Την απόψη πως η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν πρέπει να μειώσει υπερβολικά το κόστος δανεισμού, διότι ο πληθωρισμός ενδέχεται να αυξηθεί στο μέλλον, εξεφρασε το μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου της ΕΚΤ, Ισαμπέλ Σνάμπελ, μιλώντας στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ χθες.
Σύμφωνα με το Bloomberg, η ίδια ανέφερε: «Διατηρώντας τα επιτόκια κοντά στα τρέχοντα επίπεδα, μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι η νομισματική πολιτική δεν εμποδίζει υπερβολικά την ανάπτυξη και την απασχόληση, ούτε τις τονώνει. Βρισκόμαστε, επομένως, σε καλή θέση για να αξιολογήσουμε την πιθανή μελλοντική εξέλιξη της οικονομίας και να λάβουμε μέτρα εάν προκύψουν κίνδυνοι που απειλούν τη σταθερότητα των τιμών».
Μεσοπρόθεσμα, οι κίνδυνοι για τον πληθωρισμό «είναι πιθανό να κλίνουν προς τα πάνω, αντανακλώντας τόσο την αύξηση των δημοσιονομικών δαπανών όσο και τους κινδύνους νέων σοκ από την αύξηση του κόστους που θα προκληθεί από τους δασμούς και θα μεταδοθεί στις παγκόσμιες αλυσίδες αξίας»,
Η Σνάμπελ τόνισε πως το υψηλό επίπεδο οικονομικής αβεβαιότητας, σε συνδυασμό με την απότομη πτώση των τιμών της ενέργειας και το ισχυρότερο ευρώ, «πιθανότατα θα επιβραδύνει τον πληθωρισμό βραχυπρόθεσμα, ενδεχομένως ωθώντας τον κάτω από τον στόχο μας του 2%». Τον Απρίλιο, οι τιμές καταναλωτή «έτρεξαν» με ρυθμό 2,2% στην Ευρωζώνη.
Ωστόσο, η νομισματική πολιτική πρέπει να επικεντρωθεί στο μεσοπρόθεσμο διάστημα, πρόσθεσε. «Δεδομένων των μακρών και μεταβλητών χρονικών καθυστερήσεων της μετάδοσης (της νομισματικής πολιτικής), η αντίδραση σε βραχυπρόθεσμες εξελίξεις θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα η μέγιστη επίδραση της πολιτικής μας να εκδηλωθεί μόνο όταν οι τρέχουσες αποπληθωριστικές δυνάμεις έχουν περάσει».
Εν συνεχεία, υπογράμμισε δύο παράγοντες που θα μπορούσαν να έχουν το μέγεθος και τη διάρκεια να απομακρύνουν τη βασική πληθωριστική τάση από τον στόχο της ΕΚΤ: την αύξηση των δημόσιων δαπανών και τον παγκόσμιο κατακερματισμό.
Η δημοσιονομική πολιτική «θα επεκταθεί σε κλίμακα που δεν έχει ξανασυμβεί εκτός περιόδων βαθιάς οικονομικής ύφεσης», είπε, σημειώνοντας επίσης τα σχέδια της νέας γερμανικής κυβέρνησης. «Συνολικά, η δημοσιονομική ώθηση είναι πιθανό να ασκήσει ανοδικές πιέσεις στον υποκείμενο πληθωρισμό μεσοπρόθεσμα».
Όσον αφορά τον κατακερματισμό και ιδίως τους δασμούς των ΗΠΑ, παραδέχτηκε ότι είναι δύσκολο να εκτιμηθούν οι επιπτώσεις, καθώς οι διαπραγματεύσεις βρίσκονται σε εξέλιξη.
«Συνολικά, ωστόσο, υπάρχουν κίνδυνοι ότι μια διαρκής και σημαντική αύξηση των δασμών θα ενισχύσει την ανοδική πίεση στον υποκείμενο πληθωρισμό που προκύπτει από την αύξηση των δημοσιονομικών δαπανών μεσοπρόθεσμα», σημείωσε.
Παράλληλα, ανέφερε ότι η ζήτηση στην Ευρωζώνη ενδέχεται να επιδείξει αντοχές και η εκτροπή του εμπορίου μπορεί να ωφελήσει τις εξαγωγές της.
«Εάν οι απαγορευτικοί δασμοί στις εισαγωγές από την Κίνα παραμείνουν σε ισχύ, θα αυξήσουν αισθητά την ανταγωνιστικότητα των τιμών της ευρωζώνης στην αγορά των ΗΠΑ», ειπε η Σνάμπελ και δήλωσε ότι πιστεύει ότι η αγορά περιουσιακών στοιχείων ως εργαλείο νομισματικής πολιτικής -γνωστή ως ποσοτική χαλάρωση- ήταν λιγότερο αποτελεσματική από ό,τι είχαν αρχικά προβλέψει οι κεντρικές τράπεζες.
«Οι αγορές ήταν πιο δαπανηρές από ό,τι είχαμε υπολογίσει, γεγονός που με οδηγεί, προσωπικά, στο συμπέρασμα ότι το όριο για την ποσοτική χαλάρωση στο μέλλον θα πρέπει να είναι υψηλότερο», κατέληξε.