Η σκηνή έχει επαναληφθεί σε πολλές ταινίες του Χόλυγουντ, πολλές βασισμένες σε αληθινά γεγονότα*: πράκτορες του FBI μαζί με ανθρώπους της αμερικανικής Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς (Securities and Exchange Commission – SEC) εισβάλλουν στα γραφεία μιας εταιρείας και παίρνουν με χειροπέδες κορυφαία στελέχη, που κατηγορούνται για κάποιο χρηματιστηριακό αδίκημα (securities fraud).
Αντίθετα, στην Ελλάδα είθισται οι κατηγορούμενοι για χρηματιστηριακά αδικήματα να μη μαθαίνουν τι ακριβώς είναι οι χειροπέδες, ενώ οι καταδίκες για τέτοια αδικήματα είναι σπάνιες. Αντίθετα, για να θυμηθούμε μόνο πρόσφατες αποφάσεις της Δικαιοσύνης, αθωώθηκαν όλοι οι κατηγορούμενοι για τις περιβόητες «μετοχές – φούσκες» του 1999, όπως αθωώθηκε και ο Λαυρέντης Λαυρεντιάδης για χειραγώγηση της μετοχής της Alapis.
Γενικότερα, η αντιμετώπιση του white collar crime (έγκλημα λευκού κολλάρου) είναι χαλαρή στο ελληνικό θεσμικό σύστημα. Τα μεγάλα «ψάρια», μάλιστα, οι εγκληματίες με μεγάλη οικονομική επιφάνεια, υπάρχει διάχυτη εντύπωση (όχι άδικα) ότι πάντα βρίσκουν ένα τρόπο να «ξεγλιστρούν» από τις αρχές.
Η αντίληψη, που είναι εδραιωμένη διεθνώς στους επενδυτικούς κύκλους, ότι στην Ελλάδα όχι μόνο υπάρχει ασθενές κράτος δικαίου (rule of law), αλλά ειδικότερα στα χρηματιστηριακά αδικήματα το σύστημά μας «μπάζει νερά» από παντού, είναι ένας από τους σοβαρούς λόγους που εμποδίζουν την εισροή διεθνών επενδυτικών κεφαλαίων.
Αντίστροφα, η αντίληψη ότι στην Νέα Υόρκη ή στο Λονδίνο οι απατεώνες που θα επιχειρήσουν να «φάνε» κεφάλαια επενδυτών θα τιμωρηθούν αυστηρά, είναι ένας σπουδαίος λόγος για να κατευθύνονται εκεί τα διεθνή επενδυτικά κεφάλαια.
Το τεστ με την Folli
Αυτή την περίοδο, οι ελληνικές αρχές και το θεσμικό μας σύστημα περνούν ένα πολύ σοβαρό τεστ, σοβαρότερο από όσο έχουμε αντιληφθεί στην Ελλάδα: το σκάνδαλο της Folli Follie «έκαψε» μεγάλου ύψους κεφάλαια σοβαρών οίκων διαχείρισης κεφαλαίων, οι οποίοι περιμένουν να δουν πως θα λειτουργήσει το σύστημά μας στην απόδοση Δικαιοσύνης.
Οι ως τώρα ενδείξεις δεν είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικές. Η απάτη με τα οικονομικά στοιχεία, κολοσσιαίων διαστάσεων, δεν εντοπίσθηκε από κάποια αρχή της Ελλάδας, αλλά από ένα σχετικά άγνωστο fund της Νέας Υόρκης, που μπήκε στον κόπο να ελέγξει εξονυχιστικά τα οικονομικά στοιχεία και να καταλήξει σε μια έκθεση που επιβεβαιώθηκε πλήρως από το μεταγενέστερο έλεγχο εξειδικευμένου οίκου.
Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δεν έχει καταφέρει ως τώρα να υποβάλει στον εισαγγελέα μια μηνυτήρια αναφορά για παραβάσεις της χρηματιστηριακής νομοθεσίας, παρότι όσοι δεν γνωρίζουν καλά την ελληνική νομοθεσία θεωρούν ότι είναι τόσο εξόφθαλμες οι παρανομίες της διοίκησης της Folli Follie, που είναι αδιανόητο να μην έχει καταρτισθεί ακόμη μια μηνυτήρια αναφορά της αρμόδιας αρχής.
Θα ήταν άδικο, όμως, να «φορτώσει» κανείς όλη την ευθύνη στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, παρότι είναι γνωστές οι αδυναμίες της και έχουν φανεί σε πολλές υποθέσεις.
Δυστυχώς, ο νομοθέτης, αντί να «σφίγγει» το θεσμικό πλαίσιο για την αντιμετώπιση των χρηματιστηριακών εγκλημάτων, έχει «χαλαρώσει» αισθητά το σχετικό νόμο. Με νομοθετική πρωτοβουλία του 2016, αναθεωρήθηκε ο νόμος του 2005 για τη χειραγώγηση αγοράς, κατά τρόπον ώστε να είναι πολύ δύσκολη η άσκηση διώξεων. Ήδη, χάρη σε αυτή την αναθεώρηση, αθωώθηκε ο Λαυρέντης Λαυρεντιάδης.
Ενώ ο προηγούμενος νόμος όριζε ότι τιμωρούνται με φυλάκιση ενός έτους όσοι χειραγωγούν την αγορά με πλασματικές συναλλαγές ή ψευδείς πληροφορίες, και η ποινή ανέβαινε ως τα 10 χρόνια, εάν αποδεικνυόταν ότι ο παραβάτης είχε σημαντικό οικονομικό όφελος, με το νόμου του 2016 ποινή φυλάκισης επιβάλλεται μόνο όταν υπάρχει απόδειξη οικονομικού οφέλους ή έχουν γίνει χρηματιστηριακές συναλλαγές μεγάλης αξίας.
Για να το πούμε πιο απλά, προσαρμόζοντας τις πρόνοιες του νέου νόμου στην υπόθεση της Folli Follie, μπορεί μια διοίκηση εισηγμένης να δημοσιεύει πλασματικές οικονομικές καταστάσεις, αλλά να μην διωχθεί ποινικά, αν δεν διαπιστωθεί ότι κάποιοι insiders αξιοποίησαν αυτή την παραπλάνηση του επενδυτικού κοινού για να κερδίσουν από συναλλαγές στο Χρηματιστήριο!
Αυτό είναι και το πρόβλημα που έχει εμποδίσει ως τώρα την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς να υποβάλει μηνυτήρια αναφορά στον εισαγγελέα. Πολλά μπορούν να αλλάξουν, βεβαίως, τώρα που αποδεικνύεται ότι η λογιστική απάτη κρατούσε χρόνια και, στο μεταξύ, έγινε τουλάχιστον μία μεγάλη χρηματιστηριακή συναλλαγή, που ωφέλησε τον Δ. Κουτσολιούτσο.
Όπως και να ‘χει, όμως, είναι γεγονός ότι η ποινική μεταχείριση των χρηματιστηριακών αδικημάτων είναι ανεπίτρεπτα χαλαρή και πρέπει να επανεξετασθεί, αν μη τι άλλο για πρακτικούς λόγους: όσο οι ξένοι διαχειριστές κεφαλαίων βλέπουν ότι απατεώνες μπορούν σχετικά εύκολα να «τρώνε» τα κεφάλαια επενδυτών, τόσο θα χαρακτηρίζουν το ελληνικό Χρηματιστήριο ως μια υπανάπτυκτη αγορά υψηλού κινδύνου και θα την αποφεύγουν. Για μια χώρα διψασμένη για ξένα κεφάλαια, απολύτως αναγκαία για να την οικονομική ανάκαμψη, η «χαλαρή» μεταχείριση χρηματιστηριακών αδικημάτων δεν μπορεί να είναι ανεκτή.
*Στη φωτογραφία, σκηνή σύλληψης από την ταινία "Ο Λύκος της Wall Street".