Στοχευμένους ελέγχους δρομολογεί η ΑΑΔΕ, σε επαγγελματικούς και επιχειρηματικούς κλάδους όπου είναι σύνηθες φαινόμενο να αποφεύγεται η χρήση POS στις συναλλαγές με το πρόσχημα «βλάβης», ή να γίνονται παζάρια με τους πελάτες.πελάτη.
Σε έκτακτο επιχειρησιακό σχέδιο στο στόχαστρο μπαίνουν οι επαγγελματίες για τους οποίους τα επίσημα στοιχεία των τραπεζών δείχνουν ότι δεν δέχονται πληρωμές με POS, ή εμφανίζουν εξαιρετικά χαμηλά ποσοστά χρήσης, δυσανάλογα με τον τεκμαρτό τζίρο τους.
Οι επιτελείς της ΑΑΔΕ αναλύουν τα στοιχεία της ειδικής έρευνας του ΙΟΒΕ, η οποία αποκάλυψε ότι η χρήση των ηλεκτρονικών πληρωμών είναι ελάχιστη σε ορισμένους κλάδους με τεράστιο τζίρο, ενώ κατέγραψε και τον βαθμό ροπής προς τη φοροδιαφυγή.
Όλοι συγκεκριμένοι κλάδοι τίθενται στο στόχαστρο της ΑΑΔΕ, και η εντολή δίνει είναι η πύκνωση των προληπτικών φορολογικών ελέγχων στους συγκεκριμένους κλάδους.
Η αποφυγή των ηλεκτρονικών πληρωμών, από μια επιχείρηση είναι το πρώτο «καμπανάκι» ότι υποκρύπτει φοροδιαφυγή. Το… χαλασμένο POS είναι εξαίρεση και μπορεί να συμβεί μία φορά, αλλά δεν μπορεί αν είναι ο κανόνας. Επίσης, είναι αδιανόητο ο καταναλωτής να πληρώνει με κάρτα το 70% των αγορών του και να μην πληρώνει με τη χρήση POS τις αγορές αγαθών και υπηρεσιών από συγκεκριμένους κλάδους. Στην προκειμένη περίπτωση, κάτι συμβαίνει.
Εξάλλου, σύμφωνα με τα στοιχεία των τραπεζών, από το σύνολο των POS που τοποθετήθηκαν υποχρεωτικά σε περίπου 650.000 επαγγελματίες προκύπτει ότι το 30% δεν τα έχει χρησιμοποιήσει, από το β εξάμηνο του 2017 που κατέστη υποχρεωτική η προμήθεια και η χρήση τους.
Οι λόγοι της μη χρησιμοποίησης είναι σαφώς η συνέχιση της απόκρυψης των συναλλαγών. Με τη χρήση των POS κάθε είσπραξη εγγράφεται στον λογαριασμό του επαγγελματία στην τράπεζα και υποχρεωτικά στα βιβλία και τα στοιχεία του επαγγελματία. Έτσι, δύσκολα μπορεί να την αποκρύψει από την εφορία, καθώς τα στοιχεία των τραπεζών κοινοποιούνται αυτόματα στο taxisnet και αρκεί μια απλή διασταύρωση.
Το ΙΟΒΕ κατέταξε τις επιχειρήσεις σε τρεις κατηγορίες κινδύνου φοροδιαφυγής, που βασίζεται σε υποθέσεις και όχι σε στοιχεία φορολογικής συμμόρφωσης. Ειδικότερα κάθε συναλλαγή ταξινομείται σε τρεις κατηγορίες ανάλογα το ρίσκο φοροδιαφυγής – χαμηλό, μέτριο, υψηλό. Ειδικότερα:
- Συναλλαγές όπου ο καταναλωτής ενδέχεται να συμφωνεί με τον παραγωγό, ή πάροχο της υπηρεσίας, σε χαμηλότερη τελική τιμή έτσι ώστε να μην πληρώσει ή να πληρώσει μερικώς το ΦΠΑ ταξινομούνται ως συναλλαγές με «υψηλό κίνδυνο».
- Συναλλαγές στις οποίες ο «πωλητής» (παραγωγός, έμπορος, ή πάροχος υπηρεσίας) ενδέχεται να μην εκδώσει απόδειξη και να ιδιοποιηθεί το ΦΠΑ, χωρίς να αλλάζει η τελική τιμή για τον καταναλωτή, ταξινομούνται ως συναλλαγές με «μέτριο κίνδυνο».
- Στις κατηγορίες χαμηλού ρίσκου περιλαμβάνονται κυρίως συναλλαγές με αλυσίδες λιανεμπορίου ή συναλλαγές με το δημόσιο, κ.α. στις οποίες ο παραγωγός, έμπορος ή πάροχος υπηρεσίας συνήθως δηλώνει την συναλλαγή και αποδίδει τον ΦΠΑ ανεξάρτητα από το μέσο πληρωμής.
- Στην κατηγορία υψηλού ρίσκου εντάσσονται τα εστιατόρια, οι καφετέριες, τα μπαρ, οι επαγγελματίες, κατασκευές/συντήρηση, (οικοδομικά επαγγέλματα, υδραυλικοί, ηλεκτρολόγοι, αλουμινάδες κλπ) και κομμωτήρια.