«Ξεγραμμένα» θεωρούνται πλέον από την εφορία ληξιπρόθεσμα άνω των 80 δισ. ευρώ που αντιστοιχούν σε 50% του ΑΕΠ, καθώς είναι αδύνατο να εισπραχθούν, όπως παραδέχεται η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων και συμφωνούν και οι Θεσμοί. Από το σύνολο των χρεών προς το Δημόσιο που έφθασαν στο τέλος Ιουλίου τα 97,33 δισ. ευρώ, εισπράξιμα είναι μόλις τα 15 δισ. ευρώ, τα οποία προέρχονται από σχετικά νέες οφειλές. Τα υπόλοιπα περίπου 82 δισ. ευρώ είναι ουσιαστικά απαιτήσεις ανεπίδεκτες εισπράξεως.
Είναι χαρακτηριστικό πως στην ετήσια έκθεση της ΑΑΔΕ, σχετικά με τα ληξιπρόθεσμα χρέη όπως αυτά είχαν διαμορφωθεί στις 31 Δεκεμβρίου 2016, αναφέρει: «Το δε «αποτελεσματικό ληξιπρόθεσμο υπόλοιπο» ανήλθε την 01/12/16 σε 11,436 δισ. € και αποτελεί το 12,3% του συνολικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου της 01/12/16 (92,882 δισ. €)». Ως «αποτελεσματικό ληξιπρόθεσμο» χρέος, νοείται το χρέος που μπορεί να εισπραχθεί σε μια περίοδο 2 – 2,5 ετών.
Με την αύξηση των χρεών που σημειώθηκε έως και τον Ιούλιο, (έφτασαν σε 97,33 δις. ευρώ) εκτιμάται πως το αποτελεσματικό ληξιπρόθεσμο χρέος κυμαίνεται στα 15 δισ. ευρώ, που σημαίνει πως οφειλές άνω των 80 δι. ευρώ, θεωρούνται μη εισπράξιμα, τουλάχιστον στο ορατό μέλλον.
Είναι προφανές πως εάν υπήρχε τρόπος να εισπραχθούν οι συγκεκριμένες οφειλές η χώρα θα έλυνε άπαξ το δημοσιονομικό της πρόβλημα.
Από πού προέρχονται
Η δεξαμενή των ανείσπρακτων χρεών έχει γεμίσει διαχρονικά από οφειλές προβληματικών και πτωχευμένων επιχειρήσεων και φυσικών προσώπων, από φορολογικά πρόστιμα και προσαυξήσεις, από χρέη ΔΕΚΟ που σήμερα δεν υπάρχουν, από οφειλές εταιρειών που είχαν ενταχθεί τη δεκαετία του 1980 στον Οργανισμό Ανασυγκρότησης Επιχειρήσεων, καθώς επίσης και από καταπτώσεις εγγυήσεων που χορήγησε στο παρελθόν το δημόσιο προς δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς.
Ενδεικτικές είναι ορισμένες διαπιστώσεις, από τα τελευταία στοιχεία της ΑΑΔΕ, σύμφωνα με τα οποία το "παλιό" ληξιπρόθεσμο κεφάλαιο ανέρχεται σε 61,34 δις. ευρώ και περιλαμβάνει οφειλές:
• Φυσικών Προσώπων 8,1 δισ. ευρώ.
• Νομικών Προσώπων 15,6 δισ. ευρώ
• Δημόσιων Επιχειρήσεων Κοινής Ωφελείας, Δημοτικών επιχειρήσεων κλπ ύψους 7,5 δις. ευρώ
• πτωχευμένων επιχειρήσεων ύψους 7,2 δις. ευρώ
• Ειδικής Εκκαθάρισης 7,7 δισ. ευρώ
• Λοιπών Οφειλετών 4,8 δισ. ευρώ
• Οριστικά Ανεπίδεκτες Εισπράξεως Οφειλές 10,5 δισ. ευρώ
Μνημονιακή υποχρέωση
Η εκκαθάριση του αρχείου των ληξιπρόθεσμων χρεών προς την εφορία αποτελεί και μνημονιακή υποχρέωση. Έχει συμφωνηθεί με τους θεσμούς, να μελετηθεί ο φάκελος των οφειλών των φορολογουμένων, ώστε να διαπιστωθεί ποια εξ αυτών είναι εισπράξιμα και ποια έχουν δυσκολίες, ή απλά είναι αδύνατο να εισπραχθούν.
Οι οφειλές που θα κριθούν μη εισπράξιμες δεν θα διαγραφούν, αλλά θα καταχωρηθούν σε άλλη λίστα και η εφορία θα συνεχίσει να τις διεκδικεί, αναζητώντας έσοδα ή περιουσιακά στοιχείων των οφειλετών. Ωστόσο, δεν θα απασχολείται ολόκληρος ο εισπρακτικός μηχανισμός με τα συγκεκριμένα χρέη που έχουν ελάχιστη απόδοση.
Στόχος είναι, ο εισπρακτικός μηχανισμός να επικεντρωθεί στα χρέη που θεωρούνται εισπράξιμα και να αυξηθεί έτσι η αποτελεσματικότητα.
Δεν παραγράφονται, αλλά…
Όπως αναφέρει η ΑΑΔΕ, στην ετήσια έκθεσή της, σκοπός της διαδικασίας χαρακτηρισμού των οφειλών ως ανεπίδεκτων είσπραξης είναι η επιτάχυνση της διαδικασίας εκκαθάρισης των επί σειρά ετών σωρευμένων ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο, από εκείνες που πραγματικά και εμπεριστατωμένα θεωρούνται επισφαλείς, προκειμένου το Δημόσιο να διαθέτει μια ολοκληρωμένη, διαφανή, αποτελεσματική και ελέγξιμη διαδικασία είσπραξης των οφειλών, με στόχο οι εισπρακτικοί μηχανισμοί να επικεντρώσουν τις προσπάθειές τους στις οφειλές που παρουσιάζουν αυξημένες πιθανότητες είσπραξης.
Ο χαρακτηρισμός οφειλών ως ανεπίδεκτων είσπραξης γίνεται εφόσον πληρείται το σύνολο των αναφερόμενων στο νόμο προϋποθέσεων και τηρηθεί η ειδική διαδικασία, η οποία ορίζεται στο άρθρο 82 του Κ.Ε.Δ.Ε.
Ειδικά για τις περιπτώσεις οφειλών μεγάλου ύψους (άνω του 1,5 εκ. €) η απόφαση του Γ.Γ.Δ.Ε. εκδίδεται κατόπιν εισήγησης του Προϊσταμένου της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης και μετά από σύμφωνη γνώμη του αρμόδιου τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Ο έλεγχος διενεργείται από ειδικά οριζόμενο για το σκοπό αυτό ελεγκτή, ο οποίος πιστοποιεί με βάση τεκμηριωμένη έκθεση ελέγχου ότι αποδεδειγμένα έχουν ολοκληρωθεί όλες οι απαιτούμενες ενέργειες για τον εντοπισμό πάσης φύσεως περιουσιακών στοιχείων κινητών, ακινήτων, απαιτήσεων στα χέρια τρίτων ή τυχόν άλλης πηγής εσόδων.
Με τον χαρακτηρισμό των οφειλών ως ανεπίδεκτων είσπραξης αναστέλλεται η παραγραφή τους για μια δεκαετία, ενώ επέρχονται άμεσα οι προβλεπόμενες από το νόμο συνέπειες για τον οφειλέτη και τα συνυπόχρεα πρόσωπα, όπως η μη χορήγηση αποδεικτικού φορολογικής ενημερότητας και η δέσμευση των περιουσιακών τους στοιχείων.
Τονίζεται ότι ο χαρακτηρισμός των οφειλών ως ανεπίδεκτων είσπραξης δεν συνεπάγεται και την οριστική διαγραφή τους. Το Δημόσιο διατηρεί ακέραιο το δικαίωμα του για την είσπραξη της οφειλής ή συμψηφισμού της και μετά την καταχώριση της στα ειδικά βιβλία των ανεπίδεκτων είσπραξης.
Οφειλή που έχει καταχωρηθεί ως ανεπίδεκτη είσπραξης επαναχαρακτηρίζεται ως εισπράξιμη, εάν διαπιστωθεί ότι υπάρχει δυνατότητα μερικής ή ολικής αποπληρωμής της, από τον οφειλέτη ή από συνυπόχρεο πρόσωπο.