Άλλη μια εβδομάδα ξεκινά και για την αμερικάνικη αγορά με τους επενδυτές να έχουν στραμμένο το βλέμμα τους στα οικονομικά νέα που βλέπουν το φως της δημοσιότητας τόσο σε εγχώριο όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο. Οι αγορές παράλληλα επί το συνόλω προσπαθούν ν' αφουγκραστούν τα νέα από την Σύνοδο των G20 με τους ηγέτες να επιδιώκουν λύσεις για την τόνωση της παγκόσμιας οικονομίας. Βασικός ρυθμιστής για μια ακόμη φορά θα αποτελέσει η πορεία της τιμής του πετρελαίου. Οι διφορούμενες δηλώσεις και τοποθετήσεις για το μέλλον του "μαύρου χρυσού" προκαλούν έντονη νευρικότητα. Όπως αναφέρουν οι αναλυτές οι επόμενες μέρες θα είναι εξίσου δύσκολες και σ' αυτό θα συμβάλλει η νέα άνοδος του αμερικανικού δολαρίου η οποία θα πλήξει τη σταθεροποίηση των εμπορευμάτων , καθώς και την ικανότητα των αναδυόμενων αγορών να ανταποκριθούν στις προσδοκίες τους για την αναζωογόνηση της παγκόσμιας οικονομίας.
Τα βλέμματα παραμένουν στραμμένα στις πολιτικές της Fed. Η αύξηση των επιτοκίων κατά 4 φορές εντός του έτους αποτελούν όνειρο θερινής νυκτός, για πολλούς αναλυτές και κορυφαίους αξιωματούχους γεγονός που δίνει πρόσκαιρη "ανάσα" στους δείκτες της Wall Street.
Ο Αμερικανός υπουργός Οικονομικών Τζακ Λιού παρότρυνε από την Σύνοδο των G20 τις χώρες να αποφύγουν την ανταγωνιστική υποτίμηση νομισμάτων και δήλωσε ότι είναι ολοένα και πιο σημαντικό να χρησιμοποιηθούν όλα τα διαθέσιμα εργαλεία πολιτικής για να αντιμετωπιστεί η μειωμένη παγκόσμια ζήτηση.
«Είναι ολοένα και πιο σημαντικό να χρησιμοποιηθούν όλοι οι μοχλοί πολιτικής που είναι διαθέσιμοι, και αυτό σημαίνει να χρησιμοποιηθούν οι δημοσιονομικοί μοχλοί καθώς και η νομισματική πολιτική και οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις», δήλωσε ο Λιού, προσθέτοντας ότι υπάρχει «η ανάγκη να αποφευχθεί η ανταγωνιστική υποτίμηση».
Ο Λιού δήλωσε πως πιστεύει ότι η Κίνα έχει τα απαραίτητα εργαλεία πολιτικής για να πετύχει την οικονομική της μετάβαση αλλά χρειάζεται να τηρήσει την ατζέντα των μεταρρυθμίσεων και να κάνει γνωστές με ξεκάθαρο τρόπο τις πολιτικές της, ιδιαίτερα αυτές που σχετίζονται με τη συναλλαγματική ισοτιμία.
Στα μακροοικονομικά νέα της περασμένης εβδομάδας αρνητικός ήταν ο αντίκτυπος και από την πτώση της καταναλωτικής εμπιστοσύνης σε χαμηλό επτά μηνών τον Φεβρουάριο στις ΗΠΑ. Συγκεκριμένα ο εν λόγω δείκτης υποχώρησε στις 92,2 μονάδες έναντι 97,8 τον προηγούμενο μήνα. Σημειώνεται ότι οι αναλυτές προέβλεπαν μικρότερη πτώση στις 96,9 μονάδες. Παράλληλα, τα στοιχεία μεταποίησης στις ΗΠΑ προβλημάτισαν, καθώς ο δείκτης Markit PMI κινήθηκε σε χαμηλό αντίστοιχο του Σεπτεμβρίου 2009. Συγκεκριμένα ο εν λόγω δείκτης υποχώρησε στις 51 μονάδες έναντι 52,4 τον Ιανουάριο, την ώρα που οι αναλυτές ανέμεναν οριακή άνοδο στις 52,5 μονάδες.
Στον αντίποδα, οι μεταπωλήσεις κατοικιών έπιασαν υψηλό έξι μηνών καθώς αυξήθηκαν 0,4%, στο εποχιακά προσαρμοσμένο μέγεθος των 5,47 εκατομμυρίων, σύμφωνα με στοιχεία που καταρτίζει η ένωση κτηματομεσιτών National Association of Realtors.
Σε άλλα στοιχεία δείκτης υπηρεσιών PMI υποχώρησε σε χαμηλό 28 μηνών. Συγκεκριμένα ο δείκτης «βούλιαξε» στις 49,8 μονάδες τον Φεβρουάριο έναντι 53,2 τον προηγούμενο μήνα. Σημειώνεται ότι κάθε μέτρηση κάτω των 50 μονάδων δείχνει συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας. Επιπλέον, στη στεγαστική αγορά, οι μεταπωλήσεις νεόδμητων κατοικιών τον Ιανουάριο κατέγραψαν πτώση 9,2% στις 494.000 κατοικίες έναντι 520.000 που ανέμεναν οι αναλυτές. Οι καταναλωτικές δαπάνες αυξήθηκαν κατά 0,5% τον Ιανουάριο μετά από άνοδο 0,1% τον προηγούμενο μήνα. Άλμα 0,5% σημείωσε και το προσωπικό εισόδημα, πάνω από τις προβλέψεις των αναλυτών. Ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης του πανεπιστημίου του Μίτσιγκαν, υποχώρησε στις 91,7 μονάδες τον Φεβρουάριο από 92 τον προηγούμενο μήνα.
Τέλος το δ' τρίμηνο η αμερικάνικη οικονομία "έτρεξε" κατά 1% όπως ανακοίνωσε το υπουργείο Εμπορίου των ΗΠΑ, σύμφωνα με τα αναθεωρημένα στοιχεία. Η αρχική εκτίμηση του υπουργείου ήταν για ανάπτυξη 0,7%.
Τελικά στην τελευταία συνεδρίαση της Παρασκευής, ο Dow Jones έκλεισε κατά 0,34% στις 16,640 μονάδες. Ο Nasdaq βρέθηκε τελικά σε θετικό έδαφος με 0,17% στις 4,590 μονάδες. Τέλος, ο S&P500 με ισχνές απώλειες 0,19% στις 1,948 μονάδες.