Η Τροία είναι γνωστή παγκοσμίως από την Ιλιάδα του Ομήρου, ως το σκηνικό ενός από τους πιο εμβληματικούς πολέμους της αρχαιότητας. Όμως, πολύ πριν γίνει θρύλος, η πόλη υπήρξε ένα πρωτοποριακό κέντρο καινοτομίας και ισχύος της Εποχής του Χαλκού. Νέα αρχαιολογικά στοιχεία δείχνουν ότι η άνοδος και η πτώση της δεν οφείλονται μόνο σε πολέμους ή πολιτικές συγκρούσεις, αλλά και σε μια βαθύτερη, πιο διαχρονική αιτία: την εξάντληση του περιβάλλοντος από την ίδια την κοινωνία, που ευημερούσε.
Μεταξύ 2500 και 2300 π.Χ., η Τροία μεταμορφώθηκε από έναν μικρό οικισμό σε κέντρο οικονομικής και πολιτιστικής ακτινοβολίας στη βορειοδυτική Ανατολία. Η πληθυσμιακή της έκρηξη –υπολογίζεται σε περίπου 10.000 κατοίκους– συνοδεύτηκε από μνημειακά κτίρια, οργανωμένο πολεοδομικό ιστό και εμπορικές δραστηριότητες που ξεπερνούσαν κατά πολύ την τοπική αγορά.
Η τεχνολογική καινοτομία ήταν καθοριστική. Η υιοθέτηση του κεραμικού τροχού, εμπνευσμένη από τη Μεσοποταμία, άλλαξε ριζικά την παραγωγή: ταχύτητα, ομοιομορφία και μαζική κλίμακα έφεραν την πρώτη «βιομηχανία» της Τροίας. Εργαστήρια αντικατέστησαν την οικοτεχνία, η εξειδίκευση αυξήθηκε και η χρήση σταθμίσεων και σφραγίδων αποτέλεσε τα πρώτα βήματα μιας τυπικής διοικητικής οργάνωσης.
Η ανάπτυξη είχε υψηλό κόστος. Οι ανάγκες σε υλικά οδήγησαν σε εκτεταμένη εξόρυξη ασβεστόλιθου, σε απογύμνωση δασών για καύσιμη ύλη και σε εντατική χρήση των εύφορων εδαφών για καλλιέργειες. Οι αγρότες εγκατέλειψαν τις πρακτικές αγρανάπαυσης, επιλέγοντας συνεχή καλλιέργεια με ποικιλίες σιτηρών ανθεκτικές, αλλά χαμηλής θρεπτικής αξίας.
Η υπερεκμετάλλευση του εδάφους, η διάβρωση στις πλαγιές και η υπερβόσκηση από κοπάδια αιγοπροβάτων αποσταθεροποίησαν το οικοσύστημα. Τα αποθέματα νερού μειώθηκαν, η βιοποικιλότητα καταστράφηκε και η γη έχανε σταδιακά τη γονιμότητά της.
Η κρίση και η προσαρμογή
Περί το 2300 π.Χ., το σύστημα κατέρρευσε. Μια μεγάλη πυρκαγιά κατέστρεψε τον οικισμό και τα μνημειακά κτίρια εγκαταλείφθηκαν. Η πολιτική και κοινωνική συνοχή φαίνεται πως διαλύθηκε, ενώ το περιβαλλοντικό αδιέξοδο επιδείνωσε την κρίση.
Η Τροία όμως δεν εξαφανίστηκε. Οι κοινότητες στράφηκαν σε πιο διαφοροποιημένες και ανθεκτικές καλλιέργειες, εγκαταλείποντας τα εξαντλητικά μοντέλα παραγωγής. Η πόλη συνέχισε να κατοικείται και να προσαρμόζεται για αιώνες, έχοντας διδαχθεί –έστω και με σκληρό τρόπο– τα όρια της εκμετάλλευσης των πόρων.
Ένα αρχαίος καθρέφτης
Η ιστορία της Τροίας, όπως την αναλύει ο Στεφάν Μπλουμ, Ερευνητικός Συνεργάτης στο Ινστιτούτο Προϊστορίας, Πρώιμης Ιστορίας και Μεσαιωνικής Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου του Τύμπινγκεν, δεν είναι απλώς μια αρχαιολογική αφήγηση. Είναι ένας καθρέφτης.
Η απεριόριστη ανάπτυξη, η εξάρτηση από την εξόρυξη και η λογική του «παραπάνω και γρηγορότερα» δεν αποτελούν φαινόμενα του 21ου αιώνα. Έχουν τις ρίζες τους πολύ βαθύτερα.
Οι προειδοποιήσεις είναι γνώριμες: εξάντληση εδαφών, αποψίλωση δασών, κλιματική ανισορροπία. Σήμερα, η τεχνολογία έχει εξελιχθεί, αλλά το πνεύμα της υπερκατανάλωσης και της οικολογικής αδιαφορίας παραμένει το ίδιο.
Η Τροία μας θυμίζει ότι καμία κοινωνία, όσο ευρηματική ή ισχυρή κι αν είναι, δεν μένει αλώβητη όταν αγνοεί τα όρια της φύσης.
Η επιλογή ανάμεσα στην επανάληψη του ίδιου μοτίβου ή στην υιοθέτηση μιας πιο βιώσιμης πορείας, παραμένει πάντα επίκαιρη.