Η Γερουσιαστής των Δημοκρατικών, Ελίζαμπεθ Γουόρεν, που έχει ανακοινώσει την υποψηφιότητά της για την διεκδίκηση του προεδρικού χρίσματος στις εκλογές του 2020 θα παρουσιάσει ένα παναμερικανικό σχέδιο, το οποίο θα εγγυάται την πρόσβαση των οικογενειών στην φροντίδα παιδιών.
Η γερουσιαστής προγραμματίζει να διαθέσει μέρος των εσόδων από την φορολογία που προτείνει για τους πλούσιους, ώστε να χρηματοδοτήσει το πρόγραμμά της για την παιδική φροντίδα.
Την ύπαρξη του σχεδίου γνωστοποίησε ανωνύμως μία πηγή που έχει ρόλο στην προσπάθεια που γίνεται, ενώ το σχέδιο αναμένεται να ανακοινωθεί σήμερα.
Το σχέδιο της Γουόρεν προβλέπει την κατάρτιση ενός ομοσπονδιακού προγράμματος που θα εγγυάται την παιδική φροντίδα από την γέννηση, μέχρι την είσοδο του παιδιού στο σχολείο.
Οι οικογένειες με εισόδημα μικρότερο από το 200% του επιπέδου της φτώχειας, θα έχουν ελεύθερη πρόσβαση στο πρόγραμμα αυτό.
Οι υπόλοιπες οικογένειες θα πληρώνουν ένα ποσοστό 7% από το εισόδημά τους.
Σε πολιτικό επίπεδο κι ενόψει της προκριματικής διαδικασίας στο Δημοκρατικό Κόμμα, αλλά και των προεδρικών εκλογών του 2020, πρόκειται για την δεύτερη πολιτική ανακοίνωση της Γουόρεν.
Τον προηγούμενο μήνα, η γερουσιαστής ανακοίνωσε το πρόγραμμα για τον “φόρο του πλούτου” στον οποίο θα εμπίπτουν οι Αμερικανοί με καθαρά έσοδα άνω των 50 εκατομμυρίων ετησίως.
Η κεντρική δομή του ομοσπονδιακού προγράμματος της Γουόρεν εντοπίζεται στην οργάνωση ενός δικτύου που θα αποτελείται τόσο από δημόσια, όσο κι από οικογενειακά κέντρα.
Το όριο εισοδήματος για την ελεύθερη πρόσβαση στο πρόγραμμα προσδιορίζεται σε ετήσιο εισόδημα 51.500 δολαρίων για μία τετραμελή οικογένεια, ενώ η πρόσβαση των οικογενειών με μεγαλύτερα επίπεδα ετήσιων εισοδημάτων θα είναι δυνατή με την καταβολή εισφοράς 7%, όπως αναφέρθηκε παραπάνω.
Για την οικονομική χρηματοδότηση του προγράμματος γίνεται προφανές ότι η επιβολή φορολογίας στους πλούσιους, αλλά και η καλλιέργεια της υποστήριξης στην αμερικανική κοινή γνώμη για την υλοποίησή της, αποτελεί ένα από τα κύρια προεκλογικά ζητήματα που θα θέσει η Γουόρεν στο επίκεντρο προώθησης της προεκλογικής εκστρατείας της, αρχικά σε προκριματικό επίπεδο για το Δημοκρατικό Κόμμα.
Δίνοντας ένα προσωπικό τόνο στην προεκλογική της εκστρατεία, κατά την διάρκεια των επτά τελευταίων εβδομάδων, η Γουόρεν συζητάει ακόμη και σε επικριτικό τόνο, την απόφασή της να παντρευτεί τον πρώτο της σύζυγο σε ηλικία 19 ετών. Η ίδια αναφέρεται επίσης, στα προβλήματα που αντιμετώπισε όταν απέκτησε δύο παιδιά, αμέσως μετά.
Η Γουόρεν, όπως αναφέρει το ΑΜΠΕ, περιέγραψε πρόσφατα την απόφασή της να φοιτήσει στην νομική σχολή υπό τις δύσκολες συνθήκες που αντιμετώπιζε ως “το πιο τρελό πράγμα στην Αμερική.”
Η γερουσιαστής ανοίχτηκε στους δημοσιογράφους στο Λας Βέγκας, το προηγούμενο Σαββατοκύριακο, λέγοντας ότι όταν ήταν μία νεαρή εργαζόμενη μητέρα, “η φροντίδα των παιδιών ανέτρεπε την ζωή της.”
“Ακόμη θυμάται την ημέρα όπου η νταντά παραιτήθηκε κι έπρεπε να τρέξω άμεσα για να βρω κάποιον να την αντικαταστήσει. Και ήταν πολύ δύσκολο από τότε. Η φροντίδα των παιδιών είναι ένα από αυτά τα πράγματα που πρέπει να κάνουμε για τους εργαζόμενους γονείς, αλλά και για τα παιδιά μας,” τόνισε η ίδια.
Η φροντίδα παιδιού είναι ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα για την αμερικανική κοινωνία τόσο από πλευράς ανησυχίας, όσο κι από πλευράς του οικονομικού κόστους που απαιτεί, ενώ σε μερικές περιπτώσεις μπορεί να εμποδίζει μερικούς γονείς -κυρίως γυναίκες- από το να διατηρούν τις δουλειές τους.
Όσοι πληρώνουν για την φροντίδα των παιδιών στις ΗΠΑ, έχουν μία ετήσια δαπάνη 7.200 δολαρίων, σύμφωνα με τον Μαρκ Ζαντί από την Moody’s Analytics που έχει αναλύσει το πρόγραμμα της Γουόρεν για την προεκλογική της εκστρατεία, ενώ η ανάλυσή του αυτή, βρίσκεται στα χέρια του CNN.
Ο αναλυτής υποστηρίζει ότι τα ομοσπονδιακά προγράμματα που υπάρχουν σήμερα για την παιδική φροντίδα δεν επαρκούν, ενώ αυτό που απευθύνονται στις οικογένειες χαμηλών οικονομικών εισοδημάτων, καλύπτουν μόνο ένα μικρό μέρος των αναγκών που υπάρχουν.
Οι φοροαπαλλαγές που προσφέρονται σε ομοσπονδιακό επίπεδο, δεν επαρκούν για την κάλυψη του οικονομικού κόστους της δαπάνης φροντίδας παιδιού που πληρώνουν οι οικογένειες.