Σε τροχάδην έως την 31η Ιουλίου πρέπει να επιδοθούν οι συνταξιούχοι που έλαβαν αναδρομικά, προκειμένου να διαγραφούν τα πρόστιμα και οι προσαυξήσεις και να μην φορολογηθούν με πάνω από 20% επί των ποσών που εισέπραξαν, εκείνοι που έλαβαν για πρώτη φορά σύνταξη.
Παράλληλα η ΑΑΔΕ, με εγκύκλιό της υποστηρίζει, ότι, δεν έχει παραγραφεί το δικαίωμα του Δημοσίου να επιβάλει φόρους για υποθέσεις προ του 2013!
Πρόκειται για τους συνταξιούχους (και λίγους μισθωτούς) οι οποίοι έλαβαν το 2013 αναδρομικά, βάσει δικαστικών αποφάσεων, για τα έτη από το 2001 έως 2012. Τα συγκεκριμένα ποσά είχαν «ξεχαστεί» από την ΑΑΔΕ, η οποία τα θυμήθηκε τον Δεκέμβριο του 2019 λίγες μέρες πριν την παραγραφή (31/12/2019) του έτους 2013.
Ειδικότερα σε ότι αφορά στην παραγραφή, των συγκεκριμένων υποθέσεων, αρκετοί από τους λαβόντες αναδρομικά έχουν προσφύγει στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών και ζητούν να ακυρωθούν οι βεβαιωθέντες φόροι υποστηρίζοντας ότι αφορούν σε χρήσεις που έχουν παραγραφεί. Ειδικότερα στις 31 Δεκεμβρίου 2019 παραγράφηκαν η χρήση του 2013, ενώ οι τα αναδρομικά τα οποία εισέπραξαν οι δικαιούχοι αφορούν στα έτη από το μακρινό 2001.
Όπως σημειώνει η ΑΑΔΕ στην εγκύκλιο «…δεν τίθεται ζήτημα παραγραφής, διότι η Φορολογική Διοίκηση, με την έκδοση της πράξης δυνάμει της παρ.2 του άρθρου 32 ΚΦΔ εντός του 2019 διέκοψε την παραγραφή για τα εισοδήματα αυτά».
Προσθέτει επίσης, πως «δεν γεννάται ζήτημα παραγραφής και για τις αρχικές/συμπληρωματικές δηλώσεις που υποβάλλονται κατόπιν αίτησης σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 53α του άρθρου 72 ΚΦΔ, προκειμένου να κατανεμηθεί το ποσό των αναδρομικών σε περισσότερα έτη, καθόσον για τα αναδρομικά που καταβλήθηκαν το 2013, η προθεσμία υποβολής των δηλώσεων ήταν η 31.12.2014 (ανεξάρτητα από το έτος/έτη που αφορούσαν τα αναδρομικά εισοδήματα). Ο χρόνος παραγραφής ξεκινά από την 31.12.2014 και συμπληρώνεται την 31.12.2019 εφαρμοζόμενων των διατάξεων της παρ.11 του άρθρου 72ΚΦΔ και παρ.1 άρθρου 84 ν.2238/1994, συνεπώς με την έκδοση των πράξεων προσδιορισμού φόρου εντός του 2019 σύμφωνα με την παρ.2 άρθρου 32 ΚΦΔ διακόπηκε ο χρόνος παραγραφής».
Ο προσδιορισμός του φόρου
Επίσης στην εγκύκλιο αναφέρει ότι προβλέπεται κατ' εξαίρεση, άμεσος προσδιορισμός φόρου ή πράξεις προσδιορισμού φόρου ή επιβολής προστίμου που εκδόθηκαν εντός του 2019 και για τις οποίες δεν έχει ασκηθεί ενδικοφανής προσφυγή ή προσφυγή ενώπιον του δικαστηρίου έως 30.6.2020 (ημερομηνία δημοσίευσης του ν. 4701/2020), καθώς οι πράξεις αυτές (τα σημειώματα που εστάλησαν τον Δεκέμβριο του 2019) μπορούν να ακυρωθούν ή να τροποποιηθούν, δηλαδή κατόπιν αίτησης του φορολογούμενου.
Για τον σκοπό αυτό η αίτηση του φορολογούμενου για ακύρωση ή τροποποίηση υποβάλλεται έως τις 31 Ιουλίου 2020 και η πράξη της Φορολογικής Διοίκησης εκδίδεται μέχρι τις 30.9.2020.
Επίσης, έως τις 30.9.2020 δύναται να γίνει και η ακύρωση ή τροποποίηση άμεσου προσδιορισμού φόρου, της πράξης προσδιορισμού του φόρου και της πράξης επιβολής προστίμου, εφόσον έχει εκδοθεί, χωρίς αίτηση του φορολογούμενου.
Στις περιπτώσεις που έχει ασκηθεί ενδικοφανής προσφυγή της οποίας η προθεσμία εξέτασης παρατάθηκε έως την 30.9.2020, η προθεσμία αυτή διακόπτεται και η ασκηθείσα ενδικοφανής προσφυγή λογίζεται ως αίτηση του φορολογούμενου για την ακύρωση ή τροποποίηση, εξετάζεται ως τέτοια και η σχετική πράξη εκδίδεται έως τις 30.9.2020.
Η Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών αποστέλλει κατάσταση των σχετικών ενδικοφανών προσφυγών ανά αρμόδια Δ.Ο.Υ. για την άμεση ενημέρωση και την έγκαιρη οργάνωση των απαιτούμενων ενεργειών εκ μέρους των Δ.Ο.Υ. Η αποστολή των φυσικών φακέλων θα πραγματοποιηθεί, όπου αυτό χρειασθεί, σταδιακά λόγω του χρόνου που απαιτεί η διαχείριση του μεγάλου πλήθους των ενδικοφανών προσφυγών.
Στην περίπτωση ήδη ασκηθείσας ενδικοφανούς προσφυγής, ο φορολογούμενος έχει το δικαίωμα να προβάλει ως επιπρόσθετους λόγους, τους λόγους που προβλέπονται στην παρ. 1 του άρθρου 63Β ΚΦΔ.
Για τις υποθέσεις αυτές και σε περίπτωση ρητής απόρριψης του αιτήματος ακύρωσης ή τροποποίησης, επιτρέπεται η άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής κατά της πράξης απόρριψης, με την οποία μπορούν να προβάλλονται και οι λόγοι που έχουν ήδη προβληθεί με την αρχικώς ασκηθείσα ενδικοφανή προσφυγή.
Σε περίπτωση σιωπηρής απόρριψης του αιτήματος ακύρωσης ή τροποποίησης λόγω άπρακτης παρέλευσης της προθεσμίας του προηγουμένου εδαφίου, η αρχικώς ασκηθείσα ενδικοφανής προσφυγή και κάθε σχετικό έγγραφο διαβιβάζεται προς τη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών μέχρι τις 31.10.2020 και η προθεσμία εξέτασης της ενδικοφανούς προσφυγής εκκινεί εκ νέου από την 1η.11.2020.
Για την προσφυγή στη ΔΕΔ, αναστέλλεται η καταβολή του 50% του αρχικώς καταλογιζόμενου φόρου.
Τα δικαιολογητικά
Μαζί με την αίτηση για ακύρωση ή τροποποίηση ο φορολογούμενος πρέπει να υποβάλει και δικαιολογητικά από τα οποία να προκύπτουν τα έτη στα οποία ανάγονται τα αναδρομικά. Τέτοια δικαιολογητικά είναι ενδεικτικά:
- η ετήσια βεβαίωση αποδοχών που εκδίδεται από τον αρμόδιο φορέα στην οποία αναφέρονται διακεκριμένα τα εισοδήματα ανά έτος ή
- τα ενημερωτικά σημειώματα συντάξεων.
Επίσης τα σημεία που πρέπει να προσέξουν οι φορολογούμενοι είναι:
- Αν έχουν υποβληθεί τροποποιητικές δηλώσεις από τον φορολογούμενο με τα αναδρομικά εισοδήματα που εισπράχθηκαν το 2013 και έχουν εκκαθαριστεί πριν την έκδοση της πράξης διοικητικού προσδιορισμού φόρου του άρθρου 32 παρ. 2 ΚΦΔ που πραγματοποιήθηκε εντός του 2019 βάσει των οδηγιών του ΔΕΑΦ Α 1174594 ΕΞ 2019/17-12-2019 εγγράφου, η Δ.Ο.Υ προβαίνει σε ακύρωση της σχετικής πράξης χωρίς άλλη ενέργεια, κατόπιν αιτήματος του φορολογούμενου.
- Οι πρόσθετοι φόροι ή το πρόστιμο και οι τόκοι εκπρόθεσμης καταβολής που επιβλήθηκαν με πράξεις διοικητικού προσδιορισμού φόρου που αφορούν σε χρήσεις έως τις 31.12.2013 και εκδόθηκαν εντός του έτους 2019, για αποδοχές που εισπράχθηκαν αναδρομικά εντός του 2013, δεν δύναται να υπερβούν το 20% του κύριου φόρου που προσδιορίσθηκε κατά την έκδοση της πράξης, εφόσον πρόκειται για το πρώτο έτος καταβολής σύνταξης, η οποία έγινε καθυστερημένα από τον οικείο ασφαλιστικό φορέα.
- Η ευεργετική αυτή ρύθμιση καταλαμβάνει το πρώτο έτος καταβολής της σύνταξης για όλες τις συντάξεις, ανεξαρτήτως αν είναι κύριες ή επικουρικές.
- Ο περιορισμός των πρόσθετων φόρων ή του προστίμου και των τόκων εκπρόθεσμης καταβολής στο 20% του κύριου φόρου ισχύει για τα ανωτέρω εισοδήματα που θα εκκαθαριστούν εκ νέου από την αρμόδια υπηρεσία δηλαδή για τις τροποποιητικές δηλώσεις όλων των ετών που ανάγονται τα σχετικά ποσά των αναδρομικών συντάξεων και θα υποβληθούν από τον φορολογούμενο.
- Ισχύει επίσης και για τους φορολογούμενους που δεν επιθυμούν να αμφισβητήσουν την πράξη που εκδόθηκε και επιθυμούν να τύχουν μόνο του περιορισμού των πρόσθετων φόρων ή τόκου και προστίμου, κατά τα ανωτέρω. Για το σκοπό αυτό απαιτείται σχετικό αίτημα του φορολογουμένου, προκειμένου να εκδοθεί η νέα πράξη από τη Φορολογική Διοίκηση με την οποία οι πρόσθετοι φόροι ή οι τόκοι εκπρόθεσμης καταβολής περιορίζονται σε ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) του κύριου φόρου και το πρόστιμο διαγράφεται.
- Η αίτηση υποβληθεί εμπρόθεσμα παραλαμβάνεται ακόμα και αν ο φορολογούμενος δεν συνυποβάλλει κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης τα σχετικά δικαιολογητικά, υπό την προϋπόθεση ότι θα τα προσκομίσει σε 15 μέρες. Αν η εν λόγω προθεσμία παρέλθει και ο φορολογούμενος δεν έχει συμπληρώσει το φάκελο με το απαιτούμενο δικαιολογητικό, η αίτηση απορρίπτεται.
- Εάν ο φορολογούμενος ζητά την ακύρωση πράξης προσδιορισμού φόρου για το λόγο ότι είχε υποβάλει σε προγενέστερο χρόνο δηλώσεις αναδρομικών (ετών 2012 και πιο παλιά), οι οποίες, όμως, δεν είχαν εκκαθαριστεί, η Δ.Ο.Υ. προβαίνει πρώτα σε άμεση εκκαθάριση αυτών και το εκπρόθεσμο υπολογίζεται μέχρι την ημερομηνία υποβολής αυτών των δηλώσεων, εκτός εάν οι δηλώσεις είχαν υποβληθεί εντός του 2014 (έτος χορήγησης της βεβαίωσης των αναδρομικών), οπότε και δεν επιβάλλονται κυρώσεις καθώς αυτές θεωρούνται εμπρόθεσμες.
- Ο φόρος που βεβαιώνεται από την εκκαθάριση των αρχικών ή συμπληρωματικών δηλώσεων καταβάλλεται εφάπαξ μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του μεθεπόμενου μήνα από τη βεβαίωσή του φόρου.