Λιγότερα από 10 δισ. ευρώ, μπορεί να εισπράξει η ΑΑΔΕ από τη δεξαμενή των ληξιπρόθεσμων οφειλών που φτάνει στα 100 δισ. ευρώ. Αυτό σημαίνει ότι, σχεδόν 90 δισ. ευρώ, είναι σχεδόν ξεγραμμένα, καθώς είναι δύσκολο έως αδύνατο να εισπραχθούν.
Αυτό δεν σημαίνει πως οι υπηρεσίες της ΑΑΔΕ σταματούν να διεκδικούν τα συγκεκριμένα χρέη, αλλά η παραδοχή πως είναι δύσκολη η είσπραξή τους, αδυνατίζει τις όποιες προσπάθειες.
Το συγκλονιστικό αυτό στοιχείο, που σήμανε συναγερμό στο υπουργείο Οικονομικών και στο οικονομικό επιοτελείο της κυβέρνησης συνολικότερα, περιέχεται στην «Έκθεση Απολογισμού 2017 & Προγραμματισμού Δραστηριοτήτων της για το έτος 2018» της ΑΑΔΕ, που δημοσιοποιήθηκε προχθές, καθώς, ως «αποτελεσματικό ληξιπρόθεσμο» χρέος χαρακτηρίζεται ένα ποσό της τάξης των 9.831,6 εκ. ευρώ.
Σύμφωνα με την έκθεση το συνολικό ληξιπρόθεσμο υπόλοιπο την 01/01/2018 διαμορφώθηκε σε 99.970,0 εκ. ευρώ.
Από το συνολικό ληξιπρόθεσμο υπόλοιπο της 01/01/18 ποσοστό:
• 45,4% αφορά μη φορολογικά έσοδα (πρόστιμα Κ.Β.Σ., δάνεια κ.λπ.),
• 27,3% αφορά Έμμεσους φόρους (Φ.Π.Α., πρόστιμα έμμεσων φόρων κ.λπ.),
• 24,2% αφορά άμεσους φόρους (φόροι εισοδήματος, φόροι περιουσίας κ.λπ.) και
• 3,2% αφορά λοιπά μη φορολογικά έσοδα.
Όσον αφορά τις κατανομές, ανά κατηγορία ποσού οφειλής, του πλήθους των οφειλετών και του ποσού των αντίστοιχων οφειλών τους, του συνολικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου της 01/01/18 παρατηρείται ότι:
• Ποσοστό 87,7% των οφειλετών (3.569.975 οφειλέτες), με βασική οφειλή μικρότερη των 5 χιλ. ευρώ, διακρατούν το 2,5% (2.519,8 εκ. ευρώ) του συνολικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου της 01/01/18,
• Ποσοστό 1,0% των οφειλετών (40.514 οφειλέτες), με βασική οφειλή μεγαλύτερη των 100 χιλ. ευρώ, διακρατούν το 89,2% (89.216,1 εκ. ευρώ) του συνολικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου της 01/01/18
• Στις ενδιάμεσες κατηγορίες βασικής οφειλής από 5 χιλ. ευρώ έως 100 χιλ. ευρώ , ποσοστό 11,3% των οφειλετών (458.368 οφειλέτες) διακρατούν το 8,2% (8.234,1 εκ. ευρώ) του συνολικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου της 01/01/18.
* μόνο 73 ΑΦΜ (ιδιώτες και επιχειρήσεις) χρωστούν συνολικά 32.091,1 εκατ. ευρώ, ή το 32,1% του συνόλου των χρεών!
Επίσης, από το σύνολο των οφειλών των 99.970,0 εκ. ευρώ, ποσό 4.296,7 εκ. ευρώ, ήτοι ποσοστό 4,3%, είναι ενταγμένο σε ρύθμιση τμηματικής καταβολής. Σημειώνεται, ότι το πραγματικό, αφαιρουμένων των χαρακτηρισμένων ως ανεπίδεκτων είσπραξης οφειλών, συνολικό ληξιπρόθεσμο υπόλοιπο της 01/01/18, ανέρχεται σε 86.480,0 εκ. ευρώ.
Σχετικά με την παλαιότητα του συνολικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου των 99.970,0 εκ. ευρώ της 01/01/18 παρατηρούνται τα ακόλουθα:
• ποσοστό 50,1% προέρχεται/αφορά την χρονική περίοδο έως 30/11/12 και
• ποσοστό 49,9% προέρχεται/αφορά την χρονική περίοδο 01/12/12 έως 01/01/18.
Το «αποτελεσματικό χρέος»
Ωστόσο, όπως τονίζεται στην έκθεση, «το συνολικό «αποτελεσματικό ληξιπρόθεσμο υπόλοιπο της 01/01/18 ανέρχεται σε 9.831,6 εκ. ευρώ και αποτελεί το 9,8% του συνολικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου» των 99.970,0 εκ. ευρώ.
Η ΑΑΔΕ εξηγεί και τον όρο «αποτελεσματικό ληξιπρόθεσμο». Σύμφωνα με την εξήγηση, ως «αποτελεσματικό» ληξιπρόθεσμο υπόλοιπο ορίζεται το πλέον εισπράξιμο μέρος του ληξιπρόθεσμου υπολοίπου το οποίο:
• Περιλαμβάνει οφειλές μόνο εντός προϋπολογισμού.
• Περιλαμβάνει υπόλοιπα ποσού βασικής οφειλής έως 1,5 εκ. ευρώ.
• Δεν περιλαμβάνει οφειλές προ της 30/11/13.
• Δεν περιλαμβάνει χρέη σε αναστολή είσπραξης και οφειλές χαρακτηρισμένες ως ανεπίδεκτες είσπραξης.
• Δεν περιλαμβάνει τις κατηγορίες φόρων: 25. Λοιπές εισφορές, 27. Έμμεσοι υπέρ τρίτων, 31. Μισθώματα, 32. Υπηρεσίες, 35. Πρόστιμα Κ.Β.Σ., 36. Δάνεια, 37. Υπέρ διαφορών τρίτων, 38. Λοιπά πρόστιμα μη φορολογικά, 39. Παράβολα, 41. Καταλογισμοί και 49. Λοιπά μη φορολογικά.
• Δεν περιλαμβάνει τις εξής κατηγορίες οφειλετών: (α) πτωχοί, (β) ΔΕΚΟ, (γ) μηδενικά - προσωρινά Α.Φ.Μ. και (δ) υπό εκκαθάριση.
Και τα "ανεπίδεκτα είσπραξης"
Ακόμη, από την έκθεση της ΑΑΔΕ προκύπτει ότι το συνολικό ύψος των χαρακτηρισμένων ως ανεπίδεκτων είσπραξης ληξιπρόθεσμων οφειλών της Φορολογικής Διοίκησης (Ε.Μ.ΕΙΣ., Δ.Ο.Υ. και Ελεγκτικών Κέντρων) ανήλθε το 2017 σε 4.497,0 εκ. ευρώ παρουσιάζοντας:
- αύξηση κατά 5,0% σε σχέση με το 2016 (4.281,9 εκ. ευρώ) και
- οριακή υστέρηση (περίπου 3 εκ. ευρώ) έναντι του ετήσιου στόχου (4.500,0 εκ. ευρώ).
Όπως διευκρινίζει η ΑΑΔΕ, σκοπός της διαδικασίας χαρακτηρισμού των οφειλών ως ανεπίδεκτων είσπραξης είναι η επιτάχυνση της διαδικασίας εκκαθάρισης των επί σειρά ετών σωρευμένων ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο, από εκείνες που πραγματικά και εμπεριστατωμένα θεωρούνται επισφαλείς, προκειμένου το Δημόσιο να διαθέτει μια ολοκληρωμένη, διαφανή, αποτελεσματική και ελέγξιμη διαδικασία είσπραξης των οφειλών, με στόχο οι εισπρακτικοί μηχανισμοί να επικεντρώσουν τις προσπάθειές τους στις οφειλές που παρουσιάζουν αυξημένες πιθανότητες είσπραξης.
Ο χαρακτηρισμός οφειλών ως ανεπίδεκτων είσπραξης γίνεται εφόσον πληρείται το σύνολο των αναφερόμενων στο νόμο προϋποθέσεων και τηρηθεί η ειδική διαδικασία, η οποία ορίζεται στο άρθρο 82 του Κ.Ε.Δ.Ε. Ειδικά για τις περιπτώσεις οφειλών μεγάλου ύψους (άνω του 1,5 εκ. ευρώ) η απόφαση του Διοικητή εκδίδεται κατόπιν εισήγησης του Προϊσταμένου της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης και μετά από σύμφωνη γνώμη του αρμόδιου τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Ο σχετικός έλεγχος διενεργείται από ειδικά οριζόμενο για το σκοπό αυτό ελεγκτή, ο οποίος πιστοποιεί με βάση τεκμηριωμένη έκθεση ελέγχου ότι αποδεδειγμένα έχουν ολοκληρωθεί όλες οι απαιτούμενες ενέργειες για τον εντοπισμό πάσης φύσεως περιουσιακών στοιχείων κινητών, ακινήτων, απαιτήσεων στα χέρια τρίτων ή τυχόν άλλης πηγής εσόδων. Η ΑΑΔΕ επισημαίνει ότι η διαδικασία έχει επιταχυνθεί μετά την τροποποίηση του ΚΕΔΕ από το ν.4336/15 και την έκδοση της αριθ. 1089/2016 απόφασης και της αριθ. 1151/2016 εγκυκλίου του Γ.Γ.Δ.Ε. Μάλιστα, στην τελευταία αναφέρονται τα πληροφοριακά συστήματα με τα οποία διενεργούνται οι έρευνες για το χαρακτηρισμό της οφειλής ως ανεπίδεκτης είσπραξης.
Τονίζεται ότι ο χαρακτηρισμός των οφειλών ως ανεπίδεκτων είσπραξης δεν συνεπάγεται και την οριστική διαγραφή τους. Το Δημόσιο διατηρεί ακέραιο το δικαίωμα του για την είσπραξη της οφειλής ή συμψηφισμού της και μετά την καταχώριση της στα ειδικά βιβλία των ανεπίδεκτων είσπραξης, ενώ οφειλή που έχει καταχωρηθεί ως ανεπίδεκτη είσπραξης επαναχαρακτηρίζεται ως εισπράξιμη, εάν διαπιστωθεί ότι υπάρχει δυνατότητα μερικής ή ολικής ικανοποίησης της είτε από τον οφειλέτη είτε από συνυπόχρεο πρόσωπο.
Με τον χαρακτηρισμό των οφειλών ως ανεπίδεκτων είσπραξης αναστέλλεται η παραγραφή τους για μια δεκαετία, ενώ επέρχονται άμεσα οι προβλεπόμενες από το νόμο συνέπειες για τον οφειλέτη και τα συνυπόχρεα πρόσωπα, όπως η μη χορήγηση αποδεικτικού φορολογικής ενημερότητας και η δέσμευση των περιουσιακών τους στοιχείων.