Δύο εβδομάδες από το άνοιγμα για μεμονωμένους επισκέπτες, άνοιξαν σήμερα και για προσκυνητές σε μικρές ομάδες μέχρι δέκα ατόμων, οι εξωτερικοί μνημειακοί χώροι στο πρώην γερμανοναζιστικό στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Μαουτχάουζεν της Άνω Αυστρίας, όπου, 3.700 Έλληνες, μαζί με πολλές δεκάδες χιλιάδες άλλους ανθρώπους, υπήρξαν θύματα της ναζιστικής θηριωδίας στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Ήδη από τις 18 Μαρτίου ήταν δυνατή η μετάβαση και το προσκύνημα των εξωτερικών μνημειακών χώρων, αλλά μόνον σε μεμονωμένους επισκέπτες, ενώ αναμένεται και η επαναλειτουργία του νέου μουσείου που είχε κατασκευαστεί πριν από μερικά χρόνια. Κλειστοί ωστόσο παραμένουν οι χώροι του μαρτυρίου - κρεματόρια και θάλαμοι αερίου.
Η πανδημία του κορονοϊού και τα σχετικά περιοριστικά μέτρα, κατέστησαν αδύνατη την πραγματοποίηση των φετινών τελετών μνήμης που προγραμματίζονταν για την Κυριακή 10 Μαΐου, με την ευκαιρία της συμπλήρωσης 75 χρόνων από την απελευθέρωση του γερμανοναζιστικού στρατοπέδου συγκέντρωσης. Στις τελετές, τόσο στο κεντρικό μνημείο του Μαουτχόυζεν, όσο και στα μνημεία των δεκάδων χωρών που είχαν εκεί τα θύματά τους, αναμένονταν όπως κάθε χρόνο, δεκάδες επίσημες αντιπροσωπείες και πολλές χιλιάδες προσκυνητές από όλη την Ευρώπη, παρούσας της πολιτειακής και πολιτικής ηγεσίας της Αυστρίας, με επικεφαλής τον ομοσπονδιακό πρόεδρο της Αλεξάντερ Βαν ντερ Μπέλεν.
Την παραμονή των προγραμματισμένων τελετών, ο Αυστριακός ομοσπονδιακός πρόεδρος είχε μεταβεί μόνος στο Μαουτχάουζεν, όπου κατέθεσε στεφάνι στο κεντρικό μνημείο του στρατοπέδου, απευθύνοντας μήνυμα που μεταδόθηκε τηλεοπτικά την επομένη, στο πλαίσιο του μεγάλου αφιερώματος της δημόσιας Αυστριακής Τηλεόρασης, για τα 75 χρόνια από την απελευθέρωση του στρατόπεδου συγκέντρωσης. Μετά την ανακοίνωση, στις αρχές του Απριλίου, της ματαίωσης των τελετών, η Αυστριακή Επιτροπή Μαουτχάουζεν είχε ετοιμάσει ένα μεγάλο επετειακό αφιέρωμα, με ιστορικό υλικό, συνεντεύξεις και καταθέσεις "ψυχής" επιζώντων του στρατοπέδου, στελεχών των τότε συμμαχικών δυνάμεων που συμμετείχαν στην απελευθέρωσή του.
Σε συνεργασία με την Αυστριακή Ραδιοτηλεόραση (ORF), το αφιέρωμα, το οποίο προβλήθηκε το μεσημέρι της 10ης Μαΐου από το Τρίτο Πρόγραμμα της δημόσιας Αυστριακής Τηλεόρασης και την ιστοσελίδα της Επιτροπής, περιλάμβανε επίσης μηνύματα εκπροσώπων αντιστασιακών οργανώσεων και πολιτικών ηγετών, για την 75η επέτειο απελευθέρωσης του στρατοπέδου, την 5η Μαΐου 1945. Στο ελληνικό μνημείο στο πρώην ναζιστικό στρατόπεδο εξόντωσης, ο Ελληνισμός τιμά κάθε χρόνο την μνήμη των 3.700 θυμάτων του, με τρισάγιο, ομιλίες, καταθέσεις στεφάνων, παρουσίαση του μνημειώδους έργου του Μίκη Θεοδωράκη “Μαουτχάουζεν”, και με εκπροσώπηση της ελληνικής πολιτείας, που σε πλέον ανώτερο επίπεδο υπήρξε εκείνη τον Μάιο του 2015, στην 70η επέτειο, με την τότε πρόεδρο της Βουλής των Ελλήνων, Ζωή Κωνσταντοπούλου.
Το στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Μαουτχάουζεν, έξω από το ομώνυμο χωριό 170 χιλιόμετρα δυτικά της Βιέννης, ιδρύθηκε από τους Γερμανούς ναζιστές πριν από 82 χρόνια - τον Αύγουστο του 1938, λίγους μήνες μετά από την προσάρτηση της Αυστρίας στο γερμανοναζιστικό Τρίτο Ράιχ στις 12 Μαρτίου 1938 - αρχικά για να μεταφερθούν εκεί κρατούμενοι από το στρατόπεδο συγκέντρωσης του Νταχάου και μετά από το Άουσβιτς. Μέχρι την απελευθέρωσή του, πάνω από 206.000 κρατούμενοι από όλη την Ευρώπη, γνώρισαν στο Μαουτχάουζεν ό,τι πιο απάνθρωπο μπορεί να συλλάβει ο ανθρώπινος νους, και για τους 122.797 από αυτούς – ανάμεσά τους και 3.700 Ελληνες – η απελευθέρωση ήλθε πολύ αργά, καθώς είχαν ήδη αφήσει στα κρεματόρια του Μαουτχάουζεν την τελευταία τους πνοή.
Μετά τον πόλεμο, οι εγκαταστάσεις του ναζιστικού στρατοπέδου συγκέντρωσης μετατράπηκαν σε μουσείο και τόπο προσκυνήματος, με μνημεία των χωρών που είχαν εκεί τα θύματά τους και κάθε χρόνο, στην επέτειο απελευθέρωσής του, συρρέουν στο Μαουτχάουζεν πολλές χιλιάδες προσκυνητές από τα πέρατα της Ευρώπης, αλλά και οι ελάχιστοι πλέον εν ζωή από τους επιζώντες του.
Το μνημειώδες έργο του, “Μαουτχάουζεν”, ο κορυφαίος Έλληνας μουσικοσυνθέτης Μίκης Θεοδωράκης μελοποίησε το 1965 σε ποίηση του - εκλιπόντα το 2011 - μεγάλου θεατρικού συγγραφέα και ακαδημαϊκού Ιάκωβου Καμπανέλλη, ο οποίος υπήρξε για δυόμιση χρόνια κρατούμενος στο ναζιστικό στρατόπεδο συγκέντρωσης και ένας από τους ελάχιστους επιζώντες του.
Ο Μίκης Θεοδωράκης, έχοντας δίπλα του τον Ιάκωβο Καμπανέλλη, είχε πρωτοπαρουσιάσει το “Μαουτχάουζεν” στον τόπο του μαρτυρίου στο πρώην ναζιστικό στρατόπεδο συγκέντρωσης, τον Μάιο του 1988, σε μια ιστορική συναυλία του με τη Μαρία Φαραντούρη, την Ανατολικογερμανίδα Γκίζελα Μάι και την Ισραηλινή Ελινόαρ Μοάβ-Βενιάδη (στα ελληνικά, γερμανικά και εβραϊκά, αντίστοιχα), παρουσία του τότε καγκελάριου της Αυστρίας Φραντς Βρανίτσκι και δεκάδων χιλιάδων προσκυνητών από όλη την Ευρώπη.
ΑΠΕ-ΜΠΕ