Μέγα θέμα των ημερών – οικονομικό, επιχειρηματικό και πολιτικό – οι αυξήσεις διοδίων στην Αττική Οδό, που αφορούν άμεσα εκατοντάδες χιλιάδες κατοίκους του Λεκανοπεδίου και πολλές επιχειρήσεις με δραστηριότητες στην Αττική.
Η ουσία, πέρα από τις καταγγελίες και τα σχόλια περί πολιτικών-εκλογικών σκοπιμοτήτων:
Ο αυτοκινητόδρομος έχει γίνει με σύμβαση παραχώρησης. Ιδιωτικές επιχειρήσεις χρηματοδότησαν εν μέρει την κατασκευή του, με αντάλλαγμα να τον εκμεταλλεύονται, εισπράττοντας διόδια μέχρι το 2024. Μετά πρέπει να τον αποδώσουν στο Δημόσιο, που θα αποφασίσει πώς θα τον διαχειριστεί και θα τον εκμεταλλευθεί.
Όμως η σύμβαση προβλέπει ότι αν οι ανάδοχοι κάνουν απόσβεση και βγάλουν και κέρδος 13,1% νωρίτερα από το 2024, θα δώσουν αμέσως το έργο στο Δημόσιο.
Η Αττική Οδός έχει μεγάλα έσοδα- αυξανόμενα μάλιστα. Όμως στους ισολογισμούς της η εταιρεία εμφανίζει δυσανάλογα μικρά κέρδη. Ο λόγος είναι ότι πληρώνει πολλά για συντήρηση της Αττικής Οδού. Τα πληρώνει σε μια άλλη εταιρεία, που ανήκει κατά 80% στους ίδιους ιδιοκτήτες.
Έτσι μεγάλα ποσά πηγαίνουν «από τη μια τσέπη στην άλλη» και η Αττική Οδός καθυστερεί να πιάσει το πλαφόν απόδοσης κεφαλαίων 13,1% - που θα συνεπαγόταν παραχώρηση του αυτοκινητόδρομου στο Δημόσιου, χωρίς άλλο αντάλλαγμα.
Η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι τα έξοδα συντήρησης που καταβάλλονται στην άλλη εταιρεία των μεγαλοεργολάβων είναι σκοπίμως «φουσκωμένα», για να κρύβονται τα κέρδη και να μην πιασθεί το πλαφόν πριν από το 2024.
Οι εισαγγελείς το ερευνούν και θα έχουν δύσκολη δουλειά. Πάντως η κυβέρνηση άνοιξε ένα μεγάλο θέμα. Η επόμενη, εκτός από το «καυτό» ζήτημα των διοδίων θα έχει να διαχειριστεί και το πρόβλημα των σχέσεων με τους μεγάλους κατασκευαστικούς ομίλους, στους οποίους εναποθέτει πολλές ελπίδες για την τόνωση των επενδύσεων και την προώθηση αναπτυξιακών έργων.