Μειώνονται έως και 30% τα πρόστιμα εκπρόθεσμης καταβολής φόρων για τις χρήσεις από το 2006 μέχρι και το 2013.
Με εγκύκλιο του διοικητή της ΑΑΔΕ Γιώργου Πιτσιλή, που εκδόθηκε προ ολίγου και παρουσιάζει σήμερα το Σin, σε εφαρμογή του νέου νόμου 4509/2017, το νέο καθεστώς προβλέπει τον επανυπολογισμό των επιβαρύνσεων αυτών με βάση τις επιεικέστερες διατάξεις του Κώδικα Φορολογικών Διαδικασιών, οι οποίες τέθηκαν σε ισχύ από την 1η-1-2014 και μετά, για τις φορολογικές χρήσεις 2006-2013.
Τα πρόστιμα εκπρόθεσμης καταβολής που έχουν καταλογιστεί και ανέρχονται μέχρι το 120%, μειώνονται πλέον στο 80%, ενώ το τελικό όφελος για τον φορολογούμενο φτάνει στο 28,5%, όπως προκύπτει από τα αναλυτικά παραδείγματα, που περιέχει η εγκύκλιος (ΠΟΛ 1003/2018).
Όπως έχει επισημάνει το Σin, στόχος είναι η αποσυμφόρηση των φορολογικών δικαστηρίων, καθώς οι ευνοϊκές διατάξεις εφαρμόζονται και επί των εκκρεμών, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, υποθέσεων.
Ως εκκρεμείς υποθέσεις νοούνται οι υποθέσεις που εκκρεμούν ενώπιον της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών ή των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων ή του Συμβουλίου της Επικρατείας κατόπιν άσκησης ενδικοφανούς ή δικαστικής προσφυγής ή τακτικού ενδίκου μέσου ή αίτησης αναίρεσης ή εκείνες για τις οποίες εκκρεμεί η προθεσμία άσκησης ενδικοφανούς ή δικαστικής προσφυγής ή τακτικού ενδίκου μέσου ή αίτησης αναίρεσης, καθώς και οι υποθέσεις για τις οποίες έχουν εκδοθεί οι σχετικές πράξεις ή αποφάσεις αλλά δεν έχουν κοινοποιηθεί στον φορολογούμενο. Ως εκκρεμείς νοούνται, επίσης, οι υποθέσεις οι οποίες έχουν συζητηθεί και δεν έχει εκδοθεί αμετάκλητη απόφαση του δικαστηρίου ή έχει εκδοθεί μη αμετάκλητη απόφαση αλλά δεν έχει κοινοποιηθεί στον φορολογούμενο.
Ειδικότερα η εγκύκλιος του Γ. Πιτσιλή αναφέρει ότι με τις διατάξεις της παραγράφου 1 τροποποιείται η παράγραφος 17 του άρθρου 72 του Κ.Φ.Δ. και ορίζεται ότι για πράξεις διορθωτικού προσδιορισμού φόρου που εκδίδονται από την έναρξη ισχύος του άρθρου 49, ήτοι 01.01.2018, σύμφωνα με την παρ. 6 αυτού, και αφορούν χρήσεις, περιόδους, υποθέσεις ή φορολογικές υποχρεώσεις προ της εφαρμογής του Κ.Φ.Δ., επιβάλλεται αντί του πρόσθετου φόρου ανακρίβειας ή μη υποβολής δήλωσης που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν. 2523/1997, πρόστιμο που ισούται με το άθροισμα του προστίμου που προβλέπεται από τις διατάξεις των άρθρων 58, 58Α παρ.2 ή 59 του Κ.Φ.Δ., κατά περίπτωση, πλέον του τόκου που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 53 του Κώδικα, υπολογιζόμενου για τη χρονική περίοδο από 1.1.2014 έως την ημερομηνία έκδοσης της πράξης διορθωτικού προσδιορισμού, εφόσον το άθροισμα αυτό συνεπάγεται την επιεικέστερη μεταχείριση του φορολογούμενου.
Για την παραπάνω σύγκριση, στο προαναφερόμενο άθροισμα υπολογίζεται το ποσό που προβλέπεται από τις διατάξεις των άρθρων 58, 58Α παρ.2 ή 59 του Κ. Φ.Δ., κατά περίπτωση, ανεξάρτητα από το εάν το πρόστιμο που προβλέπεται με τις διατάξεις του άρθρου 54 του Κ.Φ.Δ. για τις παραβάσεις της μη υποβολής δήλωσης των περιπτώσεων α', β' και γ' της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού, είναι, κατ' εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 6 του άρθρου 62 Κ. Φ.Δ., μεγαλύτερο του προκύπτοντος με βάση τις διατάξεις των άρθρων 58, 58Α παρ.2 ή 59 του Κ.Φ.Δ..
Σημειώνεται ότι στην έκθεση ελέγχου γίνεται αναφορά και αιτιολογείται η εφαρμογή του καθεστώτος επιεικέστερης μεταχείρισης του φορολογουμένου, σύμφωνα με το άρθρο 49 του ν. 4509/2017. Σε κάθε περίπτωση μετά την απόκτηση του εκτελεστού τίτλου εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 53 του Κ.Φ.Δ.
Επισημαίνεται ότι και για τις πράξεις διορθωτικού προσδιορισμού φόρου που κατά την έναρξη ισχύος της διάταξης έχουν εκδοθεί και δεν έχουν κοινοποιηθεί, παρέχεται η δυνατότητα εφαρμογής των διατάξεων των παραγράφων 2 και 3 για την επιεικέστερη κύρωση, μετά την κοινοποίησή τους στον φορολογούμενο.
Επί των εκκρεμών υποθέσεων της παραγράφου 2, η εφαρμογή της επιεικέστερης κύρωσης σύμφωνα με τα οριζόμενα στη διάταξη αυτή, λαμβάνει χώρα με βάση απόφαση της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών ή απόφαση των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων ή του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Περαιτέρω, με την παράγραφο 3 παρέχεται η δυνατότητα εφαρμογής των διατάξεων για την επιεικέστερη κύρωση σε όλες τις εκκρεμείς υποθέσεις, όπως αυτές ορίζονται στην παράγραφο 2, με την προϋπόθεση ότι ο φορολογούμενος υποβάλει στον Προϊστάμενο της υπηρεσίας που εξέδωσε την πράξη προσδιορισμού του φόρου αίτηση - ανέκκλητη δήλωση ανεπιφύλακτης αποδοχής της πράξης ή της απόφασης της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών ή του δικαστηρίου κατά την ειδικότερα οριζόμενη διαδικασία στην παράγραφο αυτή. Ευνόητο είναι ότι για τις περιπτώσεις αυτές ο φορολογούμενος δεν επιθυμεί τη συνέχιση της δίκης ή την εξέταση της ενδικοφανούς προσφυγής του, ως προς το κύριο αντικείμενο αυτής.
Εν προκειμένω, εφιστάται η προσοχή στους Προϊστάμενους των αρμοδίων υπηρεσιών ώστε να μεριμνούν για την τήρηση των διαδικασιών που ορίζονται στο νόμο αναφορικά με την προσκόμιση από τον φορολογούμενο σχετικής βεβαίωσης από τη γραμματεία του αρμόδιου Δικαστηρίου, την αποστολή στη γραμματεία του Δικαστηρίου σχετικής βεβαίωσης για την περάτωση της διαδικασίας, κ.λπ..
Για την καλύτερη κατανόηση των ανωτέρω παραθέτουμε παραδείγματα για τον υπολογισμό της επιεικέστερης κύρωσης κατά την έκδοση πράξης διορθωτικού προσδιορισμού φόρου.
Παράδειγμα 1ο
Έστω την 15.1.2018 εκδίδεται πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου για περίπτωση μη υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος φυσικού προσώπου, οικ. έτους 2013 (χρήσης 2012), η προθεσμία υποβολής της οποίας έληξε την 30.8.2013 και με την πράξη αυτή προκύπτει φόρος εισοδήματος 1.000,00 ευρώ.
Για την εφαρμογή της παρ. 17 του άρθρου 72 του ΚΦΔ, όπως αντικαθίσταται με την παρ. 1 του άρθρου 49 του ν.4509/2017 και την επιεικέστερη μεταχείριση του φορολογουμένου απαιτούνται οι εξής υπολογισμοί :
α) Ποσοστό πρόσθετου φόρου σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης γ) της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του ν. 2523/1997 (λόγω μη υποβολής δήλωσης) : 53μήνες Χ 2,5% = 132,5% , περιοριζόμενο, κατ' εφαρμογή της παραγράφου 4 του άρθρου 2 του ν. 2523/1997 σε 120%. Επομένως το ποσό του πρόσθετου φόρου του ν. 2523/1997 ανέρχεται σε:
1.000,00 Χ 120% = 1.200,00 ευρώ. (α)
β) Ποσοστό προστίμου σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 49 του ν. 4509/2017, ως άθροισμα του ποσοστού του προστίμου της παρ. 2 του άρθρου 58 του Κ.Φ.Δ. (50%) πλέον του ποσοστού του τόκου του άρθρου 53 του ΚΦΔ, υπολογιζόμενου από 01.01.2014 έως 15.01.2018 (0,73% Χ 49μήνες= 35,77%), ήτοι: 50% + 35,77% = 85,77% και επομένως το ποσό του προστίμου της παρ. 17 του άρθρου 72 του ΚΦΔ, ανέρχεται σε :
(1.000,00 Χ 50%) + (1.000,00 X 35,77%) = 500,00 + 357,70 = 857,70 ευρώ. (β)
γ) Από τη σύγκριση μεταξύ των ανωτέρω (α) και (β) προκύπτει ότι, λόγω μη υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, θα επιβληθεί το πρόστιμο των 857,70 ευρώ, ως επιεικέστερη κύρωση.
Τα ανωτέρω αποτυπώνονται στο «ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 49 ν.4509/2017» της αριθμ. ΠΟΛ.1214/2017 (Β' 4618) Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. ως εξής:
Παράδειγμα 2ο