Εκατέρωθεν προειδοποιήσεις, αλλά και αμοιβαία προσπάθεια διατήρησης των συνθηκών που θα επιτρέψουν τη συνέχιση της διμερούς συνεργασίας, χαρακτήρισαν τη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησαν νωρίτερα σήμερα η υπουργός Εξωτερικών Αναλένα Μπέρμποκ και ο κινέζος ομόλογός της Τσιν Γκάνγκ, ενόψει του 7ου κύκλου γερμανοκινεζικής κυβερνητικής συνεργασίας που θα πραγματοποιηθεί στις 20 Ιουνίου στο Βερολίνο.
Η κυρία Μπέρμποκ τόνισε αυστηρά ότι δεν πρέπει να υπονομεύονται οι κυρώσεις που έχουν επιβληθεί σε βάρος της Ρωσίας και ζήτησε από την Κίνα να απέχει από την εξαγωγή προς τη Ρωσία προϊόντων «διπλής χρήσης», τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν και ως στρατιωτικός εξοπλισμός, ενώ ο κ. Τσιν δήλωσε ότι, σε περίπτωση κυρώσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε βάρος της χώρας του, «η Λαϊκή Δημοκρατία θα αντιδρούσε αυστηρά προκειμένου να υπερασπιστεί τα νόμιμα συμφέροντα της χώρας μας και των εταιριών μας». Οι κανονικές οικονομικές σχέσεις μεταξύ Κίνας και ΕΕ «δεν πρέπει να πολιτικοποιηθούν», πρόσθεσε.
Σύμφωνα με σημερινά δημοσιεύματα, το νέο πακέτο μέτρων που προτείνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τη Ρωσία προβλέπει μεταξύ άλλων ότι για πρώτη φορά θα πληγούν και εταιρίες από την Κίνα και το Χονγκ Κονγκ. Οκτώ εταιρίες κατηγορούνται ότι εξάγουν προϊόντα «διπλής χρήσης» στη Ρωσία.
«Δεν παραδίδουμε όπλα σε χώρες ή περιοχές κρίσης», διαβεβαίωσε ο κινέζος υπουργός Εξωτερικών και αναφέρθηκε σε κινεζικούς κανόνες που ρυθμίζουν την εξαγωγή αγαθών «διπλής χρήσης». Η κυβέρνηση «απορρίπτει αυστηρά μονομερείς κυρώσεις σε βάρος της Κίνας», προειδοποίησε. Από την πλευρά της η κυρία Μπέρμποκ δεν θέλησε να σχολιάσει επιμέρους λεπτομέρειες του νέου πακέτου κυρώσεων το οποίο βρίσκεται υπό συζήτηση, αλλά επισήμανε ότι τα μέτρα «δεν πρέπει να παρακάμπτονται με κυκλικό τρόπο», καθώς «είναι ιδιαίτερα κρίσιμης σημασίας το εάν οι ρωσικές εταιρίες εξοπλισμών έχουν στη διάθεσή τους προϊόντα που σχετίζονται με τον πόλεμο» και περιμένουμε από όλες τις χώρες, περιμένουμε επίσης και από την Κίνα, να επηρεάσουν τις εταιρίες τους ανάλογα», πρόσθεσε.
Αναφερόμενη κατ' επανάληψη στον πόλεμο στην Ουκρανία, η Αναλένα Μπέρμποκ έκανε λόγο για «βάναυση παραβίαση του διεθνούς δικαίου» και ζήτησε την απόσυρση των ρωσικών στρατευμάτων. Απαντώντας μάλιστα σε σχετική ερώτηση, διευκρίνισε ότι η Γερμανία, η οποία έχει επίσης ως αρχή τη μη παράδοση όπλων σε περιοχές κρίσης, σέβεται ιδιαίτερα τον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών - «ειδικά λόγω της ιστορίας της» - και ενεργεί για την ενίσχυση της ουκρανικής αυτοάμυνας με στόχο οι αρχές του διεθνούς δικαίου να ισχύσουν και πάλι και για τον λαό της Ουκρανίας. Από την πλευρά του ο κινέζος ομόλογός της κάλεσε «όλες τις πλευρές να σταματήσουν τον πόλεμο και να ξεκινήσουν ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις». Η Κίνα, είπε χαρακτηριστικά, «δεν θέλει να ρίξει λάδι στη φωτιά», ενώ απέφυγε να καταδικάσει τις ρωσικές επιθέσεις εναντίον πολιτικών στόχων στην Ουκρανία. Η κυρία Μπέρμποκ πάντως επέμεινε στο αίτημά της το Πεκίνο να επηρεάσει τη Μόσχα προκειμένου να σταματήσει η επίθεση, τόνισε ότι η Κίνα ως μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ μπορεί να διαδραματίσει αποφασιστικό ρόλο, εφόσον το αποφασίσει και επικαλέστηκε μάλιστα τη διάσημη δήλωση του Νοτιοαφρικανού Ντέσμοντ Τούτου, «Ουδετερότητα σημαίνει ότι είσαι με το μέρος του επιτιθέμενου». Η Γερμανία καθιστά σαφές, σημείωσε, «ότι στεκόμαστε στο πλευρό του θύματος».
Ο Τσιν Γκανγκ δέχθηκε, όπως αναμενόταν, ερώτηση και σχετικά με την ακύρωση της προγραμματισμένης για αύριο επίσκεψης του ομοσπονδιακού υπουργού Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ στο Πεκίνο. «Ο κ. Λίντνερ είναι ασφαλώς ευπρόσδεκτος», δήλωσε ο κινέζος υπουργός Εξωτερικών και επανέλαβε την αιτιολόγηση της κυβέρνησής του, ότι ο υπουργός Οικονομικών «είναι δυστυχώς με άλλο θέμα απασχολημένος», αλλά η κινεζική κυβέρνηση, διαβεβαίωσε, «ελπίζει να καλωσορίσει σύντομα τον κ. Λίντνερ στην Κίνα».
Η πραγματική αιτία της ακύρωσης της επίσκεψης από την κινεζική πλευρά θεωρείται ότι ενδεχομένως σχετίζεται με το κόμμα του υπουργού Οικονομικών, τους Φιλελεύθερους (FDP), καθώς πρόσφατα η φιλελεύθερη υπουργός Παιδείας Μπετίνα Σταρκ-Βάτσινγκερ επισκέφθηκε την Ταϊβάν, προκαλώντας την έντονη δυσαρέσκεια του Πεκίνου. Και ο ίδιος ο κ. Λίντνερ όμως επέκρινε πρόσφατα τη στάση της Κίνας στον πόλεμο της Ρωσίας εναντίον της Ουκρανίας, ενώ υποστήριξε ανοιχτά ότι πρέπει να αντιμετωπιστούν τα θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων.