Η μετατροπή λιγνιτικών μονάδων της Δυτικής Μακεδονίας σε κέντρα αποθήκευσης ενέργειας όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά και για τα Βαλκάνια περιλαμβάνεται στις προτάσεις της Παγκόσμιας Τράπεζας για την μετάβαση στη μεταλιγνιτική εποχή.
Σύμφωνα με έκθεση του περιβαλλοντικού think tank «Green Tank» που παρουσιάστηκε σήμερα, η ΔΕΗ έχει συσσωρεύσει ζημιές ύψους 683 εκατομμυρίων ευρώ από τη λειτουργία των λιγνιτικών της μονάδων στο διάστημα από τον Ιανουάριο του 2016 ως τον Ιούνιο του 2019, ενώ αν δεν προχωρήσει η «απόσυρση» λιγνιτικών μονάδων (την οποία πάντως έχει αναγγείλει η κυβέρνηση και η νέα διοίκηση της ΔΕΗ) τότε τα επόμενα 3,5 χρόνια η λιγνιτική βιομηχανία θα συσσωρεύσει ζημιές της τάξης του 1,3 δισ. ευρώ.
Παρουσιάζοντας την έκθεση, ο Νίκος Μάντζαρης, αναλυτής πολιτικής για την ενέργεια και το κλίμα ανέφερε ότι η Παγκόσμια Τράπεζα έχει ξεκινήσει από την αρχή του χρόνου, με χρηματοδότηση από την ΕΕ, μελέτη για τη μετάβαση στις μεταλιγνιτική εποχή των περιοχών που βασίζουν μεγάλο μέρος της οικονομικής τους δραστηριότητας στο λιγνίτη. Η μελέτη διεξάγεται στην Πτολεμαΐδα και την περιοχή της Σηλεσίας στην Πολωνία. Μια από τις εναλλακτικές που εξετάζονται όπως ανέφερε ο κ. Μάντζαρης είναι η αποθήκευση ενέργειας που παράγεται από ΑΠΕ σε μορφή θερμικής ενέργειας και η μετατροπή της εκ νέου σε ηλεκτρισμό με χρήση των γεννητριών των λιγνιτικών μονάδων όταν υπάρχει αυξημένη ζήτηση. Το μοντέλο αυτό, ανέφερε ο ίδιος, θα μπορούσε να εξεταστεί και για την υπό κατασκευή μονάδα «Πτολεμαΐδα 5» την οποία χαρακτήρισε ως «ένα λάθος που κοστίζει 1,5 δισ. ευρώ» καθώς όπως υποστήριξε η μονάδα δεν θα είναι κερδοφόρα και θα πρέπει να ληφθούν μέτρα για τον περιορισμό των ζημιών.
Το «Green Tank» προτείνει την απόσυρση 9 λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ και συγκεκριμένα:
- Των Ατμοηλεκτρικών Σταθμών Καρδιάς και Αμυνταίου (συνολικά 6 μονάδες) η οποία θα μειώσει τις ζημιές κατά 600 εκατ. ευρώ τα επόμενα 3,5 χρόνια. Όπως αναφέρεται στη μελέτη η απόσυρση Καρδιάς και Αμυνταίου επιβάλλεται και από το γεγονός ότι έχουν υπερβεί το χρονικό όριο των 17.500 ωρών λειτουργίας που προβλέπει η κοινοτική νομοθεσία. Η Κομισιόν έχει απευθύνει προειδοποοητική επιστολή προς τη χώρα μας για το γεγονός ότι η προηγούμενη κυβέρνηση παρέτεινε τη λειτουργία του Αμυνταίου και δύο μονάδων της Καρδιάς στις 32.000 ώρες. Η απώλεια της παραγόμενης ενέργειας μπορεί να καλυφθεί από τις λοιπές λιγνιτικές μονάδες.
- Των μονάδων 1 και 2 του Αγ.Δημητρίου και 4 Μεγαλόπολης εφόσον καλυφθεί το κενό στην παραγωγή ρεύματος. Στην περίπτωση αυτή οι ζημιές μειώνονται κατά 66%.
Ο κ. Μάντζαρης σημείωσε ότι η ζημιά της ΔΕΗ από το λιγνίτη (683 εκατ.) είναι συγκρίσιμη με τη ζημιά που υπέστη από τις δημοπρασίες λιγνιτικής και υδροηλεκτρικής παραγωγής (600 εκατ.) ενώ προσέθεσε ότι:
- Το πρόσθετο κόστος για τη δημόσια υγεία από τις αυξημένες (πάνω από τα κοινοτικά όρια) εκπομπές διοξειδίου του θείου, οξειδίων του αζώτου και μικροσωματιδίων υπολογίζεται με συγκεκριμένες μεθόδους στα 583 εκατ. ευρώ το χρόνο.
- Ο τομέας της λιγνιτικής ηλεκτροπαραγωγής εκπέμπει περισσότερο διοξείδιο του άνθρακα από ό,τι οι μεταφορές, η βιομηχανία και τα απορρίμματα μαζί.
- Η λιγνιτική βιομηχανία συσσωρεύει ζημιές κάθε μήνα από το Δεκέμβριο του 2017 ενώ το 2019 οι ζημιές αυξάνονται θεαματικά. Το κόστος του διοξειδίου του άνθρακα έχει υπερτετραπλασιαστεί από 10 ευρώ ανά μεγαβατώρα στις αρχές του 2016 σε περισσότερα από 40 ευρώ στα μέσα του 2019.
Η μελέτη, όπως σημειώνει το ΑΜΠΕ, πραγματοποιήθηκε με αφορμή την αποτυχία πώλησης των λιγνιτικών μονάδων Μεγαλόπολης και Φλώρινας που επιχειρήθηκε από την προηγούμενη κυβέρνηση, την επιδείνωση των οικονομικών της ΔΕΗ και την αλλαγή κυβέρνησης και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η Ελλάδα θα πρέπει να δεσμευτεί σε χρονοδιάγραμμα απόσυρσης όλων των λιγνιτικών μονάδων μέχρι το 2030 το αργότερο.