Στην πρώτη του επίσκεψη στην Κίνα έπειτα από επτά χρόνια, ο πρωθυπουργός της Ινδίας, Ναρέντρα Μόντι, επιχείρησε να επανακαθορίσει τις σχέσεις με τον ισχυρό γείτονα της Ινδίας, την Κίνα, ενώ ταυτόχρονα ενίσχυσε τους δεσμούς με τη Ρωσία, σε μια περίοδο που οι εντάσεις με τις ΗΠΑ κλιμακώνονται.
Στο περιθώριο περιφερειακής συνόδου ασφαλείας και οικονομίας στο Τιαντζίν, ο Μόντι είχε συνομιλίες με τον Κινέζο πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ, με τους δύο ηγέτες να δεσμεύονται ότι θα παραμείνουν εταίροι και όχι αντίπαλοι. Συζήτησαν ζητήματα συνόρων, την επανέναρξη απευθείας πτήσεων και την ενίσχυση του εμπορίου. Την επόμενη ημέρα, ο Ινδός πρωθυπουργός συνάντησε τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν, καθώς οι διμερείς σχέσεις βρίσκονται στο επίκεντρο διεθνούς κριτικής.
Η Ουάσιγκτον έχει επικρίνει έντονα το Νέο Δελχί για τις αγορές ρωσικού πετρελαίου, κατηγορώντας το ότι συμβάλλει στη χρηματοδότηση του πολέμου στην Ουκρανία. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, επέβαλε την προηγούμενη εβδομάδα δασμούς 50% σε ινδικά προϊόντα που εξάγονται στην αμερικανική αγορά, τους υψηλότερους στην Ασία, ως αντίποινα για τις ενεργειακές συναλλαγές με τη Μόσχα.
Η κίνηση αυτή, σύμφωνα με αναλυτές, δείχνει στο Νέο Δελχί ότι δεν μπορεί να βασίζεται στις σχέσεις του με την Ουάσιγκτον. Ο πρώην πρέσβης της Ινδίας, Ανίλ Τριγκουνάγιατ σημείωσε ότι «είναι σημαντικό για χώρες όπως η Ινδία να βρουν τον δικό τους δρόμο και τους δικούς τους εταίρους».
Ο Μόντι είχε επίσης τηλεφωνική επικοινωνία με τον Ουκρανό πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι πριν μεταβεί στην Κίνα, επαναλαμβάνοντας την έκκλησή του για ειρήνη. Ο Ζελένσκι ανέφερε ότι η Ινδία είναι έτοιμη να στείλει «το κατάλληλο μήνυμα προς τη Ρωσία και άλλους ηγέτες» μέσω των συναντήσεων στο Τιαντζίν.
Ο Ινδός ηγέτης είχε μιλήσει με τον Πούτιν και μετά τη σύνοδο του Ρώσου προέδρου με τον Τραμπ στην Αλάσκα, σε μια προσπάθεια διαμεσολάβησης. Ο Πούτιν αναμένεται να επισκεφθεί την Ινδία αργότερα φέτος.
Στελέχη της κυβέρνησης Τραμπ, όπως ο Πίτερ Ναβάρο, κατηγόρησαν την Ινδία ότι λειτουργεί ως «πλυντήριο του Κρεμλίνου», αγοράζοντας ρωσικό πετρέλαιο με έκπτωση, επανεξάγοντάς το μετά τη διύλιση σε Ευρώπη και άλλες αγορές. Ο ίδιος υποστήριξε ότι «η Ινδία τροφοδοτεί τη ρωσική πολεμική μηχανή», αν και παραδέχτηκε πως στο παρελθόν η χώρα δεν είχε εκτεταμένες αγορές από τη Ρωσία.
Παράλληλα, η εμπορική αντιπαράθεση της Ουάσιγκτον με Πεκίνο και Νέο Δελχί έχει επιταχύνει τις προσπάθειες Κίνας και Ινδίας να αναθερμάνουν τις σχέσεις τους, μετά από βήματα αποκλιμάκωσης πέρυσι στα μήκους 3.488 χιλιομέτρων αμφισβητούμενα σύνορά τους. «Η διεθνής κατάσταση είναι ρευστή και χαοτική», δήλωσε ο Σι Τζινπίνγκ, καλώντας Κίνα και Ινδία «να είναι φίλοι, εταίροι που ενισχύουν αμοιβαία την επιτυχία τους και να χορέψουν μαζί ο δράκος και ο ελέφαντας».
Αναλυτές ωστόσο σημειώνουν ότι η στρατηγική καχυποψία ανάμεσα στις δύο χώρες παραμένει. Ο Τζέρεμι Τσαν της Eurasia Group επεσήμανε ότι το ζήτημα των συνόρων ξεμπλόκαρε το έδαφος για συνεργασία, αλλά δεν αίρει τη βαθύτερη αντιπαλότητα.
Στην οικονομική διάσταση, οι αμερικανικοί δασμοί αναμένεται να πλήξουν τις ινδικές εξαγωγές, καθώς οι ΗΠΑ αποτελούν τον μεγαλύτερο εμπορικό εταίρο της Ινδίας. Οίκοι όπως η Citigroup εκτιμούν ότι η ανάπτυξη της Ινδίας μπορεί να υποχωρήσει έως και κατά 0,8 ποσοστιαίες μονάδες ετησίως. Η ινδική κυβέρνηση απαντά με φοροελαφρύνσεις για την τόνωση της εσωτερικής ζήτησης και αναζήτηση νέων αγορών.
Πριν από την Κίνα, ο Μόντι είχε επισκεφθεί την Ιαπωνία, εξασφαλίζοντας δεσμεύσεις επενδύσεων έως 10 τρισ. γεν (68 δισ. δολάρια) από τον πρωθυπουργό Σιγκέρου Ισίμπα. Η συμφωνία εντάσσεται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο οικονομικής ασφάλειας, που περιλαμβάνει συνεργασία σε ημιαγωγούς, κρίσιμα ορυκτά και τεχνητή νοημοσύνη, καθώς και κοινές πρωτοβουλίες για νεοφυείς επιχειρήσεις, καθαρή ενέργεια και το διάστημα.