«H Θεσσαλία βιώνει μια πολύ μεγάλη βιβλική καταστροφή, όπως και πολλές άλλες περιοχές της χώρας μας. Το πρώτο μέλημα είναι η στήριξή μας στους ανθρώπους που είτε επιχειρούν είτε προσπαθούν να προστατεύσουν τις περιουσίες τους.
Στο Συντονιστικό Πολιτικής Προστασίας της Θεσσαλίας ενημερωθήκαμε από τους υπουργούς και τον περιφερειάρχη για τις προσπάθειες αποκατάστασης των υποδομών.
Οι προτεραιότητες που θέσαμε, μετά φυσικά από τη διάσωση των πολιτών και την υποστήριξη όσων επιχειρούν, ήταν τα θέματα των συγκοινωνιακών συνδέσεων, πρώτα στις νομαρχιακές οδικές διασυνδέσεις, της ηλεκτροδότησης, της ύδρευσης και των υγειονομικών υποδομών», υπογράμμισε ο πρόεδρος της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Σωκράτης Φάμελλος σε δηλώσεις του κατά την περιοδεία του στις πληγείσες από τις φονικές πλημμύρες περιοχές στη Θεσσαλία.
«Πρωτεύει φυσικά η προστασία της ζωής. Ενημερωθήκαμε από τον δήμαρχο Παλαμά Καρδίτσας, κ. Σακελαρίου, για τις προσπάθειες που γίνονται για τον απεγκλωβισμό πολλών συμπολιτών μας και τα εκτεταμένα προβλήματα και τον αποκλεισμό σε πολλούς οικισμούς. Αλλά και στον νομό Λάρισας υπάρχουν μεγάλες επιπτώσεις από τις φονικές πλημμύρες. Στον Δήμο Κιλελέρ, με τα στοιχεία που έχει μέχρι στιγμή ο Δήμος, προκύπτει ότι τουλάχιστον 150.000 στρέμματα έχουν πλημμυρήσει και έχουν καταστραφεί ολοσχερώς. Ο Δήμος μάς ενημέρωσε ότι αυτή τη στιγμή έχει 300 ανθρώπους που στεγάζει προσωρινά γιατί χρειάστηκε να εκκενωθούν οι κατοικίες τους», σημείωσε, τονίζοντας πως «συνολικά χρειάζεται ένα άμεσο δίκτυο πολιτικής προστασίας και αλληλεγγύης για να μπορέσει να συντηρηθεί ο τόπος σήμερα». «Και σε αυτό θα συνεισφέρει ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και οι οργανώσεις του. Προφανώς και πρέπει όλοι να βοηθήσουμε ώστε να υποστηριχτούν οι πολίτες για να μην υπάρχουν θύματα και κόστος ανθρώπινης ζωής», προσέθεσε.
«Πρέπει να σημειώσουμε ότι αποδεικνύεται ότι είμαστε απροετοίμαστοι ως Πολιτεία για τόσο σημαντικά και ακραία καιρικά φαινόμενα. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να αναβαθμίσουμε την επάρκεια της Πολιτείας. Για να είναι έτοιμη να στηρίξει και τους πολίτες και την οικονομία. Είναι ξεκάθαρο ότι τα φαινόμενα που ζούμε ξεπερνούν κάθε προηγούμενο. Τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης τις είχαμε συζητήσει και ξέρουμε ότι θα είναι σφοδρές», είπε και συνέχισε:
«Το πρώτο που χρειάζεται να γίνει είναι να ενοποιηθεί η κλιματική πολιτική. Ήταν λάθος ο διαχωρισμός, η μεταφορά της πολιτικής για την προσαρμογή στην κλιματική κρίση στο Υπουργείο Πολιτικής Προστασίας. Χρειαζόμαστε ενιαίες πολιτικές με έμφαση στον σχεδιασμό και στην πρόληψη, για τη διαχείριση πλημμυρών και δασικών πυρκαγιών, χωροταξικών θεμάτων και προστατευόμενων περιοχών. Πρέπει ο μακροπρόθεσμος σχεδιασμός να γίνει ουσιαστικός και ιδίως να υλοποιείται. Ταυτόχρονα, χρειαζόμαστε νέα σχέδια πολιτικής προστασίας, το ζητήσαμε και στη Βουλή, διότι οι συνθήκες μεταβάλλονται και χρειάζεται να αναβαθμίσουμε την επάρκεια της Πολιτείας. Χρειαζόμαστε μία ισχυρή Πολιτεία για να δώσει τη μάχη και να υπερασπιστεί την επόμενη μέρα τις μεγάλες αβεβαιότητες που έχουμε μπροστά μας».
«Σε αυτήν την κατεύθυνση οφείλω να πω ότι το 2016 εγκρίθηκε από την Ελληνική Βουλή η Εθνική Στρατηγική για την Προσαρμογή στην Κλιματική Αλλαγή. Πρέπει να επικαιροποιηθεί άμεσα και να αναβαθμιστεί με τα νέα κλιματικά δεδομένα. Ήταν μία πρωτοβουλία που είχε λάβει τότε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Απαιτούνται όμως και Περιφερειακά Σχέδια Προσαρμογής στην Κλιματική Αλλαγή. Για παράδειγμα στην Περιφέρεια Θεσσαλίας δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί το σχετικό περιφερειακό σχέδιο, παρότι έχουν περάσει επτά χρόνια από τη σχετική νομοθετική πρωτοβουλία. Αυτό πρέπει να γίνει σε όλες τις περιφέρειες της χώρας όπως προτείνει σταθερά ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. Και ταυτόχρονα ένα σημαντικό εργαλείο που καθυστερεί είναι τα Σχέδια Διαχείρισης Κινδύνων Πλημμύρας», ανέφερε, τονίζοντας: «Τώρα καταλαβαίνουμε τη χρησιμότητά τους. Οι περιοχές του Βόλου που επλήγησαν τις προηγούμενες μέρες ήταν στις προτεραιότητες του Σχεδίου Διαχείρισης Κινδύνου Πλημμύρας που κυρώθηκε από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ το 2018. Αυτά τα έργα δεν υλοποιήθηκαν. Όμως τα Σχέδια αυτά έπρεπε να είχαν αναθεωρηθεί και υποβληθεί επίσημα στην Ευρωπαϊκή Ένωση έως τις 31.12.2021, αλλά η κυβέρνηση δεν έλαβε τη σχετική μέριμνα.
Άρα λοιπόν έχουμε ήδη θεσμικά εργαλεία που πρέπει να ενεργοποιηθούν, έχουμε όμως και νέες προτάσεις για τη αναβάθμιση της επάρκειας της Πολιτείας».
«Αυτά όλα θα τα καταθέσουμε και από αύριο. Σήμερα προέχει να υποστηρίξουμε τους πολίτες και τις περιοχές που πλήττονται. Μετά την καταστροφή, όμως, απαιτείται να προχωρήσουν μεταρρυθμίσεις για την αναβάθμιση της Πολιτείας, γιατί σε αυτά τα δύσκολα φαινόμενα μόνο μια ισχυρή Πολιτεία μπορεί να στηρίξει τους πολίτες», κατέληξε ο Σ. Φάμελλος.