Δραστικές αλλαγές στους συντελεστές παλαιότητας των ακινήτων δρομολογεί η κυβέρνηση, από τις οποίες θα επωφεληθούν τα ακίνητα ηλικίας άνω των 25 ετών, αλλά θα επιβαρυνθούν τα παλαιά, αλλά ανακαινισμένα κτίσματα.
Ανώτερο στέλεχος του υπουργείου Οικονομικών επιβεβαίωσε χθες ότι επανεξετάζεται το σύστημα υπολογισμού της παλαιότητας των κτιρίων, προκειμένου να διαμορφώνεται η φορολογικής τους αξία, καθώς με το υφιστάμενο σύστημα και τη δραματική αύξησή των αντικειμενικών αξιών, από την 1η Ιανουαρίου 2022, θα προκύψουν σημαντικές αυξήσεις σε ορισμένες περιοχές.
Ταυτόχρονα, θα διευρυνθούν οι υφιστάμενες αδικίες που υπάρχουν στο ισχύουν σύστημα υπολογισμού της παλαιότητας.
Μια πρώτη παρέμβαση θα αφορά στη διάκριση των ανακαινισμένων ή όχι κατοικιών και επαγγελματικών χώρων. Τα κτίσματα που έχουν ανακαινιστεί θα έχουν χαμηλότερο συντελεστή μείωσης της παλαιότητας, σε σχέση με τα κτίσματα που δεν έχουν ανακαινιστεί και άρα, θα φορολογούνται περισσότερο.
Μέχρι σήμερα πάντως, οι άδειες αλλαγής μόνο της χρήσης του κτιρίου ή άδειες ανακαίνισης που δεν θίγουν τον φέροντα οργανισμό του κτιρίου, δεν λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό της παλαιότητας.
Επίσης, για λόγους δίκαιης μεταχείρισης, σχεδιάζεται να διευρυνθεί η κλίμα υπολογισμού της παλαιότητας, η οποία σχεδόν σταματάει στα 25 χρόνια και εξομοιώνει της αντιμετώπιση των ακινήτων ηλικίας από 26 έτη και πάνω.
Έτσι προκύπτει το παράδοξο, ένα ακίνητο του 1990 να έχει τον ίδιο συντελεστή απομείωσης (0,60) της αντικειμενικής του αξίας λόγω παλαιότητας με ένα κτίσμα του 1930.
Πληροφορίες αναφέρουν ότι δεν αποκλείεται να διευρυνθεί η κλίμακα απομείωσης της αξίας λόγω παλαιότητας και να καλύψει, με προδευτική απομείωση, και τα ακίνητα ηλικίας άνω των 25 ετών.
Οι παρεμβάσεις του υπουργείου Οικονομικών θα υλοποιηθούν από την ειδική επιτροπή που συστάθηκε προκειμένου να εξορθολογιστούν οι συνέπειες της αύξησης των αντικειμενικών τιμών, οι οποίες θα εφαρμοστούν από την 1η-1-2022.
Πώς υπολογίζεται η παλαιότητα
Ο συντελεστής παλαιότητας, εφαρμόζεται επί των αντικειμενικών αξιών με τους ακόλουθους συντελεστές:
- 0,90 για κτίσματα ηλικίας από 1 έως 5 έτη,
- 0,80 για κτίσματα ηλικίας από 6 έως 10 έτη,
- 0,75 για κτίσματα ηλικίας από 11 έως 15 έτη,
- 0,70 για κτίσματα ηλικίας από 16 έως 20 έτη
- 0,65 για κτίσματα ηλικίας από 21 έως 25 έτη
- 0,60 για κτίσματα με παλαιότητα από 26 έτη και άνω.
Για τα κτίσματα εντός του αντικειμενικού συστήματος προσδιορισμού της αξίας τους και εφόσον υπάρχει οικοδομική άδεια, η παλαιότητα αρχίζει να υπολογίζεται μετά τη συμπλήρωση δύο ετών από την ημερομηνία έκδοσης της οικοδομικής άδειας ή την τελευταία αναθεώρησή της. Αν η άδεια εκδόθηκε την 1η Ιουνίου 1998, η παλαιότητα αρχίζει να υπολογίζεται από την 1η Ιουνίου 2000.
Αν δεν υπάρχει οικοδομική άδεια, η παλαιότητα υπολογίζεται από την χρονολογία κατασκευής, που αποδεικνύεται με οποιοδήποτε δημόσιο έγγραφο, όπως προγενέστερος τίτλος κτήσης, νομιμοποίηση αυθαιρέτου, έναρξη ηλεκτροδότησης, καθώς και από τη βεβαίωση περαίωσης της διαδικασίας υπαγωγής του ακινήτου στις ισχύουσες κατά την έκδοση της βεβαίωσης διατάξεις περί ρύθμισης αυθαιρέτων, όπως εκδίδεται από το σχετικό πληροφοριακό σύστημα του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, συνοδευόμενη από το αντίστοιχο φύλλο καταγραφής.
Στην τελευταία περίπτωση, για τον υπολογισμό της παλαιότητας λαμβάνεται υπόψη η καταληκτική ημερομηνία του διαστήματος που αναγράφεται στο πεδίο παλαιότητας του αντίστοιχου φύλλου καταγραφής.
Πότε ακυρώνεται η παλαιότητα
Σύμφωνα με τη φορολογική και την πολεοδομική νομοθεσία, η «γήρανση» των ακινήτων σταματά με την πολεοδομική τακτοποίηση έστω και ενός τ.μ. του ακινήτου, καθώς στην περίπτωση αυτή, μηδενίζεται η παλαιότητα και επαυξάνει την αξία ολοκλήρου του ακινήτου, φορολογώντας το ως νεόδμητο.