Με τρόμο συνειδητοποίησαν οι ευρωπαίοι ηγέτες τη στρατηγική της Άγκυρας καθώς και την αδυναμία ελέγχου τόσο των προσφυγικών ροών όσο και των εξελίξεων στη Συρία, στη Σύνοδο Κορυφής στις Βρυξέλλες. Μπορεί οι πιέσεις προς την Ελλάδα να περιορίστηκαν αισθητά και η Άνγκελα Μέρκελ να μεταβλήθηκε από πολέμιος σε σύμμαχος, ωστόσο η κατάσταση είναι διαρκώς επιδεινούμενη και τα ευχολόγια δεν συμβάλλουν στην επίλυση του προβλήματος. Για το λογο αυτό προγραμματίστηκε ήδη και νέα σύνοδος για το προσφυγικό με τη συμμετοχή της Τουρκίας στις 6 Μαρτίου.
Η αιφνιδιαστική απόφαση της Αυστρίας να ανακοινώσει ότι θα υποδέχεται μόλις 80 πρόσφυγες την ημέρα, η απουσία του Τούρκου πρωθυπουργού, Αχμέτ Νταβούτογλου και η περιθωριοποίηση των τεσσάρων χωρών της ομάδας Βίζεγκραντ (Τσεχία, Πολωνία, Ουγγαρία, Σλοβακία) διαμόρφωσαν νέα δεδομένα στη χθεσινή Σύνοδο Κορυφής, μετατοπίζοντας σε σημαντικό βαθμό το ενδιαφέρον από την Ελλάδα, μειώνοντας την πίεση που η Αθήνα ανέμενε ότι θα υποστεί από τους εταίρους. Πάντως, με δεδομένο ότι το ζήτημα των συνόρων παραμένει εκ των πραγμάτων «ανοικτό» από ορισμένα κράτη-μέλη, ο πρωθυπουργός, Αλ. Τσίπρας θα έχει σήμερα συνάντηση με τη Γερμανίδα καγκελάριο, Αγκελα Μέρκελ και τον Γάλλο πρόεδρο, Φρανσουά Ολάντ, με αντικείμενο το προσφυγικό, αλλά στη διάρκεια της οποίας θα τεθεί επί τάπητος και η διαπραγμάτευση για την πρώτη αξιολόγηση.
Ο Αλέξης Τσίπρας, έχοντας να παρουσιάσει την πρόοδο στις εργασίες για τα κέντρα καταγραφής, υποδοχής και φιλοξενίας, προσήλθε στη Σύνοδο έχοντας προαναγγείλει ότι θα πρέπει τα συμφωνηθέντα να τηρηθούν από όλες τις πλευρές. Υπό τη βάσιμη ανησυχία, δε, ότι οι εξελίξεις στην Τουρκία, μετά την προχθεσινή πολύνεκρη βομβιστική επίθεση μπορεί να τροποποιήσουν τη στάση της Αγκυρας και να αυξήσουν την πίεση προς την Αθήνα για συγκράτηση των ροών, η ελληνική αντιπροσωπεία επιχείρησε να επαναφέρει διαρκώς τη συζήτηση στην ευρωπαϊκή διαχείριση του ζητήματος σε μία συνεδρίαση που ανέδειξε τις πολλές και διαφορετικές προσεγγίσεις και τη δυσκολία να γεφυρωθούν.
Αντιμέτωποι με το χάος
Η απουσία της τουρκικής πολιτικής ηγεσίας από τη Σύνοδο Κορυφής για προσφυγικό αποκάλυψε τα βαριά λάθη της γερμανικής πολιτικής επί του ζητήματος. Η περιθωριοποίηση των «σκληρών του Βίζενγκραντ» και η ύφεση των πιέσεων προς την Ελλάδα, δεν ήταν παρά το αποτέλεσμα των παρασκηνιακών διαβουλεύσεων της ομάδας των 6 ιδρυτικών χωρών της ΕΕ στην Ιταλία.
Η Γερμανία ζητώντας αφενός την εμπλοκή του ΝΑΤΟ για τον έλεγχο της τουρκικής επιθετικότητας και τη συνδρομή Γαλλίας, Ιταλίας, Λουξεμβούργου, του Βελγίου και των Κάτω Χωρών, για την ανάσχεση των πιέσεων που στόχο είχαν τη Συνθήκη Σένγκεν, πατάει το κουμπί του πανικού.
Η Άνγκελα Μέρκελ αντιλαμβανόμενη ότι ο τρόπος με τον οποίο έχει χειριστεί ως ηγεμονική δύναμη τις κρίσεις, οδηγεί στην ενοποίηση τους σε μια μεγαλύτερη, ικανή να δυναμιτίσει τα θεμέλια της ΕΕ, ζήτησε τη βοήθεια των ιδρυτικών μελών και του ΝΑΤΟ, δηλαδή των ΗΠΑ.
Εχοντας όμως ανοίξει την κερκόπορτα των διμερών διαπραγματεύσεων με την Άγκυρα, η Άνγκελα Μέρκελ αντιλαμβάνεται ότι πριμοδότησε -αντί να κατευνάσει- την τουρκική επιθετικότητα τόσο προς την Ελλάδα όσο και προς τη Συρία. Η στρατηγική της Άνγκελα Μέρκελ οδήγησε στην ανατροπή του status quo που ΗΠΑ και Ρωσία οικοδομούσαν προσεκτικά στην περιοχή.
Καθιστώντας την Τουρκία των κκ Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και Αχμέτ Νταβούτογλου προτιμητέο εταίρο για το προσφυγικό και αγνοώντας τη Ρωσία των Πούτιν και Μεντβέντεβ, η Άνγκελα Μέρκελ σέρνει την Ευρώπη σε ένα μέτωπο που συμμετείχε μόνο η Γαλλία. Συμπαρατασσόμενη με την Τουρκία στο μέτωπο της Συρίας όμως η Άνγκελα Μέρκελ επιτυγχάνει την ανακοπή των εξελίξεων που είχαν δρομολογηθεί.
Όπερ σημαίνει ότι ενώ η εκεχειρία σήμανε την παγίωση της υφιστάμενης κατάστασης μεταξύ καθεστωτικών-αντικαθεστωτικών, τώρα στο πρόβλημα εισάγεται η παράμετρος της Τουρκίας, που επιθυμεί να πιέσει τους κούρδους της περιοχής και να απομακρύνει και τις ρωσικές δυνάμεις.
Μέτωπο με Πούτιν και Ομπάμα
Κάτι τέτοιο όμως ενοχλεί και τις ΗΠΑ, οι οποίες προωθούν σταθερά τη δημιουργία κουρδικού κράτους στη Βόρεια Συρία, όπως έπραξαν και στο Βόρειο Ιράκ, αποκόπτοντας κατ ουσία την Τουρκία από την ευρύτερη περιοχή και τα κοιτάσματα πετρελαίου.
Συνεπώς αυτό που επιτυγχάνει η στρατηγική της Άνγκελα Μέρκελ είναι να δεσμεύσει την Ευρώπη στο τουρκικό άρμα, να ανοίξει νέο κύκλο αντιπαράθεσης με τον Βλάντιμιρ Πούτιν, που θα έχει αντίκτυπο στην Ουκρανία και να διευρύνει το μέτωπο με τον Μπαράκ Ομπάμα.
Παράλληλα όμως η αναζωπύρωση του συριακού μετώπου, λόγω της τουρκικής επιθετικότητας, αναμένεται να δημιουργήσει νέες προσφυγικές ροές, τις οποίες η Άγκυρα θα τις χρησιμοποιήσει ως μοχλό πίεσης για την προώθηση των θέσεών της στην ΕΕ.