Περισσότερες από 650 εντολές ελέγχου σε φορολογούμενους μεγάλου πλούτου, προσώπων που εμπλέκονται σε λίστες εμβασμάτων καθώς και σε offshores εκδόθηκαν στο πεντάμηνο Ιανουαρίου – Μαΐου από τις ελεγκτικές υπηρεσίες της ΑΑΔΕ.
Εικάζεται ότι μέσα στις νέες εντολές ελέγχου οι περισσότερες των οποίων δρομολογήθηκαν κατόπιν εισαγγελικής παραγγελίας, βρίσκονται και πρόσωπα εμπλεκόμενα με το σκάνδαλο NOVARTIS, καθώς και με άλλες υποθέσεις για τις οποίες υπάρχει υποψία διακίνησης «μαύρου» και αφορολόγητου χρήματος.
Παρά τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας με τις οποίες περιορίστηκε αυστηρά στην 5ετία, ο χρόνος εντός του οποίου, η φορολογική υπηρεσία μπορεί να ελέγξει τον φορολογούμενο, εντούτοις οι ελεγκτικές αρχές συνεχίζουν να διενεργούν ελέγχους ακόμη και σε παραγεγραμμένες υποθέσεις. Αυτό γίνεται κατόπιν εισαγγελικών παραγγελιών, επειδή μια υπόθεση στην οποία εντοπιστεί η διακίνηση «μαύρου» χρήματος, δεν παραγράφεται.
Μπορεί για την εφορία μια υπόθεση του έτους 2010 να έχει παραγραφεί με βάση της αποφάσεις του ΣτΕ, αλλά εάν υπάρχει διακίνηση «μαύρου χρήματος» περιέρχεται στις αρμοδιότητες της «Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης». Επίσης διαφορετικός είναι ο χειρισμός των υποθέσεων για τις οποίες επιλαμβάνεται και δίνει εντολή ελέγχου η Εισαγγελία Διαφθοράς.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, οι νέες εντολές ελέγχου που εκδόθηκαν στο πεντάμηνο Ιανουαρίου – Μαΐου 2018 ανέρχονται σε 654. Πρόκειται για ελέγχους που διενεργούνται σε αυτοαπασχολούμενους και άτομα μεγάλου πλούτου, οffshore εταιρείες και σε διακίνηση Εμβασμάτων.
Αναλυτικότερα, τον Ιανουάριο εκδόθηκαν 35 εντολές ελέγχου, τον Φεβρουάριο εκδόθηκαν 188, τον Μάρτιο 251, τον Απρίλιο 75 και 105 εντολές ελέγχου εκδόθηκαν τον Μάιο.
Φρέναραν άλλοι έλεγχοι
Από τα ίδια τα στοιχεία της ΑΑΔΕ προκύπτει ένα φρενάρισμα των ελέγχων που ολοκληρώνονται. Ειδικότερα, το σύνολο των ελέγχων που ολοκληρώθηκαν εντός στο πεντάμηνο Ιανουαρίου – Μαΐου 2018 ανέρχονται σε μόλις 106(!), όταν το 2017 ολοκληρώθηκαν 953 έλεγχοι, σε φορολογούμενους «Μεγάλου Πλούτου».
Το «φρένο» στους ελέγχους αποδίδεται στις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας και του Νομικού συμβουλίου του Κράτους, με τις οποίες περιορίστηκε αυστηρά στην 5ετία, ο χρόνος εντός του οποίου, η φορολογική υπηρεσία μπορεί να ελέγξει τον φορολογούμενο. Στο πλαίσιο αυτό, υποθέσεις που αφορούν στις χρήσεις 2011 και πίσω, δεν έχουν νόημα οι έλεγχοι, γιατί θα ακυρωθούν τα όποια πρόστιμα από τη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών.
Οι 4 χρόνοι της παραγραφής
Όπως είχε γράψει το Σin μετά τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας το 2017, του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, των διοικητικών δικαστηρίων και τις ερμηνείες της ΑΑΔΕ, υπάρχουν τέσσερις χρόνοι παραγραφής των εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων, αλλά και αυτοί δεν είναι σαφείς. Ειδικότερα:
- Η κανονική περίοδος παραγραφής είναι πενταετής και «μετράει» από τη λήξη του έτους, στο οποίο πρέπει να υποβληθεί η σχετική φορολογική δήλωση. Στην ουσία είναι 5+1 έτη και συγκεκριμένα για τις χρήσεις 2006, 2007, 2008, 2009 και 2010 (οικονομικά έτη 2007, 2008, 2009, 2010 και 2011), το δικαίωμα του Δημοσίου για έκδοση οριστικών πράξεων σε βάρος του παραγράφηκε την 31/12/2012, 31/12/2013, 31/12/2014, 31/12/2015 και 31/12/2016, αντίστοιχα.
- Εφόσον οι φοροελεγκτικές αρχές εντοπίζουν, μετά τη λήξη της κανονικής πενταετούς περιόδου παραγραφής, «συμπληρωματικά» στοιχεία, από τα οποία προκύπτει ότι υπήρξε απόκρυψη εισοδήματος και φοροδιαφυγή, ο χρόνος της μη παραγραφής επεκτείνεται στη δεκαετία. Από τα συμπληρωματικά στοιχεία εξαιρούνται οι τραπεζικές καταθέσεις σε τράπεζες του εσωτερικού. Αν βρεθούν αδήλωτες καταθέσεις σε τράπεζες του εξωτερικού, η Εφορία μπορεί να διενεργήσει έλεγχο για μια δεκαετία πίσω.
- Στις περιπτώσεις που για κάποιο έτος δεν υποβλήθηκε δήλωση φορολογίας εισοδήματος ή υποβλήθηκε εκπρόθεσμη αρχική δήλωση φορολογίας εισοδήματος, η προθεσμία παραγραφής είναι 15ετής. Για την περίπτωση που υποβλήθηκε εκπρόθεσμη δήλωση, αναμένεται η τελική γνωμοδότηση της ολομέλειας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
- Για τις χρήσεις 2012 και μετά προβλέπεται εικοσαετής περίοδος παραγραφής σε περίπτωση διαπίστωσης φοροδιαφυγής. Όμως η 20ετία δεν ισχύει για τις υποθέσεις προ του 2012, αλλά η 20ετία ισχύει για τις υποθέσεις μετά το 2012. Δηλαδή μια υπόθεση του 2011, ακόμη και εάν οι ελεγκτικές αρχές έχουν εντοπίσει φοροδιαφυγή, έχει παραγραφεί, εκτός και αν υπάρξουν συμπληρωματικά στοιχεία. Οι υποθέσεις του έτους 2012, παραμένουν ανοιχτές για μια 20ετία και η εφορία μπορεί να διενεργήσει έλεγχο μέχρι το έτος 2032 κ.ο.κ.