Δεν αποτελούν εισόδημα και ούτε «αδικαιολόγητη προσαύξηση περιουσίας», τα κεφάλαια που προέρχονται από την πώληση ακινήτων, μετοχών ή άλλων περιουσιακών στοιχείων, διευκρινίζει εγκύκλιος της ΑΑΔΕ.
Σύμφωνα με την εγκύκλιο, τα χρήματα αυτά δεν θα θεωρούνται προσαύξηση περιουσίας, εφόσον είναι εμφανής η προέλευση των χρηματικών ποσών που εμφανίζονται στους λογαριασμούς τους, ακόμα και αν δεν είχαν καταγραφεί στις δηλώσεις.
Αναλυτικότερα, η ΑΑΔΕ κατόπιν ερωτημάτων των πολιτών και των εφοριών, διευκρινίζει τα ακόλουθα:
1. Δεν υφίσταται προσαύξηση περιουσίας στην περίπτωση κατά την οποία είναι εμφανής η προέλευση ενός χρηματικού ποσού το οποίο εμφανίζεται ως πίστωση στον τραπεζικό λογαριασμό του ελεγχόμενου (εισόδημα από πώληση μετοχών, ομολόγων, περιουσιακών στοιχείων, λήψη δανείου) ακόμη και στην περίπτωση που αυτό δεν είχε δηλωθεί από τον φορολογούμενο στην φορολογική του δήλωση ενώ υπήρχε σχετική υποχρέωση.
2. Φορολογούμενοι οι οποίοι κατέθεσαν στους τραπεζικούς τους λογαριασμούς χρήματα από την πώληση ακινήτων τα οποία δεν αναγράφονται στο συμβόλαιο δεν αποτελεί εισόδημα από αδικαιολόγητη προσαύξηση περιουσίας. Αυτό ισχύει τόσο στις περιπτώσεις που ο φορολογούμενος προχώρησε στη σύνταξη συμπληρωματικού συμβολαίου για το τμήμα του τιμήματος που δεν είχε αναγραφεί στο αρχικό συμβόλαιο ή ακόμη και αν είχε συνταχθεί νέο συμβόλαιο.
3. Στις περιπτώσεις που ο φορολογούμενος έχει επαναπατρίσει κεφάλαια με τις ρυθμίσεις του 2004 και του 2010 και έχει καταβάλει το σχετικό φόρο τότε εξαντλείται η φορολογική του υποχρέωση για τα ποσά που δηλώθηκαν χωρίς να έχει συνέπειες χαρακτηρισμού τους ως αδικαιολόγητη προσαύξηση περιουσίας. Στην περίπτωση που τα έχει δηλώσει με τη ρύθμιση του επαναπατρισμού ακόμη και αν δεν έχει φέρει τα χρήματα στην Ελλάδα, μπορεί να τα επαναπατρίσει ανά πάσα στιγμή χωρίς να θεωρηθεί το σχετικό έμβασμα προσαύξηση περιουσίας.
4. Εφόσον αποδειχθεί ότι πιστώσεις σε τραπεζικούς λογαριασμούς του ελεγχόμενου αποτελούν εισόδημα από ατομική επιχειρηματική δραστηριότητα τότε φορολογείται ως τέτοια και όχι με τις διατάξεις περί αδικαιολόγητης προσαύξησης περιουσίας. Μάλιστα όπου προκύπτει ΦΠΑ θα πρέπει να βεβαιωθεί και αυτός.