Νεότερες οδηγίες για την έκδοση των προσωρινών συντάξεων δίνει ο ΕΦΚΑ μετά τα προβλήματα και τις δυσλειτουργίες που παρουσιάζει το σύστημα που καθιέρωσε το υπουργείο Εργασίας.
Ειδικότερα, σε ότι αφορά στην αύξηση του ποσοστού προσωρινής σύνταξης για τις αιτήσεις που έχουν υποβληθεί χειρόγραφα, ο ΕΦΚΑ διευκρινίζει ότι με τον ν. 4714/2020 επέρχονται οι ακόλουθες αλλαγές για τους ασφαλισμένους που έχουν καταθέσει έντυπη αίτηση συνταξιοδότησης λόγω γήρατος:
- Για τους μισθωτούς, ο υπολογισμός του ποσού της προσωρινής σύνταξης καθορίζεται πλέον στο 80% του μέσου όρου των μηνιαίων αποδοχών του ασφαλισμένου κατά τους 12 μήνες ασφάλισης που προηγούνται της υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης.
- Για τους μη μισθωτούς, (αυτοτελώς απασχολούμενους, ελεύθερους επαγγελματίες και ασφαλισμένους στον Ο.Γ.Α., όπως αυτοί ορίζονται στα άρθρα 39 και 40 του Ν. 4387/2016), ο υπολογισμός του ποσού της προσωρινής σύνταξης καθορίζεται πλέον στο 70% του μέσου μηνιαίου εισοδήματος των δώδεκα (12) τελευταίων μηνών ασφάλισης που προηγούνται της υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης.
Τα ποσά αυτά της προσωρινής σύνταξης καταβάλλονται μειωμένα κατά ποσοστό 30% για όσο χρονικό διάστημα οι υποψήφιοι συνταξιούχοι απασχολούνται ή διατηρούν την ιδιότητα ή τη δραστηριότητά τους. Διευκρινίζεται ότι η διάταξη αυτή ισχύει πλέον σε συνδυασμό με το γεγονός ότι έχει απαλειφθεί η περ. στ' της παρ. 7 του άρθρου 29 του Ν. 4387/2016, η οποία έθετε ως αρνητική προϋπόθεση για τη χορήγηση της προσωρινής σύνταξης τη συνέχιση της εργασίας κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης.
Επίσης, συνδυάζεται με τις διατάξεις του άρθρου 20 του Ν. 4387/2016 περί εργασίας συνταξιούχων, όπως έχουν τροποποιηθεί με το άρθρο 27 του Ν. 4670/2020 (εγκ. 34/2020), οι οποίες καθορίζουν πλέον το ποσοστό μείωσης του ποσού της σύνταξης σε 30%. Το ποσό της προσωρινής σύνταξης λόγω γήρατος δεν μειώνεται κατά 30%, για τις ακόλουθες κατηγορίες:
- Των συνταξιούχων του ΟΓΑ εφόσον ασκούν απασχόληση υπακτέα στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ.
- Των ψυχικά ασθενών του άρθρου 23 του ν. 4488/2017 (Α' 176).
- Των συνταξιούχων με βάση τον ν. 612/1977 (Α' 164) και τις διατάξεις που παραπέμπουν σε αυτόν.
- Των συνταξιούχων του τετάρτου εδαφίου της περίπτωσης α' της παραγράφου 1 των άρθρων 1 και 26 του π.δ. 169/2007 (Α'210).
- Όσων λαμβάνουν το εξωιδρυματικό επίδομα ή το αντίστοιχο επίδομα του άρθρου 54 του π.δ. 169/2007 (Α'210).
- Των πολύτεκνων, των οποίων το ένα τουλάχιστον των τέκνων είναι ανήλικο ή σπουδάζει σε ανώτερες ή ανώτατες σχολές και έως τη συμπλήρωση του εικοστού τετάρτου έτους της ηλικίας του ή είναι ανίκανο για κάθε βιοποριστική εργασία.
- Των προσώπων που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 4 του ν. 4387/2016.
- Των συνταξιούχων άλλων φορέων και του Δημοσίου, εφόσον το ετήσιο εισόδημά τους από απασχόληση στον αγροτικό τομέα ως αγροτών, μελισσοκόμων, κτηνοτρόφων, πτηνοτρόφων και αλιέων δεν υπερβαίνει το ποσό των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ.
Πότε μπλοκάρεται η προσωρινή σύνταξη
Δεν χορηγείται καθόλου προσωρινή σύνταξη λόγω γήρατος όταν παρέχεται εργασία για την οποία προβλέπεται αναστολή καταβολής της σύνταξης. Όμως, αν μεταγενέστερα εκλείψει ο λόγος αυτός, η προσωρινή σύνταξη καταβάλλεται από την πρώτη του επόμενου μήνα της υποβολής της σχετικής νέας αίτησης του ενδιαφερομένου.
Διευκρινίζεται πάντως ότι με τον ν.4670/2020, οι συνταξιούχοι οι οποίοι έχουν ήδη αναλάβει ή αναλαμβάνουν εργασία ή αποκτούν ιδιότητα ή δραστηριότητα σε φορείς της Γενικής Κυβέρνησης υποχρεωτικώς υπακτέα στην ασφάλιση του e-Ε.Φ.Κ.Α., θεσπίζεται μεταβατικό στάδιο ενός έτους για την αναστολή καταβολής της σύνταξης με κριτήριο το χρονικό σημείο κατά το οποίο συμπληρώνουν το 61ο ή το 62ο έτος.
Συγκεκριμένα, για τους συνταξιούχους οι οποίοι συμπληρώνουν το 61ο έτος της ηλικίας τους έως και την 28.2.2021, αφενός, αίρεται η αναστολή καταβολής της σύνταξής τους από την επομένη της συμπλήρωσης του 61ου έτους της ηλικίας τους και, αφετέρου, εφόσον συνεχίζουν εργαζόμενοι και μετά τη συμπλήρωση αυτής της ηλικίας, το μεικτό ποσό της σύνταξής τους μειώνεται κατά 30%. Από 1.3.2021 και εφεξής η άρση της αναστολής καταβολής της σύνταξης γίνεται πλέον μετά τη συμπλήρωση του 62ου έτους (εγκ. 34/2020).
Όσον αφορά το ποσό της προσωρινής σύνταξης λόγω γήρατος, για τους μεν μισθωτούς και τους ασφαλισμένους στον τ. Ο.Γ.Α. η προσωρινή σύνταξη δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού της εθνικής σύνταξης που αντιστοιχεί σε είκοσι (20) έτη ασφάλισης (384,00 ευρώ) ούτε να υπερβαίνει το ποσό που ισούται με το διπλάσιο αυτής (768,00 ευρώ), στο ύψος που διαμορφώνεται κάθε φορά.
Για τους αυτοτελώς απασχολούμενους και τους ελεύθερους επαγγελματίες, η προσωρινή σύνταξη δεν μπορεί να είναι μικρότερη από την εκάστοτε εθνική σύνταξη που αντιστοιχεί σε είκοσι (20) έτη ασφάλισης (384,00 ευρώ) ούτε μεγαλύτερη από το ποσό που ισούται με το ύψος της εθνικής σύνταξης πολλαπλασιαζόμενο επί δυόμισι φορές (960,00 ευρώ), στο ύψος που διαμορφώνεται κάθε φορά.
Σύνταξη λόγω θανάτου
Σε περίπτωση υποβολής αίτησης συνταξιοδότησης λόγω θανάτου, η προσωρινή σύνταξη, όπως διαμορφώνεται με τις ανωτέρω διατάξεις, χορηγείται στους δικαιούχους σε ποσοστό 70%. Το ποσοστό αυτό επιμερίζεται μεταξύ των δικαιοδόχων, σύμφωνα με τα ποσοστά επιμερισμού της σύνταξης λόγω θανάτου (άρθρο 12 Ν. 4387/2016, όπως ισχύει). Και στην περίπτωση αυτή ισχύει ότι δεν απαιτείται πλέον η διακοπή της εργασίας κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης προκειμένου να χορηγηθεί στον δικαιούχο προσωρινή σύνταξη λόγω θανάτου.
Έκδοση απόφασης
Για την έγκριση ή την απόρριψη του αιτήματος χορήγησης προσωρινής σύνταξης εκδίδεται απόφαση του αρμόδιου ασφαλιστικού οργάνου, εντός δύο (2) μηνών από την ημερομηνία κατάθεσης των δικαιολογητικών (και όχι από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης συνταξιοδότησης) ή από την ημερομηνία οριστικοποίησης της κρίσης των υγειονομικών επιτροπών, αν η χορήγηση της σύνταξης συναρτάται με την εκτίμηση του βαθμού αναπηρίας του ασφαλισμένου.
Σε περίπτωση υποβολής αίτησης συνταξιοδότησης λόγω θανάτου, η προσωρινή σύνταξη χορηγείται σε ποσοστό 80% του ποσού που υπολογίζεται ως προσωρινή στις συντάξεις λόγω γήρατος ή λόγω αναπηρίας εφόσον συμμετέχουν στην απονομή και τα τέκνα και χορηγείται στους δικαιοδόχους. Το ποσοστό αυτό επιμερίζεται μεταξύ των δικαιοδόχων, σύμφωνα με τα ποσοστά επιμερισμού της σύνταξης. Όταν δεν συμμετέχουν στη σύνταξη και τα τέκνα, η προσωρινή σύνταξη ανέρχεται σε ποσοστό 70%. Το ποσό που θα προκύψει, δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού που αντιστοιχεί στην εθνική σύνταξη που χορηγείται για δεκαπέντε (15) έτη ασφάλισης.
Διευκρινίζεται ότι δεν απαιτείται πλέον η διακοπή της εργασίας κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης προκειμένου να χορηγηθεί στον δικαιούχο προσωρινή σύνταξη.
Διορθώσεις
Ο ΕΦΚΑ υπενθυμίζει πως ο νόμος παρέχει στον υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων να καθορίσει τη διαδικασία, τον τρόπο και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την καταβολή της διαφοράς στις ήδη χορηγηθείσες προσωρινές συντάξεις για τις οποίες δεν έχει εκδοθεί οριστική απόφαση συνταξιοδότησης, στις εκκρεμείς αιτήσεις χορήγησης προσωρινής σύνταξης κατά την ημερομηνία δημοσίευσής του, καθώς και κάθε άλλο ειδικότερο ζήτημα.
Επίσης, ο υπουργός Εργασίας μπορεί να καθορίσει τη διαδικασία χορήγησης προσωρινής σύνταξης στους ασφαλισμένους που δεν δικαιούνταν προσωρινή σύνταξη λόγω εργασίας, την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 116 του ν. 4714/2020 στις εκκρεμείς, κατά την ημερομηνία δημοσίευσής του, αιτήσεις χορήγησης προσωρινής σύνταξης και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
Τέλος, ο ΕΦΚΑ σημειώνει ότι η χορήγηση προσωρινής σύνταξης αποτελεί προσωρινό μέτρο οικονομικής υποστήριξης των υποψήφιων συνταξιούχων κατά το μεταβατικό στάδιο μεταξύ της επαγγελματικής ζωής και της συνταξιοδότησης, αλλά σε καμία περίπτωση δεν είναι επιτρεπτό να αποτελέσει αιτία καθυστέρησης στην απονομή της οριστικής σύνταξης.