Σε ένα κλίμα αυξημένης αβεβαιότητας και γεωοικονομικής αστάθειας, οι κορυφαίες επενδυτικές τράπεζες Citigroup και Morgan Stanley στέλνουν ηχηρό μήνυμα προς τους επενδυτές, μειώνοντας σημαντικά τις εκτιμήσεις τους για τα μελλοντικά εταιρικά κέρδη και την πορεία των αγορών.
Η Citigroup προχώρησε σε καθοδική αναθεώρηση του στόχου της για τον δείκτη S&P 500 στο τέλος του 2025, μειώνοντάς τον στις 5.800 μονάδες από την προηγούμενη πρόβλεψη των 6.500. Παράλληλα, τα προβλεπόμενα κέρδη ανά μετοχή για τον δείκτη μειώθηκαν στα 255 δολάρια, από 270 δολάρια.
Η αναθεώρηση αυτή βασίζεται σε «αυξημένες γεωπολιτικές εντάσεις και απρόβλεπτες εμπορικές πολιτικές», όπως ανέφερε η Citigroup, επισημαίνοντας την ανάγκη για προσεκτικότερη διαχείριση κινδύνου από πλευράς επενδυτών.
Αντίστοιχη ανησυχία εκφράζει και η Morgan Stanley, με τον επικεφαλής στρατηγικής Mike Wilson να υπογραμμίζει ότι το περιθώριο ανάπτυξης των αγορών «είναι πλέον εξαιρετικά περιορισμένο». Η τράπεζα προχώρησε σε μείωση των εκτιμήσεών της για τα εταιρικά κέρδη όχι μόνο για το 2025, αλλά και για το 2026, αντανακλώντας την εκτίμηση ότι οι σημερινές συνθήκες δεν ευνοούν υψηλές αποτιμήσεις ή έντονη χρηματιστηριακή άνοδο.
Ο Wilson σημείωσε ότι:
Οι αγορές αρχίζουν να τιμολογούν τους κινδύνους που απορρέουν από την πολιτική αβεβαιότητα, την αποδυνάμωση του δολαρίου και τις δυσκολίες στην προσέλκυση ξένων επενδύσεων
Η μεταστροφή αυτή στις προβλέψεις των κορυφαίων επενδυτικών οίκων αποτελεί σαφή ένδειξη ότι η οικονομική αβεβαιότητα ενδέχεται να παραταθεί, με τις εμπορικές πολιτικές και τις γεωπολιτικές εξελίξεις να παίζουν καθοριστικό ρόλο.
Οι επενδυτές καλούνται να προσαρμοστούν σε ένα νέο περιβάλλον όπου η μεταβλητότητα, η διαφοροποίηση του χαρτοφυλακίου και η έμφαση στην ποιότητα των επενδύσεων αποκτούν μεγαλύτερη σημασία από ποτέ.
Οι κινήσεις της Citigroup και της Morgan Stanley υπογραμμίζουν ότι η αγορά εισέρχεται σε μια φάση ωριμότητας και προσεκτικής αναμονής. Ενώ ορισμένοι αναλυτές θεωρούν τις εκτιμήσεις αυτές ως «συντηρητικές», δεν παύουν να αποτελούν ισχυρή υπενθύμιση ότι η χρηματοοικονομική σταθερότητα εξαρτάται πλέον από παράγοντες, που ξεφεύγουν από τα στενά όρια της αγοράς.