Τις ανησυχίες του σχετικά με τις εξελίξεις στην υπόθεση των υποκλοπων εκφράζει το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΣΗΕΑ , μεσώ ανακοίνωσης που εξέδωσε.
Συγκεκριμένα, υπογραμμίζεται: «Τόσο η ανακοίνωση της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου Γεωργίας Αδειλίνη αναφορικά με το πόρισμα της έρευνας, όσο και οι δημοσιογραφικές πληροφορίες για το περιεχόμενο του, και ειδικά η αποκάλυψη της ύπαρξης και νέων θυμάτων παρακολούθησης από τον δημοσιογραφικό χώρο, προκαλούν πλήθος ερωτημάτων.
Κατά τις πρώτες ενδείξεις, η εισαγγελική έρευνα όχι μόνον δεν αξιοποίησε τα ευρήματα της δημοσιογραφικής έρευνας, αλλά με την άρνηση διεξαγωγής συγκεκριμένων προανακριτικών πράξεων που υποδείχθηκαν από τα θύματα των υποκλοπών, υποβάθμισε τα εξαιρετικά σημαντικά ευρήματα.
Η πρακτική αυτή, είναι επιπρόσθετα ανησυχητική διότι οπλίζει με επιχειρήματα όσους ελέγχθηκαν για το ρόλο τους στις υποκλοπές και επιδόθηκαν σε καταχρηστικές αγωγές σε βάρος των δημοσιογράφων που προχώρησαν στις αποκαλύψεις. Πρακτικά, έχει ως συνέπεια τον εκφοβισμό δημοσιογράφων και την φίμωση της δημοσιογραφικής έρευνας για το θέμα.
Αν επαληθευθούν από το περιεχόμενο του πορίσματος όσα καταγράφονται στην ανακοίνωση της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου, εγείρονται νέα ερωτήματα για το βάθος της διαλεύκανσης της υπόθεσης και μένουν αναπάντητα τα καίρια ερωτήματα που έθεσε, από την πρώτη στιγμή, η ΕΣΗΕΑ: α) πώς διασφαλίζεται ότι δημοσιογράφοι δεν θα εξακολουθούν να γίνονται στόχοι παράνομων παρακολουθήσεων και αναιτιολόγητων αποφάσεων άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών τους, β) γιατί εξαρχής παρακολουθούνταν δημοσιογράφοι και διευθυντές εφημερίδων.
Η ΕΣΗΕΑ παρακολουθεί το θέμα στενά, με νηφαλιότητα και αίσθημα ευθύνης και εξακολουθεί να αναμένει απαντήσεις στα σοβαρά ερωτήματα που θέτει. Θα συνεχίσει να στηρίζει τους δημοσιογράφους και το δικαίωμα τους να επιτελούν ανεπηρέαστοι το έργο τους», καταλήγει η ΕΣΗΕΑ