Οικονομία

«Σύννεφα λιτότητας μετά τις εκλογές, «καμπανάκι» από τον Στουρνάρα


Πλεονάσματα πάνω από 2% του ΑΕΠ θα απαιτηθούν από το 2024 και για πολλά χρόνια, προειδοποιεί ο διοικητής της ΤτΕ

Σε σφιχτή δημοσιονομική διαχείριση, αν όχι και λιτότητα, θα πρέπει να επιστρέψει η Ελλάδα μετά τις εκλογές, καθώς, όπως προειδοποιεί ο Γιάννης Στουρνάρας, η χρονική διάρκεια των ευνοϊκών ρυθμίσεων για το χρέος εξαντλείται και η Κομισιόν έχει ζητήσει να αυξηθεί πάνω από το 2% του ΑΕΠ το πρωτογενές πλεόνασμα. Την ίδια στιγμή, οι προτάσεις της γερμανικής κυβέρνησης για την αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας δείχνουν ότι το Βερολίνο δεν είναι διατεθειμένο να συμβιβασθεί με τις «χαλαρές» προτάσεις που έχει καταθέσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Σε μια... παραφωνία στο προεκλογικό κλίμα των υποσχέσεων για νέες παροχές, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος προειδοποιεί το πολιτικό προσωπικό για τις δυσκολίες που έρχονται. Σε συνέντευξή του (στο περιοδικό «Οικονομική Επιθεώρηση»), ο κ. Στουρνάρας ερωτάται: «Περιμένοντας, λοιπόν, τώρα τις κάλπες, η κυβέρνηση που θα προκύψει από αυτές θα έχει μπροστά της ένα δρόμο δημοσιονομικής σύσφιξης».

Και απαντά: «Βεβαίως, ναι! Πρέπει να πάμε σε πρωτογενή πλεονάσματα της τάξεως του 2% ετησίως και όχι μόνο για λόγους βιωσιμότητας του χρέους. Κοιτάξτε, το 2% το θέλεις για να πληρώνεις τους τόκους του χρέους σου. Προσέξτε, τώρα δεν πληρώνουμε τους τόκους, τους αναβάλουμε, τους πετάμε για αργότερα. Πρέπει λοιπόν να δημιουργούμε πρωτογενή πλεονάσματα προκειμένου να πληρώνουμε τους τόκους και, επιπλέον, για να έχουμε μείωση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ. Και τούτο ώστε, σε εννιά χρόνια, όταν η κεφαλαιοποιημένοι τόκοι θα έρθουν να προστεθούν να μην μας δημιουργήσουν θέμα».

Σε ό,τι αφορά την ευνοϊκή ρύθμιση του χρέους με ορίζοντα έως το 2032, ο κ. Στουρνάρας υπογραμμίζει ότι «ο χρόνος δεν είναι μεγάλος, πιστέψτε με. Ακούω να λένε "καλά, εντάξει 9 χρόνια"... Πολιτικά, μπορεί ο χρόνος να ακούγεται τεράστιος, άλλα τεχνικά, αν το σκεφτείς σοβαρά, δεν είναι. Με τις μικρές μου δυνάμεις προσπαθώ αυτό ακριβώς να τους κάνω (σ.σ.: την πολιτική ηγεσία) να το συνειδητοποιήσουν. Το λέω συνέχεια, ξέρω ότι φτάσαμε εκεί που φτάσαμε το 2009-2010 επειδή δεν μιλήσαμε πολύ. Οι υπεύθυνοι δεν μιλήσαμε πολύ και δεν μιλήσαμε δυνατά. Το να το λες στο αυτί του άλλου δεν αρκεί. Εκείνος που ακούει την προειδοποίηση δεν θα πει "αυτό μου είπε ο κεντρικός τραπεζίτης", ενώ αν το πω δημόσια τότε αυτό θα μείνει. Δεν θα υπάρχει η δικαιολογία του "δεν το άκουσα"».

Ο κ. Στουρνάρας αναγνωρίζει ότι τα κόμματα δεν έχουν αντιληφθεί πλήρως την κρισιμότητα των περιστάσεων. «Δεν γνωρίζω», λέει, «αν έχει προχωρήσει η συνειδητοποίηση. Μέχρι τώρα, ξέρετε, είμαστε αφενός στην προστασία των μνημονίων και ύστερα στην προστασία της δημοσιονομικής χαλαρότητας λόγω της πανδημία. Όταν όμως, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, θα βρεθούμε σε ένα καινούργιο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, τότε σίγουρα οι χώρες υψηλού χρέους θα χρειαστεί να έχουμε πρωτογενή πλεονάσματα. Ήδη, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μας το είπε, από το 2024 και μετά 2,2% του ΑΕΠ. Το ξαναλέω: τόσοι είναι οι τόκοι μας για το δημόσιο χρέος. Σου λένε, "σου έχω ρυθμίσει τους τόκους όμως να τους καλύπτεις πειστικά με πρωτογενή πλεονάσματα". Να αφήνει δηλαδή η διαχείριση των δημοσιονομικών ένα κομμάτι ώστε να μειώνεται το χρέος. Αυτό θα μου επιτρέψετε να το ονομάζω χρηστή δημοσιονομική διαχείριση».

Προειδοποιητικά πυρά της Γερμανίας...

Την ώρα που ο κ. Στουρνάρας επισημαίνει ότι η επιστροφή, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, Συμφώνου Σταθερότητας θα φέρει πιέσεις για σχετικά υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, η γερμανική κυβέρνηση εξαπολύει τα δικά της προειδοποιητικά πυρά προς τις Βρυξέλλες και τις κυβερνήσεις του Νότου, με ένα έγγραφο προτάσεων για την αναθεώρηση του Συμφώνου, το οποίο κρατά σημαντική απόσταση από τις «χαλαρές» προτάσεις που έχει καταθέσει η Κομισιόν και αποτελούν τη βάση των σχετικών διαπραγματεύσεων.

Το έγγραφο, που έφεραν στη δημοσιότητα οι "Financial Times", δείχνει ότι το Βερολίνο δεν είναι διατεθειμένο να αποδεχθεί την πλήρη κατάργηση του αυστηρού κανόνα, σύμφωνα με τον οποίο τα κράτη με υπερβολικό χρέος (πάνω από 60% του ΑΕΠ) θα πρέπει να το μειώνουν κάθε χρόνο κατά το 1/20 (5%) της διαφοράς από το ανώτατο όριο. Η Κομισιόν έχει προτείνει να καταργηθεί εντελώς ο ποσοτικός στόχος για τη μείωση του χρέους και να συμφωνεί κάθε χώρα με την Επιτροπή τον στόχο που είναι κατάλληλος για την οικονομική της θέση και τις παραμέτρους βιωσιμότητας του χρέους της. Αντίθετα, οι Γερμανοί λένε ότι ένας ποσοτικός στόχος θα πρέπει να διατηρηθεί και να τεθεί στο 1% του ΑΕΠ ετησίως για τις χώρες με πολύ υψηλό χρέος (βλ. Ελλάδα και Ιταλία) και 0,5% για τις υπόλοιπες.

Το σπουδαιότερο, όμως, είναι ότι το Βερολίνο δηλώνει την αντίθεσή του και στην πρόταση να δοθούν αυξημένα περιθώρια στην Κομισιόν να εποπτεύει τα δημοσιονομικά των κρατών μελών και υποστηρίζει ότι θα πρέπει να υπάρχουν κοινά ποσοτικά κριτήρια αναφοράς και διασφαλίσεις και, ειδικά για τις χώρες με πολύ υψηλό χρέος, να αναζητηθούν πλέον τρόποι περιορισμού της αύξησης των δημοσίων δαπανών. Επίσης, οι Γερμανοί δέχονται να έχουν ειδική μεταχείριση οι δαπάνες των κρατών για τη ψηφιακή και την πράσινη μετάβαση, όμως απορρίπτουν τις προτάσεις κρατών του Νότου για ευρύτερες εξαιρέσεις επενδυτικών ή αμυντικών δαπανών από τους κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας.

Ακολουθήστε το Sofokleousin.gr στο Google News
και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις