίσω από το δάκτυλό μας».
Ο κ. Καφετζής υπογραμμίζει ότι «πρέπει να ζητήσουμε από τους βασικούς υπεύθυνους να αναλάβουν τις ευθύνες τους, οι οποίοι για εμάς είναι οι ίδιες οι εταιρείες που βγάζουν αυτά τα προϊόντα στην αγορά, να δούνε τι μπορούν να μειώσουν άμεσα, να επενδύσουν στην καινοτομία και να βρούμε καινούργια συστήματα διάθεσης των προϊόντων τους στην αγορά, διότι τα προϊόντα των εταιρειών δεν είναι από πλαστικό, οι συσκευασίες τους είναι. Θα πρέπει να βρούνε νέους τρόπους. Δεν είναι εύκολες οι αλλαγές, αλλά αν δεν ορίσουμε ποια είναι η λύση κι αν η πολιτεία δεν πάρει φιλόδοξες αποφάσεις, τότε προφανώς το πρόβλημα δεν θα λυθεί. Θα το κρύψουμε πάλι κάτω από το χαλί ή θα μεταβληθεί σε κάτι άλλο».
Όσο για τη σωστή ιεράρχηση της διαχείρισης των απορριμμάτων ο κ. Καφετζής αναφέρει ότι: πρώτον, είναι η πρόληψη, πώς θα μειώσουμε τον όγκο των απορριμμάτων που παράγουμε, δεύτερον, η επαναχρησιμοποίηση, τρίτη δράση είναι η ανακύκλωση, και στο τέλος η ταφή ή η καύση.
Και προσθέτει: «Δεν πρέπει να εξαρτάται από τον καταναλωτή, οφείλουν οι εταιρείες να δώσουν εναλλακτικές λύσεις. Θα πρέπει να σταματήσουμε να θεωρούμε ότι η πλαστική ρύπανση είναι θέμα κακής διαχείρισης των απορριμμάτων, κακής ανακύκλωσης και κακών καταναλωτικών επιλογών».