Ποινή φυλάκισης 18 μηνών, στη βάση του αποκαλούμενου "Νόμου Απαγόρευσης" με τον οποίο διώκεται μεταπολεμικά στην Αυστρία οποιαδήποτε δραστηριότητα που σχετίζεται με τον ναζισμό, επέβαλε σήμερα το ομόσπονδο δικαστήριο του Σάλτσμπουργκ σε έναν 38χρονο Αυστριακό, για επανειλημμένες αναρτήσεις από φωτομοντάζ με ναζιστικό περιεχόμενο στο Facebook, το καλοκαίρι του 2013.
Επιπλέον, σε έρευνα που έγινε στην κατοικία του, είχαν εντοπιστεί είδη ρουχισμού με ναζιστικά σύμβολα, όπως ο αριθμός "88" που για τους ναζιστές αντιπροσωπεύει στο αλφάβητο τα αρχικά γράμματα του ναζιστικού χαιρετισμού «Χάιλ Χίτλερ», όπως επίσης το σύνθημα «Στουρμ 18» που είναι συνώνυμο του «Αδόλφος Χίτλερ» - αλλά και η επωνυμία γερμανικού ροκ συγκροτήματος με νεοναζιστική ιδεολογία.
Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, ο 38χρονος είχε αναρτήσει στο Facebook 20 φωτογραφίες που συνοδεύονταν από εξαιρετικά κυνικά και απάνθρωπου περιεχομένου κείμενα, πολλά από τα οποία παρέπεμπαν στην εξόντωση ανθρώπων σε θαλάμους αερίων.
Όπως τόνισε στην αγόρευσή του στη διάρκεια της δίκης ο εισαγγελέας Μέρκους Νέερ, για το αδίκημα της ναζιστικής δραστηριοποίησης για το οποίο καταδικάστηκε ο κατηγορούμενος, δεν χρειάζεται κανείς να είναι νεοναζιστής, αρκεί και μόνον με τις πράξεις του να παρουσιάζει θετικά τη ναζιστική περίοδο, τις ναζιστικές οργανώσεις, ή πρόσωπα του ναζισμού.
Ο κατηγορούμενος παραδέχθηκε την ενοχή του, ζητώντας από τους δικαστές και τους ενόρκους «συγγνώμη» για τις πράξεις του, τις οποίες ο συνήγορός του προσπάθησε να αποδόσει στις «κακές συναναστροφές» του 38χρονου, έπειτα από μετακόμισή του την εποχή εκείνη, στην πόλη Σάλτσμπουργκ.
Η σημερινή καταδικαστική απόφαση για ναζιστική δραστηριοποίηση, έγινε για παραβίαση του «Νόμου Απαγόρευσης», ο οποίος είχε ψηφιστεί αμέσως μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, στις 8 Μαΐου του 1945, από την πρώτη αυστριακή κυβέρνηση και με τον οποίο ετίθετο εκτός νόμου το ναζιστικό κόμμα και ρυθμιζόταν νομικά η αποναζιστικοποίηση της Αυστρίας.
Ο νόμος που είναι ενσωματωμένος στο αυστριακό Σύνταγμα και είχε τροποποιηθεί το 1947 και τελευταία το 1992, προβλέπει την επιβολή αυστηρών ποινών για οποιαδήποτε δράση σχετιζόμενη με τον εθνικοσοσιαλισμό – ακόμα και για «απλή» συνθηματολογία, σύμβολα και εμβλήματα - και εφαρμόζεται αμείλικτα σχεδόν πάντα από τα αυστριακά δικαστήρια σε τέτοιες περιπτώσεις.
Με βάση αυτό το νόμο είχαν διαλυθεί επίσημα και είχαν απαγορευτεί μετά τον πόλεμο όλες οι ναζιστικές ή «συγγενείς» οργανώσεις, και είχαν κατασχεθεί υπέρ του αυστριακού κράτους οι περιουσίες τους, ενώ απαγορεύτηκε η επανίδρυση τους, ή η δραστηριοποίηση οποιουδήποτε για εθνικοσοσιαλιστικούς σκοπούς.
Σε πρόσφατη ανακοίνωση τους, Αυστριακοί δικαστές είχαν επισημάνει την αύξηση του αριθμού σε καταδίκες τα τελευταία χρόνια στην Αυστρία, στη βάση του «Νόμου Απαγόρευσης», αλλά και με την κατηγορία υποδαύλισης μίσους, κυρίως μέσω των αποκαλούμενων μέσων κοινωνικής δικτύωσης και του διαδικτύου.
Το ότι έχει μειωθεί η ανοχή των αρχών απέναντι στην υποδαύλιση μίσους, αποδεικνύεται από τα στατιστικά στοιχεία, σύμφωνα με τα οποία, ενώ το 2013 είχαν υπάρξει σε όλη την Αυστρία οκτώ καταδίκες και το 2014 είχαν ανέλθει σε 30, μέσα στο 2015 έφτασαν τις 44, έπειτα από 282 σχετικές μηνύσεις.
Στην ετήσια έκθεση για το 2015, της Υπηρεσίας Προστασίας του Συντάγματος του αυστριακού υπουργείου Εσωτερικών, γίνεται σαφές πως έχει αυξηθεί ο αριθμός των αδικημάτων με ακροδεξιές, ξενοφοβικές, ρατσιστικές και αντισημιτικές προθέσεις, κάτι που επιβεβαιώνεται και από τα στοιχεία που έδωσαν στη δημοσιότητα οι δικαστικές αρχές, ως προς τις καταδίκες με την κατηγορία της αποκαλούμενης «ναζιστικής δραστηριοποίησης», οι οποίες το 2013 ανέρχονταν σε 49, το 2014 σε 62 και το 2015 σε 71.