Το μπαράζ επιδοτήσεων στα τιμολόγια ηλεκτρικού ρεύματος και φυσικού αερίου, δεν στάθηκε ικανό να αναχαιτίσει το «τσουνάμι» ενεργειακής ακρίβειας που πλήττει τα ελληνικά νοικοκυριά. Αυτά πληρώνουν πολύ ακριβά, σε σχέση με το εισόδημά τους, το ηλεκτρικό ρεύμα, γεγονός που πιστοποιείται από την έκθεση του ACER (Σύνδεσμος των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας της Ε.Ε).
Η ευρωπαϊκή «ΡΑΕ» υποστηρίζει στην έκθεσή της ότι η Ελλάδα εμφανίζει το 2022 το τρίτο υψηλότερο κόστος οικιακού ρεύματος σε ολόκληρη την Ευρώπη, μετά την Πορτογαλία και τη Νορβηγία. Τα ελληνικά νοικοκυριά, δηλαδή βρίσκονται στα υψηλότερα «πατώματα» επιβάρυνσης, αναφορικά με το ενεργειακό κόστος σ’ όλη την Ευρώπη.
Τα στοιχεία που προκύπτουν από την έκθεση είναι αποκαρδιωτικά και δεν συνάδουν με την εικόνα που «προμοτάρει» η κυβέρνηση, για αισθητή μείωση της τιμής του ρεύματος, που είναι, μάλιστα, από τις χαμηλότερες στις Ευρώπη. Οι επιδοτήσεις και μάλιστα υψηλές που έχουν γίνει εδώ και αρκετούς μήνες, δεν έχουν αντιστρέψει την αρνητική εικόνα.
Είναι ενδεικτικό, σύμφωνα με την έρευνα, πώς:
- Σχεδόν 4 στα 10 νοικοκυριά δηλώνουν αδυναμία να ζεστάνουν τις κατοικίες τους
- Τα μισά φτωχά νοικοκυριά αδυνατούν να πληρώσουν τους λογαριασμούς
Πριν το ξέσπασμα της ενεργειακής κρίσης η Ελλάδα βρισκόταν σταθερά στην πρώτη πεντάδα της ακρίβειας, αναφορικά με το κόστος του ηλεκτρικού ρεύματος και εντός της τρέχουσας χρονιάς «κατρακύλησε» στην τρίτη θέση. Όπως αναφέρεται στην έκθεση τα ελληνικά νοικοκυριά δαπανούν το 6% του εισοδήματός τους, για να πληρώσουν τους λογαριασμούς ρεύματος. Το υψηλότερο ποσοστό «εδράζεται» στην Πορτογαλία (8%) και ακολουθεί η Νορβηγία με πάνω από 7%.
Η Ελλάδα βρίσκεται στην τρίτη θέση, πίσω από τη Βουλγαρία και τη Γερμανία και για το ποσοστό του διαθέσιμου εισοδήματος που δαπανάται για τους λογαριασμούς φυσικού αερίου. Συγκεκριμένα το εν λόγω ποσοστό εκτινάχθηκε στο 13% το 2022, από το 3% που είχε διαμορφωθεί το 2020.
Επίσης, σύμφωνα με τον ACER η Ελλάδα είχε το θλιβερό προνόμιο το 2021, να είναι η χώρα με τη λιγότερη διείσδυση των έξυπνων μετρητών στην Ευρώπη. Η απόσταση που τη χωρίζει με τους ευρωπαίους εταίρους είναι χαώδης. Το ποσοστό διείσδυσης στην Ελλάδα είναι 3% ενώ ο ευρωπαϊκός μέσος όρος στην Ευρώπη είναι 54%. Αυτή η «δυσλειτουργία» σύμφωνα με τον ACER, αποτελεί εμπόδιο στην ενισχυμένη συμμετοχή των καταναλωτών στην αγορά.