Τη μείωση του αφορολόγητου ορίου προτείνει στην κυβέρνηση ο επικεφαλής του ESM, Κλάους Ρέγκλινγκ, αν θέλει να προβεί σε άλλες αναπτυξιακές μειώσεις φόρων.
Ο επικεφαλής του ESM επιβεβαιώνει ότι οι θεσμοί θα τηρήσουν σκληρή στάση απέναντι στο πακέτο των ελαφρύνσεων που σχεδιάζει η κυβέρνηση και μάλιστα βάζει ιδιαίτερα δύσκολα στο οικονομικό επιτελείο.
Η Κυβέρνηση θέλει να προχωρήσει σε ελαφρύνσεις των φορολογικών βαρών σε επιχειρήσεις και σε μεσαία και υψηλά εισοδήματα και ενώ έχει ψηφίσει και η ίδια τη διατήρηση του αφορολόγητου ορίου, το οποίο επρόκειτο να μειωθεί από το 2020.
Τι λέει όμως ο κ. Ρέγκλινγκ, που εμφανίζεται ως ο πιο σκληρός της τρόικας; Αν θέλετε να μειώσετε τους φόρους που σχεδιάζετε, θα πρέπει να μειωθεί το αφορολόγητο, ώστε να μην προκύψει δημοσιονομικό κενό.
Είναι σαφές, ότι σε περίπτωση που μειωθεί το αφορολόγητο όριο, για να μειωθεί η φορολογία στα υψηλότερα εισοδήματα είναι κάτι που θέλει να το αποφύγει η κυβέρνηση, γιατί θα έχει τεράστιο πολιτικό κόστος.
Στο πλαίσιο αυτό, ανακατεύεται ξανά η «τράπουλα» των φορολογικών ελαφρύνσεων, ορισμένες μειώσεις φόρων, είτε θα «κουρευτούν» είτε θα μετακυλιστούν σε βάθος χρόνου.
Το μήνυμα του «σκληρού» Ρέγκλινγκ
Το μήνυμα αυτό έστειλε από το βήμα του συνεδρίου του Economist, που πραγματοποιείται στην Αθήνα και έρχεται ως συνέχεια των προειδοποιήσεων που απηύθυνε τόσο προεκλογικά όσο και μετεκλογικά, όπως και κατά τη χθεσινή συνάντηση που είχε με τον υπουργό Οικονομικών Χρήστο Σταϊκούρα.
«Μία μείωση των φορολογικών συντελεστών θα μπορούσε να συνδυαστεί με μια διευρυμένη φορολογική βάση», δήλωσε ο επικεφαλής του ESM Κλάους Ρέγκλινγκ, τονίζοντας ότι οποιαδήποτε αναπροσαρμογή των δημοσιονομικών πολιτικών θα πρέπει να στοχεύει στην προώθηση της ανάπτυξης, διασφαλίζοντας παράλληλα την επίτευξη του συμφωνηθέντος πρωτογενούς πλεονάσματος.
Σημειώνεται πως οι θεσμοί θεωρούν ότι θα υπάρξει τρύπα πάνω από 1% του ΑΕΠ (2 δισ. ευρώ) στον φετινό προϋπολογισμό και επιπλέον 1% στον προϋπολογισμό του 2020 και ζητούν είτε κατάργηση των μέτρων που έχουν ανακοινωθεί όπως η 13η σύνταξη, η μείωση των συντελεστών του ΦΠΑ στα τρόφιμα ή η αντικατάστασή τους με ισοδύναμα μέτρα.
Ειδικά το αφορολόγητο όριο, το κόστος της διατήρησής του (που επρόκειτο να μειωθεί από το 2020), θα απέδιδε στα δημόσια ταμεία το ποσό των 1,92 δισ. ευρώ. Οι θεσμοί διαμηνύουν ότι αν διατηρηθεί το αφορολόγητο και δεν μειωθεί από 8.636,36 - 9.545,45 ευρώ στα επίπεδα των 6.250-7.250 ευρώ, θα πρέπει να βρεθούν αντίμετρα είτε για την αύξηση των εσόδων είτε για τη μείωση των δαπανών είτε συνδυαστικά. Το όφελος από τη διατήρηση του αφορολόγητου ορίου είναι 650 ευρώ για κάθε φορολογούμενο.
Παραγωγικές επενδύσεις
Ο κ. Ρέγκλινγκ, σημείωσε επίσης ότι ο διαθέσιμος δημοσιονομικός χώρος θα πρέπει να χρησιμοποιείται για παραγωγικές δαπάνες, όπως δημόσιες επενδύσεις. Περιγράφοντας την πορεία της ελληνικής οικονομίας το προηγούμενο διάστημα, υπογράμμισε ότι η εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων «έχει επιβραδυνθεί τους τελευταίους μήνες και δεν διασφαλίστηκε η συνέπεια ορισμένων μέτρων πολιτικής με τις δεσμεύσεις που δόθηκαν στους Ευρωπαίους εταίρους».
Επεσήμανε ότι ορισμένες αποφάσεις είναι πιθανό να έχουν αρνητικές συνέπειες στην ανάπτυξη, μίλησε για οπισθοδρόμηση σε προηγούμενες μεταρρυθμίσεις και για νέες αυξήσεις δαπανών και συμπλήρωσε ότι οι ληξιπρόθεσμες οφειλές εξακολουθούν να είναι υψηλότερες από τις αναμενόμενες.
Αναφέρθηκε επίσης στη συνάντησή του με τον υπουργό Οικονομικών, Χρήστο Σταϊκούρα, ο οποίος, όπως είπε, τον διαβεβαίωσε ότι η νέα κυβέρνηση έχει δεσμευτεί να επιτύχει βιώσιμη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη και ότι οι συμφωνημένοι δημοσιονομικοί στόχοι θα τηρηθούν όταν θα μπει στο τραπέζι ο προϋπολογισμός του 2020. Αυτό είναι πολλά υποσχόμενο για το μέλλον της ελληνικής οικονομίας», σημείωσε ο κ. Ρέγκλινγκ.