Μετά την διπλή αναβάθμιση της πιστοληπτικής αξιολόγησης της χώρας από τη Moody’s και τις δύο επιτυχείς εξόδους στις αγορές, οι ελληνικές τράπεζες θέλουν να αυξήσουν τις τοποθετήσεις τους σε ελληνικά κρατικά ομόλογα, τα οποία θεωρούνται πλέον ασφαλή και προσφέρουν υψηλές αποδόσεις.
Υπάρχει όμως το πλαφόν που έχει επιβάλει η ΕΚΤ και ορίζει πόσα ελληνικά ομόλογα μπορούν να έχουν στα χαρτοφυλάκια τους. Κυβέρνηση και τράπεζες συμφωνούν ότι αυτός ο περιορισμός πρέπει να αλλάξει και το πλαφόν να αναπροσαρμοσθεί.
Όπως επισημαίνουν μάλιστα αρμόδιοι κυβερνητικοί παράγοντες, δεν υφίστανται πλέον οι λόγοι που επέβαλαν αυτόν τον ασφυκτικό περιορισμό: Η χώρα έχει ανακτήσει την εμπιστοσύνη των αγορών – όπως αποδεικνύουν οι δύο επιτυχείς ομολογιακές εκδόσεις, οι αποδόσεις των χρεογράφων της αποκλιμακώνονται, ενώ οι ελληνικές τράπεζες έχουν μηδενίσει τον ELA και δεν εξαρτώνται από τη χρηματοδότηση της ΕΚΤ.
Μέσα στις αμέσως προσεχείς εβδομάδες η ελληνική πλευρά θα διατυπώσει εκ νέου αίτημα προς την ΕΚΤ για αναπροσαρμογή του πλαφόν, ώστε οι συστημικές τράπεζες να μπορούν να αυξήσουν τις τοποθετήσεις τους σε κρατικά ομόλογα.
Οι τοποθετήσεις αυτές δεν θα εμπεριέχουν ουσιαστικό ρίσκο, δεν θα βασίζονται σε χρήματα της ΕΚΤ και θα αποφέρουν σημαντικά έσοδα-κέρδη στις τράπεζες.
Αιτημα για αναπροσαρμογή του πλαφόν είχε υποβληθεί και το περασμένο φθινόπωρο. Η ΕΚΤ έκρινε ότι ήταν πρόωρο, καθώς η χώρα δεν είχε βγει στις αγορές μετά την ολοκλήρωση του τρίτου προγράμματος, και οι τράπεζες δεν είχαν απεξαρτηθεί από τον έκτακτο μηχανισμό άντλησης ρευστότητας (ELA).
Οι λόγοι αυτοί δεν συντρέχουν πλέον και η ΕΚΤ μπορεί τώρα να προχωρήσει σε ένα πρώτο βήμα, αναπροσαρμόζοντας το πλαφόν και δίνοντας στις ελληνικές τράπεζες τη δυνατότητα να προβούν σε αγορές κρατικών ομολόγων.
Οι τοποθετήσεις αυτές θα ενισχύσουν τη δυναμική περαιτέρω αποκλιμάκωσης των αποδόσεων, που θα δώσει τη δυνατότητα στη χώρα να καλύπτει μελλοντικά όλες τις δανειακές ανάγκες της μέσω των χρηματαγορών.